Με αφορμή τη μοναδική ευκαιρία που τους δίνεται να εκπροσωπήσουν τη χώρα τους στον μεγαλύτερο διαγωνισμό μουσικής στον κόσμο, δύο επίδοξοι μουσικοί, ο Λαρς και η Ζίγκριτ, αποδεικνύουν ότι όλα τα όνειρα είναι σημαντικά εφόσον αγωνιζόμαστε για να τα πραγματοποιήσουμε.

Σκηνοθεσία:

David Dobkin

Κύριοι Ρόλοι:

Will Ferrell … Lars Erickssong

Rachel McAdams … Sigrit Ericksdottir

Pierce Brosnan … Erick Erickssong

Dan Stevens … Alexander Lemtov

Μελισσάνθη Μάχουτ … Μίτα Ξενάκη

Demi Lovato … Katiana Lindsdottir

Mikael Persbrandt … Victor Karlosson

Olafur Darri Olafsson … Neils Brongus

Johannes Haukur Johannesson … Johans

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Will Ferrell, Andrew Steele

Παραγωγή: Jessica Elbaum, Will Ferrell, Chris Henchy

Μουσική: Atli Orvarsson

Φωτογραφία: Danny Cohen

Μοντάζ: Greg Hayden

Σκηνικά: Paul Inglis

Κοστούμια: Anna B. Sheppard

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Eurovision Song Contest: The Story of Fire Saga
  • Ελληνικός Τίτλος: Διαγωνισμός Τραγουδιού Eurovision: Η Ιστορία των Fire Saga

Κύριες Διακρίσεις

  • Υποψήφιο για Όσκαρ τραγουδιού (Husavik).

Παραλειπόμενα

  • Αρχικά προγραμματισμένο από το Netflix για τον Μάιο του 2020 ώστε να συμπέσει με τον διαγωνισμό της Eurovision, δεν έπεσε θύμα μόνο αυτό του κορωνοϊού, αλλά και ο ίδιος ο διαγωνισμός.
  • Ο Will Ferrell έμαθε για τον ευρωπαϊκό διαγωνισμό το 1999 από τη σουηδή σύζυγο του, Viveca Paulin. Προετοιμαζόμενος για το φιλμ, ο Ferrell βρέθηκε το 2018 στην Πορτογαλία και παρακολούθησε από κοντά τη Eurovision, μιλώντας στα παρασκήνια με πολλούς από τους διαγωνιζόμενους. Αυτόν και τη McAdams τους εντόπισαν οι ρεπόρτερ και τον επόμενο χρόνο, στη διοργάνωση του Ισραήλ.
  • Ανάμεσα στους πολλούς γκεστ-σταρ από διαγωνισμούς της Eurovision, εμφανίζονται οι: John Lundvik (Σουηδία 2019), Anna Odobescu (Μολδαβία 2019), Bilal Hassani (Γαλλία 2019), Loreen (Σουηδία 2012), Jessy Matador (Γαλλία 2010), Alexander Rybak (Νορβηγία 2009 & 2018), Jamala (Ουκρανία 2016), Elina Nechayeva (Εσθονία 2018), Conchita Wurst (Αυστρία 2014), Netta (Ισραήλ 2018) και Salvador Sobral (Πορτογαλία 2017).
  • Και στα ελληνικά, με τις φωνές των: Γεράσιμος Σκιαδαρέσης (Λαρς), Τάνια Παλαιολόγου (Ζίγκριτ), Γιάννης Πολιτάκης (Αλεξάντερ Λέμποφ), Θανάσης Κουρλαμπάς (Βίκτορ Κάρλοσον/αστυνόμος Άρναρ), Ντίνος Σούτης (Έρικ Έρικσονγκ), Μελισσάνθη Μάχουτ (Μίτα Ξενάκη), Αντώνης Λουδάρος (Νιλς Μπρόνγκους), Δημήτρης Μακαλιάς (Γκράχαμ Νόρτον), Σοφία Βογιατζάκη (Άννα), Δημήτρης Τσέλιος (Μπιλ/Κέβιν), Παναγιώτης Αποστολόπουλος (Γιορν), Παύλος Πιέρρος (Κόριν), Γιάννης Κρητικός (Τζεφ/Ίαν), Βίκτορας Κουνδουράκης (Όλαφ Γιόχανσον), Λία Τσάνα (Τζεν/Σάσα/Νίνα), Λήδα Ματσάγγου (Μπρίτνι/Χέλκα/Κατιάνα), Μιχάλης Παπαδόπουλος (Τζιλς), Νίκος Παπαδόπουλος (Γιολ Όλα Σαντ), Παύλος Χρυσανθίδης (Στέφαν/μικρος Λαρς). Τραγούδι: Αντώνης Λουδάρος (Λαρς), Άννα Φιλιππάκη (Ζίγκριτ). Σκηνοθετική επιμέλεια: Αντώνης Λουδάρος. Μετάφραση: Χριστίνα Χονδρογιάννη. Στοίχοι: Βίκτορας Κουνδουράκης.

Μουσικά Παραλειπόμενα

  • Πριν κάνει πρεμιέρα η ταινία, κυκλοφόρησε σε βιντεοκλίπ το Volcano Man. Ο Will Ferrell είναι ο ένας ερμηνευτής, ενώ η φωνή της Rachel McAdams αναμιγνύεται με αυτή της σουηδής Molly Sanden.
  • Πολλά τα τραγούδια στην ταινία, όπως τα: Husavik (Hometown) (Will Ferrell, Rachel McAdams, Molly Sanden), Double Trouble (Will Ferrell, Rachel McAdams-Molly Sandan, Tiesto), Lion of Love (Erik Mjones), Jaja Ding Dong (Will Ferrell, Rachel McAdams-Molly Sanden), In the Mirror (Demi Lovato) και Come and Play (Masquerade) (η “ελληνική” συμμετοχή με τη φωνή της Petra Nielsen).

Κριτικός: Σταύρος Γανωτής

Έκδοση Κειμένου: 28/6/2020

Όλο αυτό ξεκίνησε από τον Wes Anderson, για να βρει σχεδόν άμεσα και την εμπορική του εκδοχή (συνδυάστηκε με το ύφος του Ben Stiller και βρήκε τη φόρμα του). Μόνο που σε αυτή την εκδοχή, έχει προστεθεί το σλάπστικ χιούμορ, ίσως επειδή δεν υπάρχει το ταλέντο του τεξανού δημιουργού για να καλύψει τα κωμικά στοιχεία. Ένας από τους φαν αυτού του υποείδους σύγχρονης κωμωδίας, κι από τους πρώτους μάλιστα «διδάξαντες», είναι ο «αντέχεται δεν αντέχεται» Will Ferrell.

Είναι αλήθεια ότι δεν μπορείς να αγνοήσεις ότι είναι κάτι που κρύβει μια ποιότητα μέσα του, όσον αφορά το ότι δεν ακολουθούνται οι πατροπαράδοτοι κανόνες της αμερικανικής κωμωδίας, που στις εποχές μας κινδυνεύουν με ολικό ξεχείλωμα. Είναι, δε, και μια δύσκολη τεχνική, αφού δουλεύει πολύ τη λεπτομέρεια σε κάθε σκηνή. Αυτά εδώ πέρα δεν είναι αδιόρατα, αλλά φοβάμαι πως μιλάμε και για αδύναμη στιγμή του περίπου 15 ετών ζωής υποείδους, με το flat ύφος να μην έχει έμπνευση στα μικρά που θα έκαναν τη διαφορά. Ή, μάλλον ορθότερα, αυτά τα μικρά αφορούν μια σάτιρα που συνοψίζεται μέσα σε δύο κουβέντες, που κι αυτές είναι συζητήσιμες.

Ναι, ο διαγωνισμός της Eurovision κατακλύζεται από το γκέι στοιχείο. Αυτό όμως γιατί να τον μειώνει; Πόσο μάλλον, που στην εδώ εκδοχή του δεν φαίνεται να πάσχει από μέτριας ποιότητας μουσική, ή από άλλου είδους καρκινώματα που θα μπορούσαν να αποτελέσουν στόχο αληθινής σάτιρας. Το χειρότερο όμως έρχεται από τη «δεύτερη κουβέντα», που θέλει την Ισλανδία να παίρνει τη θέση εκείνων των μυθοπλαστικών χωρών της παλιάς κωμωδίας, που ονόμαζαν ένα ευρωπαϊκό κράτος, πχ, Τρανσιλβάζια, και του άλλαζαν τα φώτα (βλέπε: Το Ποντίκι που Βρυχάται, μεταξύ πολλών άλλων). Αν όμως τότε κρατούνταν τα προσχήματα με αυτά τα βαφτίσια, στην παρούσα περίπτωση φοβάμαι πως δικαίως οι Ισλανδοί θα έχουν παραπονάκια για την εικόνα που βγάζει για αυτούς το φιλμ. Για να μη νομίζουμε ότι στερεότυπα ταινιών τύπου I Love Karditsa είναι ελληνικό εφεύρημα…

Αλλά ξέρετε κάτι; Κόμπλεξ δεν έχουμε, και βλέπουμε και τη θετική πλευρά του θέματος. Ως κατάφορη διαφήμιση της Eurovision, με προοπτική αυτή να συμπεριλάβει και τις ΗΠΑ ανοίγοντας την αγορά της, κακή δεν τη λες. Η μουσική είναι γενικώς καλόηχη, υψηλή μάλιστα σε σχέση με τα μέσα στάνταρ του διαγωνισμού, κι ένα γουστόζικο πανηγύρι περνάει στον θεατή. Οι σλάπστικ βέβαια εξάρσεις δεν είναι ό,τι καλύτερο, αν και το φιλμ μοιάζει να στηρίζεται αρκετά σε αυτές, ενώ το χιούμορ είναι σταθερά μέτριο με μερικές θετικές πινελιές. Μα ενώ έχει πολλά που θυμίζουν κακές στιγμές φτηνού αμερικανικού σινεμά (υπάρχει ακόμα κι αυτό το μελό διάλειμμα που έχει καταντήσει μάστιγα), κάτι οι ικανοί ηθοποιοί (και η Μαχούτ στο κόλπο, αφήνοντας μια ελπιδοφόρα χροιά), κάτι μια πρωτοτυπία επί του θέματος, κάτι ένα γενικό κλίμα που ευνοείται από τη μουσική και τις Anderson καταβολές του, κι έχουμε μια χαλαρή γενικά κωμωδιούλα που δεν λες «άι σιχτίρ» με το πέρας της… εκτός κι αν είσαι Ισλανδός!

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

19 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *