
Στη σκιά μιας σκοτεινής ιντερνετικής θεωρίας συνωμοσίας, μια ομάδα εκλεκτών συγκεντρώνεται για πρώτη φορά σε μια απομακρυσμένη έπαυλη για να κυνηγήσουν ανθρώπους για.. σπορ. Αλλά τα σχέδιά τους θα ανατραπούν, καθώς μία από τις «κυνηγημένες», η Κρίσταλ, γνωρίζει τους κανόνες του παιχνιδιού καλύτερα κι από τους ίδιους. Αντιστρέφει τους όρους, διαλέγοντάς τους δολοφόνους έναν-έναν, και κατευθύνεται προς τη μυστηριώδη γυναίκα που βρίσκεται στο κέντρο όλων.
Σκηνοθεσία:
Craig Zobel
Κύριοι Ρόλοι:
Betty Gilpin … Crystal
Ike Barinholtz … Staten Island
Emma Roberts … Yoga Pants
Hilary Swank … Athena
Glenn Howerton … Richard
Amy Madigan … Ma
Reed Birney … Pop
Ethan Suplee … Gary
Macon Blair … Fauxnvoy
J.C. MacKenzie … Paul
Christopher Berry … Target
Sturgill Simpson … Vanilla Nice
Kate Nowlin … Big Red
Steve Coulter … ο γιατρός
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Nick Cuse, Damon Lindelof
Παραγωγή: Jason Blum, Damon Lindelof
Μουσική: Nathan Barr
Φωτογραφία: Darran Tiernan
Μοντάζ: Jane Rizzo
Σκηνικά: Matthew Munn
Κοστούμια: David Tabbert
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: The Hunt
- Ελληνικός Τίτλος: Το Κυνήγι
Παραλειπόμενα
- Το αρχέτυπο του σεναρίου είναι το The Most Dangerous Game, ένα διήγημα του 1924 από τον Richard Connell. Είχε γίνει πρώτα ομότιτλη -και κλασική- ταινία το 1932, ενώ ακολούθησαν 12 άλλες, με γνωστότερη το Δύσκολος Στόχος (1993) με τον Jean-Claude Van Damme.
- Η ταινία ήταν προγραμματισμένη για τον Σεπτέμβριο του 2019. Μετά όμως από τα τραγικά γεγονότα μαζικών δολοφονιών στο Ντέιτον και το Ελ Πάσο, η Universal Pictures αποφάσισε να βάλει προσωρινά την ταινία στο ράφι. Διόλου τυχαία, η απόφαση αυτή ήρθε μία ημέρα μετά από μια δήλωση του Donald Trump, που χωρίς να κατονομάσει άμεσα το φιλμ, είπε ότι “Η ταινία που βγαίνει φτιάχτηκε για να αναφλέξει και να σκορπίσει πανικό. Αυτοί φτιάχνουν τη δική τους βία, και μετά προσπαθούν να ρίξουν το φταίξιμο σε άλλους”.
- Το φιλμ αναφέρεται έμμεσα στην πολιτική σκηνή των ΗΠΑ. Οι ελίτ κυνηγοί ονομάζονται deplorables (οι ανήθικοι), κάτι που προέρχεται από μια προεκλογική φράση της Hillary Clinton (basket of deplorables), αναφερόμενη στους αντιπάλους της του Trump. Πάνω σε αυτό, ο αρχικός τίτλος ήταν Red State Vs. Blue State (αν και η Universal το αρνήθηκε), αναφερόμενο φυσικά στις πολιτείες που έλεγχαν οι δημοκρατικοί και οι συντηρητικοί.
Κριτικός: Νίκος Ρέντζος
Έκδοση Κειμένου: 28/3/2020
Το Κυνήγι είναι η ταινία που προκάλεσε τεράστιες συζητήσεις στην Αμερική, πριν προλάβει να κυκλοφορήσει στους κινηματογράφους. Αρχικά αναβλήθηκε η κυκλοφορία της, τον Σεπτέμβρη του 2019, με παρέμβαση ακόμα και του ίδιου του προέδρου της χώρας, φοβούμενος ότι το περιεχόμενο θα προκαλούσε την κοινή γνώμη και θα έφερνε μεγαλύτερη αναστάτωση στο κοινωνικό σύνολο, σε μια περίοδο που η Αμερική ήταν ξανά αντιμέτωπη με μια περίπτωση μαζικών πυροβολισμών σε πολιτεία της. Έτσι, η κυκλοφορία της ταινίας μετατέθηκε για τον Μάρτιο του 2020. Δεν πρόλαβε όμως να κλείσει μια εβδομάδα στους κινηματογράφους και ήρθε η πανδημία και έκλεισε τα πάντα. Κατευθείαν λοιπόν διαδικτυακά η κυκλοφορία της ταινίας, για το μεγαλύτερο μέρος του κόσμου. Κρίμα, γιατί είναι μια από τις πιο αξιόλογες περιπτώσεις βίαιης κοινωνικοπολιτικής σάτιρας των τελευταίων ετών.
Το θέμα της ταινίας δεν είναι πρωτότυπο, αλλά ο σκηνοθέτης, Κρεγκ Ζόμπελ δίνει απίστευτη ενέργεια, και με σύμμαχο το σενάριο των Νικ Κιουζ και Ντέιμον Λίντελοφ παίζει ασταμάτητα με τα πάντα. Θεωρίες συνωμοσίας, διαδικτυακές τάσεις, ιδεολογίες και πιστεύω, ακόμα και βασικοί κινηματογραφικοί κανόνες καταπατούνται στην ταινία, για να δημιουργηθεί ένα απίστευτα διασκεδαστικό “μπέρδεμα”.
Μια ομάδα εύπορων Αμερικανών διοργανώνει κυνήγι ανθρωπίνων θηραμάτων. Τα θηράματα, πολίτες της μεσαίας κυρίως τάξης, διαφόρων ιδεολογιών, ναρκώνονται και μεταφέρονται αεροπορικώς σε άγνωστη τοποθεσία. Ξυπνούν σε ένα δάσος και πριν κατανοήσουν τι συμβαίνει, αρχίζουν να δέχονται πυρά. Μόνη βοήθεια που τους δίνεται είναι ένα κουτί γεμάτο όπλα. Από εκεί και πέρα, ο καθένας είναι αναγκασμένος να παλέψει για τη ζωή του.
Η κλασική προσέγγιση του αμερικανικού κινηματογράφου ως προς την παρουσίαση του πρωταγωνιστή μιας ταινίας είδους (τρόμου, δράσης, θρίλερ) είναι γνωστή, τόσο στον απλό θεατή όσο και σε έναν βαθύτερο γνώστη. Υπάρχουν πλάνα που μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι αυτός που παρακολουθούμε θα είναι ο πρωταγωνιστής. Το πρώτο λοιπόν πράγμα που κάνει το φιλμ του Ζόμπελ είναι να παίξει με αυτό το δεδομένο, όχι μία αλλά αρκετές φορές στα πρώτα δεκαπέντε λεπτά, δείχνοντας ξεκάθαρα ότι δεν θέλει να σατιρίσει μόνο την κοινωνική και πολιτική κατάσταση αλλά ακόμα και το ίδιο το μέσο που χρησιμοποιεί για να το κάνει αυτό. Παράλληλα φροντίζει να κάνει επίδειξη χρησιμοποίησης βίαιων σκηνών, τη μία μετά την άλλη, δείχνοντας ότι δεν θα λυπηθεί κανέναν από του ανθρώπους που βλέπουμε στην οθόνη.
Ενδιαφέρον έχει η ερμηνεία της Μπέτι Γκίλπιν. Το απολαμβάνει, παίζοντας μια τύπισσα που ξέρει από την πρώτη στιγμή ότι εδώ πρέπει να παλέψει για τη ζωή της, αλλά που δεν είναι και πολύ στα λογικά της. Το βλέμμα της, το στόμα της, ο τρόπος που λέει τις ατάκες της, όλα την κάνουν ιδανική πρωταγωνίστρια της συγκεκριμένης ταινίας.
Αχαλίνωτη σάτιρα μέχρι τέλους. Μια ταινία που δεν θέλει να πάρει κανένα μέρος ουσιαστικά, έστω κι αν κάποιος στο τέλος εμφανίζεται να είναι ο νικητής αυτού του κυνηγιού. Η ελίτ κυνηγά τους από κάτω, τη μάζα, για διαφορετικούς λόγους, που στα μάτια του καθενός φαντάζουν ως δικαιολογία για να βγάλει τα βίαια ένστικτά του. Κυνηγούν τον ναρκομανή, τον ανεκπαίδευτο, τον “δεξιό” αλλά και τον αριστερό, τον κυνηγό άγριων ζώων αλλά και τον ακτιβιστή, αυτόν που “ψάχνεται” αλλά κι αυτόν που “κάθεται”. Ένα απίστευτα διασκεδαστικό μπέρδεμα, με βασικό προτέρημα την πρόθεση της ίδιας της ταινίας να είναι “μπερδεμένη” και να παίρνει τελικά θέση, χωρίς όμως να υποστηρίζει καμία.
Βαθμολογία: