Ένα ζευγάρι πηγαίνει στο καταφύγιο Εδέμ που βρίσκεται στο δάσος, ελπίζοντας ότι θα καταφέρουν να απαλύνουν τις πληγές τους και τον τραγικά σημαδεμένο ταλαιπωρημένο γάμο τους. Η ησυχία τους θα διακοπεί από διάφορα παράξενα περιστατικά, και τότε τα πράγματα θα πάνε από το κακό στο χειρότερο.

Σκηνοθεσία:

Lars von Trier

Κύριοι Ρόλοι:

Willem Dafoe … αυτός

Charlotte Gainsbourg … αυτή

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Lars von Trier

Παραγωγή: Meta Louise Foldager Sorensen

Μουσική: Kristian Eidnes Andersen

Φωτογραφία: Anthony Dod Mantle

Μοντάζ: Asa Mossberg, Anders Refn

Σκηνικά: Karl Juliusson

Κοστούμια: Frauke Firl

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Antichrist
  • Ελληνικός Τίτλος: Αντίχριστος

Άμεσοι Σύνδεσμοι

Κύριες Διακρίσεις

  • Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Κανών. Βραβείο γυναικείας ερμηνείας (Charlotte Gainsbourg).
  • Καλύτερη ταινία στα Bodil, τα εθνικά βραβεία της Δανίας.
  • Βραβείο φωτογραφίας στα Ευρωπαϊκά Βραβεία. Υποψήφιο για σκηνοθεσία και γυναικεία ερμηνεία (Charlotte Gainsbourg).

Παραλειπόμενα

  • Πρώτο μέρος της άτυπης τριλογίας της θλίψης, με το Melancholia (2011) και τα δύο Nymphomaniac (2013) να την ολοκληρώνουν.
  • Ξεκίνησε να γράφεται το 2006, κι ενώ ο von Trier βρίσκονταν σε νοσοκομείο μετά από οξύ περιστατικό κατάθλιψης. Θέλοντας να κάνει καθαρή ταινία τρόμου, ο δανός δημιουργός άντλησε έμπνευση από τον σύγχρονο ιαπωνικό τρόμο, και ταινίες όπως το Ring και το Dark Water. Όλα ήταν έτοιμα για να ξεκινήσουν γυρίσματα το 2005, όταν ο παραγωγός Peter Aalbaek Jensen από λάθος αποκάλυψε το μυστικό του φιλμ: ότι ο κόσμος φτιάχτηκε από τον σατανά και όχι τον Θεό. Ο von Trier τότε τσαντίστηκε, και ανέβαλε τα πάντα για να γράψει από την αρχή νέο σενάριο. Το 2007 όμως ο δανός δημιουργός ανακοίνωσε πως πάσχει ξανά από κατάθλιψη και πως δεν γνώριζε εάν μπορούσε να κάνει ξανά κάποια ταινία. Άμεσα οι ηθοποιοί που είχαν έρθει στην Κοπεγχάγη για το κάστινγκ στάλθηκαν πίσω, με τον von Trier να αναφέρεται ότι έβαλε τα κλάματα που δεν μπόρεσε να τους συναντήσει. Το νέο σενάριο έτσι εμπεριείχε στοιχεία από την προσωπική του κρίση, αλλά και παρόμοιας φύσης αναφορές που υπήρχαν στην αυτοβιογραφία του August Strindberg, το Inferno. Η ψυχική του υγεία δεν είχε αποκατασταθεί ούτε όταν ξεκίνησαν τα γυρίσματα. Συχνά ζητούσε από τους ηθοποιούς του να τον συγχωρέσουν, ενώ δεν χειρίζονταν όπως συνήθως ο ίδιος την κάμερα.
  • Ο Per Fly και ο Nikolaj Arcel λειτούργησαν ως σύμβουλοι σεναρίου.
  • Ο Willem Dafoe πήρε τηλέφωνο τον von Trier, ρωτώντας τον με τι ασχολείται τη συγκεκριμένη περίοδο. Άμεσα έλαβε το σενάριο της ταινίας και αποδέχτηκε να παίξει, αν και η σύζυγος του σκηνοθέτη εξέφρασε αμφιβολίες αν έπρεπε ένας διάσημος ηθοποιός όπως ο Dafoe να παίξει έναν τόσο ακραίο ρόλο.
  • Η Eva Green ήταν η πρώτη επιλογή για τον γυναικείο ρόλο, αλλά οι ατζέντηδες της αρνήθηκαν να της το επιτρέψουν.
  • Το φιλμ αφιερώθηκε στον Andrei Tarkovsky. Ο Καθρέφτης (1975) του ρώσου δημιουργού ήταν και η ταινία που έβαλε ο σκηνοθέτης να παρακολουθήσουν οι δύο πρωταγωνιστές πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα.
  • Τα γυρίσματα διήρκησαν 40 ημέρες και πραγματοποιήθηκαν στην περιοχή της Βεστφαλίας στη Γερμανία. Ήταν η πρώτη ταινία που γυρίστηκε εξολοκλήρου σε γερμανικό έδαφος για τον von Trier. Οι κάμερες ήταν ψηφιακές (Red One σε 4K ανάλυση), ενώ για τα slow-motion πλάνα χρησιμοποιήθηκε το Phantom V4. Το post-production, από την άλλη, έλαβε χώρα στη Βαρσοβία και το Γκέτεμποργκ, διαρκώντας δύο μήνες. Στην Πολωνία, που έγινε και ο κύριος όγκος του, η τοπική εταιρία Platige διαχειρίστηκε τα 80 πλάνα ψηφιακών εφέ που αποδείχτηκαν εξαιρετικά δύσκολα στην επεξεργασία τους.
  • Η ταινία πόλωσε κοινό και κριτικούς, με απόψεις που άγγιζαν τα δύο άκρα, ενώ στα ταμεία η ταινία έβγαλε μόλις 7,4 εκατομμύρια δολάρια, παρότι κόστισε 11.

Μουσικά Παραλειπόμενα

  • Πέρα από την αυθεντική μουσική, ακούγονται δύο κομμάτια του George Frideric Handel. Κεντρικό από αυτά είναι η άρια “Lascia ch’io Pianga” από την όπερα Rinaldo, που θα ακουστεί ξανά στο Nymphomaniac. Ερμηνευτές του είναι οι Bjarte Eike (βιολί), Tuva Semmingsen (μέτζο-σοπράνο), Karina Gauvin (σοπράνο) και οι Tempo Rubato.

Κριτικός: Βασίλης Καγιογλίδης

Έκδοση Κειμένου: 17/9/2009

«Η φύση είναι η εκκλησία του Σατανά». Η γυναίκα δε μπορεί να ελέγξει τον εσωτερικό της κόσμο. Ελέγχεται από τη φύση. Η λέξη φύση είναι γένους θηλυκού. Θλίψη, χάος, απόγνωση. (Συνειρμοί και λόγια μίας ταινίας).

Οι περισσότεροι από εσάς θα συμφωνήσετε ότι πρόκειται για μία από τους πιο άνισες αλλά και ιδιοφυείς σκηνοθετικές μορφές στην ιστορία του σινεμά. Χάριν ευκολίας (και εντυπωσιασμού), θα επικαλεστώ μία απλοϊκή και λαϊκίζουσα στάση και θα πω ότι οι μισές από τις ταινίες του κυρίου Lars Von Trier είναι σκατά και οι άλλες μισές αριστουργήματα. Δε θα διστάσω, όμως, να το ομολογήσω, ο Αντίχριστος είναι ένα ιδιοφυές δημιούργημα, ένα παρανοϊκό, σοκαριστικό και διεστραμμένα έξυπνο δοκίμιο που μελετά την ανθρώπινη υπόσταση, που αναζητά τα άκρα της και δοκιμάζει τις αντοχές της. Ετούτη η ταινία είναι από μόνη της ένας ολόκληρος τόμος στην σκηνοθετική εγκυκλοπαίδεια που αποκαλείται Lars Von Trier. Κεφάλαιο στην δημιουργικότητα ενός μεγάλου σκηνοθέτη.

Λίγο μακρύτερα ή αν θέλετε διαφορετικότερα απ`ότι έχει κάνει μέχρι σήμερα ο Trier, με μία ψυχοφθόρα, κλειστοφοβική φωτογραφία και ακολουθώντας μια πιο μοντέρνα οπτική, επιλέγει να αποσυνθέσει υπό μορφή θρίλερ, μεταφυσικής νουβέλας και ψυχολογικού δράματος, τη γυναικεία φύση αλλά κυρίως να ερμηνεύσει μία μεσαιωνική θεωρία γι`αυτή, η οποία μπορεί να βρει κάλλιστα εφαρμογή στο σήμερα. Δύο καταξιωμένοι ηθοποιοί γίνονται πειραματόζωα της επικίνδυνης νοημοσύνης ενός αξιόλογου σκηνοθέτη και καταφέρνουν τις καλύτερες ερμηνείες της καριέρας τους με την Charlotte Gainsbourg να παραδίδεται εξολοκλήρου στην τέχνη της κι ας γνωρίζει ότι αυτή προσεγγίζει τα όριά της.

Ο Αντίχριστος χωρίζεται σε αριθμητικά μελετημένα κεφάλαια, μετά εύστοχων συνοδευτικών τίτλων, που κρύβουν και τη λύση του μυστηρίου. Σύμβολα και στοιχεία διοχετεύονται σκόρπια στην ταινία, κρύβονται πίσω από λέξεις και πράξεις, τοποθετούνται πίσω από περίτεχνα δομημένα πλάνα και επισκιάζονται από σοκαριστικές σκηνές ανθρώπινου εξευτελισμού, ακραίας βίας και διαστροφής, που για όσους πιάσουν τα λεγόμενα του Trier, θα διαπιστώσουν τη σημασία της ύπαρξής τους. Είναι σίγουρα η πιο θεωρητική ταινία του Δανού σκηνοθέτη, η οποία κάλλιστα μπορεί να παρομοιαστεί και με σβάστικα του μισογυνισμού!!! Εγώ πάλι θα την αποκαλούσα διατριβή του ανθρώπινου ψυχισμού. Ο Trier ξεπλέκοντας περίτεχνα το σεναριακό μίτο που έπλεξε μαζί με τον αξιόλογο Anders Thomas Jensen, επικαλούμενος τα διάφορα κινηματογραφικά είδη, τιθέμενα πίσω από την ομαλή σεναριακή εξέλιξη και τελικά κορύφωση της προβάλλουσας ψυχολογικής και σωματικής βίας, τοποθετώντας το σεξ δίπλα στο θάνατο, τη σκληρή βία πλάι στην αγάπη, τον πόνο μέσα στη χαρά, καταλήγει να μιλήσει για τη γυναικεία επινοητικότητα, τη μηδενιστική αντίληψη που επικρατούσε και εξακολουθεί να επικρατεί για το γυναικείο σώμα, να αναλύσει την ύπαρξη της θεωρίας του «αδύναμου φύλλου», αλλά και να ερμηνεύσει το «σατανικό της γυναικείας υπόστασης» ως επικρατούσα άποψη ανά τους αιώνες.

Ο Αντίχριστος θέτει στο επίκεντρο το ασθενές φύλλο. Η γυναίκα, υποκείμενη στη φύση που την εξουσιάζει, άρχει και άρχεται από αυτή χωρίς δικαίωμα εμπλοκής στο σώμα και τελικά στο νου.

Σταυροδρόμι καλλιτεχνικών κινημάτων, σημείο συνάντησης σκηνοθετικών μορφών και κράμα κινηματογραφικών αναμνήσεων. Ένα καλά κωδικοποιημένο και σκόπιμα αποπροσανατολιστικό φιλμ, πίσω από το οποίο κρύβεται μία απόλυτη σκηνοθετική ιδιοφυία. Αντισυμβατικό, εφιαλτικά επώδυνο, εσκεμμένα προκλητικό και τελικά εξαιρετικό ως φιλμ. Η πρώτη μεγάλη ταινία της χρονιάς!

Βαθμολογία:


Κριτικός: Σταύρος Γανωτής

Έκδοση Κειμένου: 26/9/2009

Σε ένα υψηλής διανόησης έργο, δεν είναι ευθύνη μας να κρίνουμε σύμφωνα με το κατά πόσο συμφωνούμε με το νόημα, αλλά με το κατά πόσο καλά το έχει εκφράσει ο δημιουργός. Κι όταν έχουμε τον μεγαλύτερο εν ζωή κινηματογραφιστή, υποκλινόμαστε. Ο Lars Von Trier σε ακόμα ένα αριστούργημα, δέκα χρόνια μπροστά από την εποχή του και χιλιάδες χρόνια πίσω στη νοηματική του. Το λυπηρό είναι πως δίχασε το κοινό όχι για την άποψη τού ότι η γυναίκα είναι ο αντίχριστος, αλλά για τις προκλητικές σκηνές του. Εδώ, όμως, δεν έχουμε πρόκληση για την πρόκληση, αλλά σινεμά βεριτέ στο απόγειο του. Θα δείτε μέσα σε αυτό από Bergman μέχρι Νίτσε και μια έντονη αμφισβήτηση στις απόψεις του Ρίλκε περί γυναίκας και φύσης. Λαϊκιστί, θα τα δείτε όλα…

Η ακραία άποψη του Δανού περί του θηλυκού στοιχείου με γύρισε στο πώς αντιλαμβάνεται την έννοια γυναίκα μέσα στο σύνολό της φιλμογραφίας του. Είναι ο ίδιος που την ανύψωσε σε αγία στο Δαμάζοντας τα Κύματα και το Χορεύοντας στο Σκοτάδι. Πιο πολύ αντιλαμβάνομαι τη νέα του θέση ως μία ακόμα θρησκευτική παραβολή του, με απώτερο σκοπό το να παράγει το τέλειο θρίλερ τρόμου, παρά κριτική επί της γυναίκας συγκεκριμένα. Το ότι έχει μισανθρωπικές τάσεις είναι ξεκάθαρο, αλλά μέχρι στιγμής έκανε τον κόπο να τις επεξηγεί. Σε αυτή την περίπτωση, απλά τις εξαπολύει κι όποιον πάρει ο χάρος. Αυστηρά ακατάλληλη ταινία όχι μονάχα για ανηλίκους, αλλά και για όσους δεν μπορούν να διαχωρίσουν την πρόκληση από το αισχρό. Γιατί ο κύριος Von Trier δεν είναι απλά ένας ποιητής, αλλά κι αυτός που θα σε πάρει από το χέρι και θα σε πάει πίσω από τον καθρέφτη της Αλίκης, σε έναν κόσμο όπου εικόνες και φράσεις βλέπονται κι ακούγονται ανάποδα. Δεν λέω τίποτα περισσότερο από την λέξη αριστούργημα, έστω κι όχι απόλυτο. Κι όσο κι αν βληθώ, θα την επαναλαμβάνω.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

24 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *