Το χρονικό της ζωής και του μεγάλου έρωτα του Όττο Μπλουμ, ενός ασυνήθιστου ανθρώπου που βιώνει τον χρόνο αντίστροφα. Προχωρώντας προς τα πίσω μέσα στα χρόνια, θυμάται μόνο το μέλλον…

Σκηνοθεσία:

Cris Jones

Κύριοι Ρόλοι:

Xavier Samuel … Otto Bloom

Rachel Ward … Δρ Ada Fitzgerald

Matilda Brown …Ada Fitzgerald (νεαρή)

Rose Riley … Suzi Noon

Terry Camilleri … Bob Simkin

Amber Clayton … Nora Baron

Jacek Koman … Miroslaw Kotok

Tyler Coppin … J.C. Tippit

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Cris Jones

Παραγωγή: Mish Armstrong, Alicia Brown, Melanie Coombs

Μουσική: Paul Gillett

Φωτογραφία: Laszlo Baranyai

Μοντάζ: Bill Murphy

Σκηνικά: Ben Morieson

Κοστούμια: Shauna Lovisetto

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: The Death and Life of Otto Bloom
  • Ελληνικός Τίτλος: Ο Θάνατος και η Ζωή του Όττο Μπλουμ

Κύριες Διακρίσεις

  • Υποψήφιο για σενάριο και σκηνικά στα εθνικά βραβεία της Αυστραλίας.

Παραλειπόμενα

  • Μεγάλου μήκους ντεμπούτο για τον Cris Jones.
  • Rachel Ward και Matilda Brown, μητέρα και κόρη, ερμηνεύουν τις δύο ηλικιακές εκδοχές της ίδιας ηρωίδας.
  • Επιστροφή στη μεγάλη οθόνη για τη Rachel Ward από το 1994.

Κριτικός: Σταύρος Γανωτής

Έκδοση Κειμένου: 20/6/2021

Λογικό είναι να πάει αμέσως το μυαλό στον Μπέντζαμιν Μπάτον, που στερεί από το φιλμ και το κυρίαρχο του όπλο, αυτό της πρωτοτυπίας. Βέβαια, από εκεί και πέρα οι δύο ταινίες δεν μοιάζουν οπτικά. Ο Μπάτον έχει την αυθεντικότητα και τη μεγάλη χολιγουντιανή παραγωγή, αλλά ο Ότο Μπλουμ είναι μια μικρή «επαρχιώτικη» κινηματογραφικά ταινία που καταφέρνει μια όμορφη σινεφιλική σπαζοκεφαλιά.

Στεκόμενος κάποιος φιλοσοφικά στον Ότο, φοβάμαι πως τα συμπεράσματα που θα βγάλει δεν είναι αυτά για τα οποία η ταινία περηφανεύεται. Όχι πως δεν έχουν μια συμπαντική δύναμη, αλλά είναι πολύ πιο απτά και κατανοητά χωρίς την εδώ εγκεφαλική καταπόνηση επί του στόρι. Το τελευταίο δεν είναι δα και φοβερό στη σύλληψη του, αλλά επειδή είναι αδύνατον για τον θεατή να το παρακολουθήσει δίχως να ζαλιστεί με την όλη ανάποδη λογική (με έναν τρόπο που το Μπάτον δεν εκμεταλλεύτηκε ποτέ), πετυχαίνει μια ιδιομορφία που χαράζει το φιλμ στη μνήμη.

Το ύφος του ψευδοντοκιμαντέρ είναι ένα από τα πλέον έξυπνα δημιουργήματα επί των κινηματογραφικών ειδών. Ο τολμηρός κι έξυπνος Cris Jones το επιλέγει εδώ ακριβώς για να απομακρυνθεί με τον λογικό συσχετισμό με τον Μπάτον, ακόμα κι αν ο παρονομαστής και των δύο ταινιών είναι η δύναμη του έρωτα, που εντέλει κρίνεται ισχυρότερη του μεταφυσικού αινίγματος. Αυτό εδώ θα το αδράξεις με όλο το πάθος που του πρέπει, με όλη την άνεση που σου στερούν τα φώτα μιας χολιγουντιανής παραγωγής, και κυρίως κοντά σε κάτι που αισθάνεσαι οικείο και συμβατό με την πραγματικότητα σου.

Η αλήθεια όμως είναι ότι χρειάστηκαν πολλά «ανεξάρτητα τρικ» για να βρει ταυτότητα μια ταινία που σου θέτει ένα περίτεχνο παζλ, αλλά εντέλει τα κομμάτια του αποκαλύπτουν κάτι το ελάχιστα περίτεχνο. Η οδός της σπαζοκεφαλιάς για την απάντηση που εντέλει δίνεται μάλλον κρίνεται σινεφιλικά ναρκισσιστική παρά αληθινά ουσιώδης. Εδώ είναι που λείπει ένα σενάριο που θα μιλούσε πιο συμβατά με το κοινό που φανερά επιλέγει να συνομιλήσει, χωρίς να χρειάζεται να χαθεί ο ρομαντισμός από το κάδρο. Ναι, το τώρα είναι το μόνο που μετράει στον ωκεανό του χρόνου, αλλά όσο και να προσπαθούμε αυτό το τώρα να το θέσουμε ως αιώνιο, φοβάμαι πως η ματαιοδοξία θα μας δώσει καταλυτικότερες απαντήσεις…

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

12 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *