Διασχίζοντας την έρημο της Νεβάδα, ο πονηρός απατεώνας Τέντι Μουρέτο καταστρώνει ένα απεγνωσμένο σχέδιο ώστε να κρυφτεί από τον θανατηφόρο εκτελεστή Μπομπ Βίντικ: ξυλοκοπάει την πρωτάρα αστυνομικό Βάλερι Γιάνγκ, ώστε να συλληφθεί και να κρατηθεί στο αστυνομικό τμήμα μιας μικρής πόλης. Η φυλακή δεν μπορεί να προστατέψει για πολύ τον Μουρέτο, και ο Βίντικ ετοιμάζει την δική του κράτηση, περνώντας τον χρόνο του σε κοντινό κελί έως ότου ολοκληρώσει την αποστολή του. Η άφιξη ενός ανταγωνιστικού εκτελεστή θα προκαλέσει ξέφρενο χάος. Ο Βίντικ τώρα θα υποχρεωθεί να γίνει δημιουργικός, αν θέλει να ολοκληρώσει τη δουλειά και να διαφύγει από αυτή την εκρηκτική κατάσταση.
Σκηνοθεσία:
Joe Carnahan
Κύριοι Ρόλοι:
Gerard Butler … Bob Viddick
Frank Grillo … Teddy Murretto
Alexis Louder … αστυνομικός Valerie Young
Toby Huss … Anthony Lamb
Chad L. Coleman … αστυνόμος Duane Mitchell
Ryan O’Nan … αστυνομικός Huber
Jose Pablo Cantillo … αστυνομικός Pena
Tracey Bonner … ντετέκτιβ Deena Schier
Christopher Michael Holley … αστυνομικός Ruby
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Kurt McLeod, Joe Carnahan
Στόρι: Mark Williams, Kurt McLeod
Παραγωγή: Gerard Butler, Joe Carnahan, Tai Duncan, Eric Gold, Warren Goz, Frank Grillo, James Masciello, Alan Siegel, Mark Williams
Μουσική: Clinton Shorter
Φωτογραφία: Juan Miguel Azpiroz
Μοντάζ: Kevin Hale
Σκηνικά: Jon Billington
Κοστούμια: Jayna Mansbridge
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Copshop
- Ελληνικός Τίτλος: Copshop
- Εναλλακτικός Τίτλος: Cop Shop
Παραλειπόμενα
- Πρώτο σενάριο του Kurt McLeod που έγινε ταινία, κι ενώ βρίσκεται πολλά χρόνια στον χώρο ως οικονομικός σύμβουλος.
- Τρία μέλη του συνεργείου διαγνώστηκαν ως θετικοί στον COVID-19, διακόπτοντας άθελα τους για τρεις ημέρες τα γυρίσματα.
- Ο Frank Grillo υποστήριξε ότι το αρχικό μοντάζ του σκηνοθέτη δεν έγινε δεκτό, με το τελικό να υποβιβάζει τον ρόλο του.
- Σύμφωνα πάλι με τον Grillo, όταν σε κάποιο σημείο φαίνονταν ότι αποχωρεί ο Gerard Butler, ο ρόλος του είχε προσφερθεί στον Liam Neeson. Εκείνος όμως είχε αρνηθεί, μη συμφωνώντας με το στενών ορίων σκηνικό.
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 3/4/2022
Παρακολουθώντας το Boss Level, ομολογώ ότι χάρηκα βλέποντας έναν Joe Carnahan να διατηρεί το δημιουργό κέφι του, ακόμα κι αν υποβίβαζε το «δημιουργικό» προς χάριν του κεφιού του. Εδώ όμως κάνει το ακριβώς αντίθετο, και ακόμα κι αν δεν παρουσιάζει κάτι που μπορεί να κάνει την αληθινή διαφορά σε γενικό επίπεδο, δεν μπορείς παρά να του βγάλεις το -καουμπόικο- καπέλο.
Το όλο στήσιμο του στόρι και του σκηνικού δεν είναι δα πρωτόγνωρο. Παραπέμπει σε πολλές κλειστού σετ ταινίες δράσης, που έχουν πάψει εδώ και χρόνια να αποτελούν κανόνα ποιότητας. Ο Carnahan όμως δεν στέκει μόνο στο να αναγάγει το συνηθισμένο σε κάτι αξιοπρεπές, αλλά επενδύει στις παραδοσιακές του σινε-μνήμες, και ανακατεύει στην ίδια χύτρα το γουέστερν και το νουάρ, με έναν τρόπο που παραπέμπει στον αντίστοιχο που κάποιοι προσπάθησαν να τα «μαγειρέψουν» κυρίως εντός της δεκαετίας του 1950 (δεν κάνουμε αναφορές, μια και οι συγκρίσεις είναι ακόμα κι έτσι άνισες). Χωρίς παράλληλα να μπορεί να αποποιηθεί την εικόνα της σύγχρονης ταινίας δράσης, κάτι που όμως δεν του στοιχίζει καταλυτικά, επενδύει με επιμονή πάνω στους χαρακτήρες και όσα εκφράζουν ή κρύβουν αυτοί μέσα τους.
Το λεκτικό αυτό παιχνίδι ανάμεσα στους 3 απομονωμένους κεντρικούς χαρακτήρες βγάζει ένα μεράκι από αυτά που τα μεγάλα στούντιο φοβούνται να επενδύσουν. Κι αυτό επειδή στερεί πολλά από την οπτική δράση και την αντικαθιστά με την ψυχολογική, η οποία δεν είναι ό,τι εμπορικότερο υπάρχει για τους φαν των θρίλερ δράσης. Έχει όμως ακόμα έναν δυνατό χαρακτήρα, με έναν τρελαμένο Toby Huss στον ρόλο, που κάνει εκείνες τις χάρες στο κοινό που αποζητά cult ευρήματα για να δώσει το οκ του, και μερικούς ακόμα χαρακτήρες που παραπέμπουν σε μια μίνι εκδοχή από Carpenter του Επίθεση στον Σταθμό 13, που παρέχουν το εξτρά για να απλώσει το στόρι. Είναι όμως το τρίγωνο Gerard Butler-Frank Grillo-Alexis Louder που βγάζει όλη την ποιότητα, και δεν είναι οι θορυβώδεις σκηνές αυτές που το ανυψώνουν. Μια ποιότητα που δεν έχει νόημα κανείς να αναλύσει επί του κειμένου, μια και θα χάνονταν η ουσία της απλότητας της, αλλά αξίζει να σε βάλει στο δικό της παιχνίδι σκέψεων περί ηθικής, σε ένα είδος κινηματογράφου που σπάνια ζορίζεται σεναριακά.
Μιλάμε όμως πάντα για ταινία καθαρής δράσης, ένα θρίλερ που δεν κόβει τον ομφάλιο λώρο με το γενικότερο πλαίσιο του είδους του, κι εκεί ο Carnahan θα μπορούσε να έχει περισσότερες ιδέες (όπως είχε στο παρελθόν). Μαέστρος στο να μη σε προσβάλει με σκηνές που δεν βγάζουν καμία λογική, αλλά ελάχιστα εφευρετικός στην ανάπτυξη κάποιων καλών ιδεών που εμμένουν σε αρχικό στάδιο. Εν ολίγοις, παρότι χαίρεσαι που θυσιάζεται το πιστολίδι για να αναπτυχθεί μια άλλη όψη εσωτερικής μονομαχίας, δεν χορταίνεις από το υπόλοιπο κομμάτι, που αισθάνεσαι ότι το έχεις ξαναδεί. Ίσως δεν χρειάζονταν να μείνει μόνο στον χαρακτήρα του Huss η παράνοια που επί του συνόλου διαπνέεται, αλλά να παρεισφρήσει και σε άλλους τομείς του φιλμ προς περισσότερη τέρψη του θεατή.
Κι επειδή το φιλμ δεν είναι διόλου αδιάφορο κι ερμηνευτικά, αυτή η Alexis Louder πού κρύβονταν τόσο καιρό;
Βαθμολογία: