Η ίδια η Κάλλας μιλάει για τον εαυτό της, για τη Μαρία, για το κορίτσι, για τη γυναίκα που υπήρξε, μέσα από σπάνιο οπτικό υλικό, από προσωπικά αρχεία που δεν έχουμε ξαναδεί, και φανερώνει τις σκέψεις και τα συναισθήματά της μέσα από αδημοσίευτες επιστολές της, που διαβάζονται από τη Φανί Αρντάν.

Σκηνοθεσία:

Tom Volf

Κύριοι Ρόλοι:

Fanny Ardant … αφηγήτρια (φωνή)

Μαρία Κάλλας … η ίδια (αρχείο)

Αριστοτέλης Ωνάσης … ο ίδιος (αρχείο)

Vittorio De Sica … ο ίδιος (αρχείο)

Pier Paolo Pasolini … ο ίδιος (αρχείο)

Luchino Visconti … ο ίδιος (αρχείο)

Omar Sharif … ο ίδιος (αρχείο)

Κεντρικό Επιτελείο:

Παραγωγή: Thierry Bizot, Emmanuel Chain, Gael Leiblang, Emmanuelle Lepers, Tom Volf

Μοντάζ: Janice Jones

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Maria by Callas
  • Ελληνικός Τίτλος: Maria by Callas: Η Μαρία Κάλλας Εξομολογείται
  • Εναλλακτικός Τίτλος: Maria by Callas: In Her Own Words

Άμεσοι Σύνδεσμοι

  • Κάλλας για Πάντα (2002)
  • Maria (2024)

Κριτικός: Φίλιππος Χατζίκος

Έκδοση Κειμένου: 22/1/2018

“Θα ήθελα να είμαι η Μαρία, αλλά υπάρχει η Κάλλας που απαιτεί να κρατώ την αξιοπρέπειά της.”

Η Μαρία Άννα Σοφία Σεσιλία Καλογεροπούλου γεννήθηκε στο Μανχάταν το 1923. Υπήρξε γόνος μιας ιδιαίτερα δυσλειτουργικής οικογένειας Ελλήνων μεταναστών, με τους γονείς της να επιδεικνύουν συνεχώς αυξανόμενη ασυμβατότητα που είχε ως αποτέλεσμα να χωρίσουν λίγα χρόνια μετά τη γέννηση της. Το 1937 η Μαρία οδηγήθηκε στην Αθήνα, όπου έζησε με τη μητέρα της και την αδερφή της για είκοσι χρόνια και έλαβε και την αρχική μουσική της εκπαίδευση.

Η μετάλλαξη της Μαρίας Καλογεροπούλου σε Μαρία Κάλλας υπήρξε σχεδόν κινηματογραφική. Ένα συνεσταλμένο ευτραφές κορίτσι που φορούσε συνεχώς χοντρά γυαλιά μετατράπηκε σε μια σαγηνευτική ντίβα της Όπερας που έμελλε να αφήσει εποχή. Τα θεμέλια του θρύλου της Κάλλας είχαν τεθεί πολύ πριν αυτό το κορίτσι ξεκινήσει την θαυμαστή πορεία του στις μεγαλύτερες σκηνές του κόσμου. Για την ακρίβεια, από τη στιγμή που η μητέρα της αντελήφθη το ταλέντο της.

Μια καταπιεστική μητρική φιγούρα έμελλε να καθορίσει τη ζωή της πιο διάσημης οπερετικής τραγουδίστριας στην ιστορία της ανθρωπότητας. Στερήθηκε την οικογενειακή αγάπη, υπήρξε το «ασχημόπαπο» και έπειτα το παιδί θαύμα. Ακόμη όμως και αφού άνοιξε τα φτερά της και πέταξε μέχρι την κορυφή της Τέχνης, η τυραννία της μητέρας της παρέμεινε κραταιή. Αυτό τουλάχιστον αφήνει να φανεί ο Τομ Βολφ μέσα από το συγκεκριμένο ντοκιμαντέρ, στο οποίο μας παρουσιάζει μια γυναίκα που κατέκτησε δεκάδες στόχους, πλην του μόνου που αληθινά είχε ανάγκη. Να αγαπηθεί, όπως δεν αγαπήθηκε σαν παιδί.

Ο 32χρονος Γάλλος δημιουργός, όπως δήλωσε σε συνέντευξή του στα ελληνικά μέσα, γνώριζε ελάχιστα για τη Μαρία Κάλλας ώσπου μία μέρα άκουσε την ερμηνεία της σε μια άρια του Ντονιτσέτι και πίστεψε ότι μια φωνή σαν και τη δική της κρύβει μια ιστορία που αξίζει κανείς να αφηγηθεί. Η πρωτοτυπία του έργου του όμως έγκειται στη χρήση αρχειακού υλικού στο οποίο η ίδια η Κάλλας αφηγείται την ιστορία της. Ο Βολφ, αντί να επιστρατεύσει μια σειρά από ειδικούς αναλυτές, συναδέλφους και θαυμαστές της ντίβας, επιχειρεί να επιτύχει μια αυθεντική ερμηνεία των συνθηκών της ζωής της, όσο είναι αυτό δυνατό, δίνοντας το λόγο ευθέως στην ίδια.

Παράλληλα, αφήνει πολύ χώρο για αποσπάσματα από εμφανίσεις της Κάλλας στις διασημότερες όπερες τις υφηλίου και συμπεριλαμβάνει στο έργο του μερικές από τις πιο φημισμένες ερμηνείες της. Τα αποσπάσματα αυτά βέβαια δεν παρατίθενται εν είδει μουσικού διαλείμματος, αλλά ως εργαλεία προσέγγισης αυτής της μυθικής προσωπικότητας, μαζί με τις συνεντεύξεις και τα γράμματά της σε αγαπημένα της πρόσωπα, τα οποία αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο η Φανί Αρντάν (που υποδύθηκε στο παρελθόν την Μαρία Κάλλας στην ταινία του Τζεφιρέλι «Callas Forever»).

Τηρώντας αυστηρή γραμμικότητα στην αφήγησή του, ο Βολφ επιλέγει να εστιάσει στις στιγμές αδυναμίας της Κάλλας, επαγγελματικές και προσωπικές. Η ακύρωση της εμφάνισής της στην όπερα της Ρώμης, που την άφησε λυσσαλέα λοιδορούμενη από τον τύπο της εποχής, η απόλυσή της από την Metropolitan Opera της Νέας Υόρκης μετά τη διαμάχη της με τον διευθυντή Ρούντολφ Μπινγκ, το τέλος του πρώτου της γάμου με τον ιταλό Τζιοβάνι Μπατίστα Μενεγκίνι και η σχέση της με τον Αριστοτέλη Ωνάση, που την άφησε ψυχικά διαλυμένη. Κατά τον σκηνοθέτη, σημείο κλειδί για να αντιληφθεί ο θεατής ποια ήταν η Μαρία και ποια η Κάλλας είναι οι προσπάθειές της να διαχειριστεί την αποτυχία. Και αυτές δείχνουν έναν άνθρωπο γεμάτο αντιφάσεις, με περίσσιο πείσμα αλλά και μια αγάπη για την τυχαιότητα, δυναμικό μα όχι δυνατό, μια γυναίκα που προσπαθεί, χωρίς επιτυχία, να αποδείξει στον εαυτό της ότι η προσπάθειά της είναι αρκετή.

Δανειζόμενοι τον τίτλο μιας από τις άριες του Μπελίνι που σημάδεψαν την καριέρα της Κάλλας, θα λέγαμε πως αυτή υπήρξε μια αληθινή «Casta Diva» του παγκόσμιου πενταγράμμου. Μια απόλυτη Θεά της μουσικής και συνάμα μια γυναίκα που μιλούσε τέσσερις γλώσσες, αλλά πίστευε ότι κατέχει μόνο τη γλώσσα της μουσικής. Οι ερμηνείες της ήταν τα προσωπικά της απομνημονεύματα, η απόδειξη του μεγαλείου της και ταυτόχρονα ο μόνος τρόπος που διέθετε να επικοινωνήσει με τους δικούς της όρους. Διέθετε μια φωνή που έμοιαζε με θεϊκό χάδι στα ανθρώπινα αυτιά και λατρεύτηκε γι’ αυτήν, αλλά έζησε μια ζωή που της έλειψε η απλή, καθημερινή, πιστή αγάπη. Η Κάλλας, κατά τον Βολφ, υπήρξε θύμα ενός κόσμου που ζητά να κατασπαράξει κάθε ομορφιά και παράλληλα μια λαμπρή εξαίρεση στη μουντάδα του.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

9 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *