Οι καιροί είναι δύσκολοι για τον Ντανί και τον Ερίκ, δύο παιδικούς φίλους που δουλεύουν στις αποβάθρες της Χάβρης για να βγάλουν τα προς το ζην. Ένα απόγευμα, η Άλεξ, η αδελφή του Ερίκ, παρακολουθεί τυχαία την παράδοση μιας βαλίτσας γεμάτης χαρτονομίσματα κι αποφασίζει να ακολουθήσει τον άντρα που την παρέλαβε μέχρι το σπίτι του. Η Άλεξ πείθει τον Ερίκ και τον Ντανί πως αυτή η βαλίτσα με τα χρήματα μπορεί να τους αλλάξει τη ζωή, κι έτσι οι τρεις φίλοι παίρνουν την απόφαση να ληστέψουν το σπίτι. Όταν όμως φτάνουν εκεί, ανακαλύπτουν έναν άντρα που ετοιμάζεται να κρεμαστεί για τον οποίο δεν γνωρίζουν τίποτα: ούτε ποιoς είναι, ούτε πόσο σημαντικός είναι. Τότε θα ξεκινήσει ένα αδυσώπητο κυνηγητό που θα μετατρέψει τη νύχτα τους σε κόλαση.

Σκηνοθεσία:

Gela Babluani

Κύριοι Ρόλοι:

George Babluani … Danis

Vincent Rottiers … Eric

Charlotte Van Bervesseles … Alexandra

Louis-Do de Lencquesaing … Mercier

Benoit Magimel … Vincent

Anouk Grinberg … Anais

Olivier Rabourdin … Charles

Arben Bajraktaraj … Goran

Feodor Atkine … Jean-Philippe

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Gela Babluani

Παραγωγή: Dominique Boutonnat, Hubert Caillard

Μουσική: Jean-Michel Bernard

Φωτογραφία: Tariel Meliava

Μοντάζ: Laurent Rouan

Κοστούμια: Mahemiti Deregnaucourt

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Money
  • Ελληνικός Τίτλος: Η Ληστεία
  • Διεθνής Εναλλακτικός Τίτλος: Money’s Money

Παραλειπόμενα

  • Το φιλμ κατάφερε να εισπράξει έσοδα των 25,4 εκατομμυρίων δολαρίων παγκοσμίως.

Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης

Έκδοση Κειμένου: 29/5/2018

Ο Gela Babluani, ακόμη κι αν δεν έχει κατορθώσει με καμιά άλλη του μετέπειτα σκηνοθετική απόπειρα να φτάσει τα ποιοτικά ύψη του μεγάλου μήκους ντεμπούτου του, έχει αποδείξει ότι είναι ένας δημιουργός με συνέπεια ύφους. Ακόμη και στο αμερικάνικο ριμέικ του “13 Tzameti” αποφεύγει να «γυαλίσει» την αισθητική του και να νερώσει την ουσία που διαπερνούσε την πρωτότυπη ταινία κι έστω και με κάποιες σεναριακές αναληθοφάνειες το τελικό αποτέλεσμα απέχει πολύ από το να ανήκει στην ευρεία κατηγορία των ριμέικ που βλάπτουν την εικόνα του φιλμ στο οποίο βασίζονται.

Το “Money”, όπως όλες οι προηγούμενες δουλειές του, ανήκει στην κατηγορία του νεο-νουάρ και παραμένει προσηλωμένο στην ευρωπαϊκή νοοτροπία που χαρακτηρίζει τις προγενέστερες δημιουργίες του: ήρωες όχι απαραιτήτως αρεστοί, που υπό πίεση μπορεί να λάβουν και λανθασμένες αποφάσεις, μια πειστική και προσγειωμένη απεικόνιση του λούμπεν υποκόσμου που τους περιτριγυρίζει και μια χούφτα πικρά μηνύματα στο νοηματικό πυρήνα του σεναρίου. Όσοι έχουν εντρυφήσει στο είδος της ταινίας ληστείας σίγουρα θα νιώσουν κάτι σαν προμνησία σε αρκετά στιγμιότυπα, ενώ και το επιμύθιο, παρότι ορθό, δεν είναι κάτι συγκλονιστικά πρωτόγνωρο. Παρόλες τις αδυναμίες, ειδικά σε ψυχαγωγικό επίπεδο, το φιλμ λειτουργεί επαρκώς, έχει καλή αίσθηση του ρυθμού και σέβεται σε αξιοθαύμαστο βαθμό τη νοημοσύνη του κοινού του, αποφεύγοντας επιδέξια παγίδες που υπάρχουν στο είδος της ειδικά στη σχολή στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού όπως η κατάχρηση από μηχανής θεών όταν περιπλέκονται τα πράγματα σεναριακά. Δεδομένου του ότι η σημειολογία δεν έχει ένα υπερβατικό βάρος (δεν μιλάμε άλλωστε και για το νέο “Heat”) η απόλαυση έγκειται στο πως διαπλέκονται μεταξύ τους οι διάφοροι ήρωες στους διαδρόμους του σεναρίου και οι συγκρούσεις των διαφορετικών κόσμων που εκπροσωπούν. Η σωρεία ανατροπών που επιφυλάσσεται για το θεατή διασκεδάζει, έστω και αν κάποιες φορές επιβάλλεται να κoιτάξει από την άλλη μεριά όσον αφορά την αναληθοφάνεια όχι τόσο πολύ στο στήσιμο, αλλά περισσότερο στο πως δρουν γρήγορα και πολυμήχανα υπό συγκεκριμένα χρονικά όρια και καταστάσεις κάποιοι χαρακτήρες, ειδικά αυτός του γενικού γραμματέα.

Ένα άλλο πρόβλημα είναι πως η τριάδα των βασικών ηρώων, αν και δεν αποτελείται από παραδοσιακά «καλούς» χαρακτήρες, πρόκειται για φιγούρες φτιαγμένες για να αρέσουν στο μέσο θεατή, λιγάκι όμως επίπεδες και αδρά σκιαγραφημένες σε σχέση με το σκοτάδι και το βούρκο που περιβάλλουν τους ρόλους των Louis-Do de Lencquesaing και Benoit Magimel (διόλου τυχαία, είναι και αυτοί που κλέβουν την παράσταση σε ερμηνευτικό επίπεδο). Για αυτό και όταν η δράση επικεντρώνεται σε αυτούς, τότε το μάτι καρφώνεται περισσότερο στην οθόνη από ότι με το πρωταγωνιστικό τρίο. Η προβληματική περί διεφθαρμένης άρχουσας τάξης που κινεί τα νήματα και αναγκάζει τους υφιστάμενούς της να κινούνται σε ένα πιεστικό πλαίσιο επιβίωσης που υπάρχει σχεδόν σε όλη τη φιλμογραφία του γεωργιανού σκηνοθέτη δηλώνει κι εδώ το «παρών», πιο υποδόρια από ότι γινόταν στο “13 Tzameti” και στη διασκευή του αν και με λιγότερο καλή επεξεργασία, κάτι που πλήττει ελαφρώς τη δύναμη των μηνυμάτων, τα οποία ωστόσο και μόνο που υπάρχουν αρκούν για να εξυψώσουν το σύνολο ένα σκαλί πιο πάνω από το μέσο θρίλερ δράσης που έχει αποκλειστικά και μόνο ψυχαγωγικό στόχο.

Αν και πρόκειται για ένα καλοστεκούμενο αποτέλεσμα γενικά, είναι ταυτόχρονα «ευκολάκι» για τον Babluani που παλιότερα στο ίδιο «γήπεδο» είχε πετύχει ακόμη καλύτερα αποτελέσματα. Στα επιμέρους στοιχεία εδώ (χτίσιμο έντασης, παιχνιδιάρικη πλοκή) δείχνει μια ικανότητα που ξεπερνά την πλειοψηφία των συναδέλφων του, και δη των χολιγουντιανών, που καταπιάνονται με την απεικόνιση του υπόκοσμου, εκεί που την πατάει και δεν παραδίδει μια μεγάλη ταινία είναι στο βάθος, το οποίο δεν υπάρχει στο βαθμό που θα έπρεπε στους κεντρικούς χαρακτήρες αλλά και στην ανάπτυξη του προβληματισμού, όσο κι αν κινείται σε μια σωστή κατεύθυνση. Το αν θα βελτιωθεί στην πορεία ή αποδειχθεί ότι δημιουργικά έδωσε ό,τι ήταν να δώσει θα το δείξει ο χρόνος…

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

15 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *