Ο γάμος της πριγκίπισσας Νταϊάνας και του πρίγκιπα Καρόλου είναι καιρός που έχει «κρυώσει». Μέσα από πολλαπλές φήμες για εξωσυζυγικές σχέσεις και διαζύγιο, όλα καταλαγιάζουν αναγκαστικά προκειμένου να εορταστούν τα Χριστούγεννα στην εξοχική οικία της βασίλισσας στο Σάντρινγκχαμ. Εκεί υπάρχει φαγητό, ποτό, σκοποβολή και κυνήγι. Η Νταϊάνα ξέρει καλά το παιχνίδι. Αλλά φέτος τα πράγματα θα είναι διαφορετικά.
Σκηνοθεσία:
Pablo Larrain
Κύριοι Ρόλοι:
Kristen Stewart … πριγκίπισσα Diana (Diana Frances Spencer)
Timothy Spall … ταγματάρχης Alistar Gregory
Jack Farthing … πρίγκιπας Charles
Sean Harris … Darren McGrady
Sally Hawkins … Maggie
Jack Nielen … πρίγκιπας William
Freddie Spry … πρίγκιπας Harry
Stella Gonet … βασίλισσα Elizabeth II
Richard Sammel … πρίγκιπας Philip
Elizabeth Berrington … πριγκίπισσα Anne
Amy Manson … Anne Boleyn
James Harkness … Paul
Laura Benson … Angela
John Keogh … Michael
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Steven Knight
Παραγωγή: Maren Ade, Jonas Dornbach, Janine Jackowski, Juan de Dios Larrain, Pablo Larrain, Paul Webster
Μουσική: Jonny Greenwood
Φωτογραφία: Claire Mathon
Μοντάζ: Sebastian Sepulveda
Σκηνικά: Guy Hendrix Dyas
Κοστούμια: Jacqueline Durran
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Spencer
- Ελληνικός Τίτλος: Spencer
Άμεσοι Σύνδεσμοι
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για Όσκαρ πρώτου γυναικείου ρόλου (Kristen Stewart).
- Υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα πρώτου γυναικείου ρόλου (Kristen Stewart) σε δράμα.
- Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Βενετίας.
Παραλειπόμενα
- Μετά από 8 τηλεταινίες και την αναφορά της στη σειρά The Crown, αυτή είναι η δεύτερη κινηματογραφική βιογραφία της τραγικής πριγκίπισσας. Αυτή τη φορά, όμως, το σενάριο πιάνει τα ιστορικά πρόσωπα από μια ολότελα μυθοπλαστική οδό, υποθέτοντας το τι θα μπορούσε να έχει συμβεί τις συγκεκριμένες ημέρες που περιγράφονται. Χαρακτηριστικό είναι πως και στις δύο κινηματογραφικές περιπτώσεις, η “Νταϊάνα” δεν είναι Βρετανίδα. Στην παρούσα περίπτωση είναι Αμερικανή, ενώ στο Diana ήταν η αυστραλή Naomi Watts.
- Τα κεντρικά γυρίσματα έγιναν στην επαρχεία της Γερμανίας, για να ολοκληρωθούν στην Αγγλία.
- Η Kristen Stewart εκπαιδεύτηκε επί έξι μήνες πάνω στην προφορά της. Ο αληθινός σεφ Darren McGrady παρακολούθησε την ταινία, αποκάλεσε την ηθοποιό εκπληκτική, αλλά κι επισήμανε ότι η προφορά της ήταν ακριβής.
- Το λευκό Chanel φόρεμα της ταινίας χρειάστηκε πάνω από χίλιες ώρες δουλειάς για να ολοκληρωθεί.
- Όπως αποκάλυψε ο σεναριογράφος, ο χαρακτήρας της Μάγκι είναι αληθινός, αλλά το μέλος του προσωπικού που απεικονίζεται δεν ήθελε να φανερωθεί η ταυτότητα της.
- Παρατηρήθηκε ότι το κοινό που είδε την ταινία σε ΗΠΑ και Καναδά αποτελούνταν από 62% γυναίκες, 85% άνω των 25 ετών και 70% καυκάσιους.
- Αποτέλεσε το δεύτερο κεφάλαιο μια τριλογίας με άτυπο τίτλο Κυρίες με Τακούνια, επικεντρωμένη σε τρία γυναικεία ινδάλματα του 20ού αιώνα. Προηγήθηκε το Jackie (2016) και ακολούθησε το Maria (2024).
Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης
Έκδοση Κειμένου: 11/1/2022
Μπορεί κανείς να ψέξει το νέο φιλμ του παραγωγικότατου Pablo Larrain για το γεγονός ότι σε επίπεδο ουσίας δεν πάει πολύ μακρύτερα από το να αναπαράγει τα γνωστά, ειδικά από ταμπλόιντ εφημερίδες, περί καταπίεσης της κατά κόσμον Diana Frances Spencer εντός των πλαισίων της βρετανικής βασιλικής οικογένειας. Αυτή η κριτική όμως θα αγνοούσε κάτι πολύ σημαντικό: ο σεναριογράφος Steven Knight πρωτίστως, που συνθέτει τη συγκεκριμένη προσωπικότητα μέσα από το κείμενό του, δείχνει από το πώς τη προσεγγίζει πως την αγαπάει πραγματικά. Κοινώς, το ήθος του απέχει πάρα πολλά χιλιόμετρα από το αντίστοιχο των απανταχού (ας συγχωρεθεί ο νεολογισμός) «νταϊανολόγων» που έχτισαν μέχρι και καριέρα σε τηλεοπτικά πάνελ και αλλού εκμεταλλευόμενοι μια τραγική ιστορία. Γι’ αυτό και, μεταξύ άλλων, έχει τεράστια σπουδαιότητα το φινάλε με το οποίο επιλέγει να κλείσει, που αφαιρώντας τη μελλοντική προοπτική που ενέχει, μπορεί να διαβαστεί και ως μια πρόθεση του ίδιου να δώσει μια εναλλακτική, ευτυχή κατάληξη στη διαδρομή της Diana.
Όσο όμως κι αν η γραφή του Knight έχει τη δική της μεγάλη αξία, το «Spencer» είναι πρωτίστως μια ταινία του σκηνοθέτη της. Ο οποίος εδώ παραδίδει ένα πραγματικό κομψοτέχνημα, επιδεικνύοντας μια κατασκευαστική ακρίβεια που παραπέμπει ευθέως μέχρι και στον Kubrick, με πλάνα άψογης συμμετρίας κι επιδέξιες κινήσεις της κάμερας. Η ψυχρή τελειομανία με την οποία καταγράφει τους εσωτερικούς χώρους του Σάντρινγκχαμ κάνει έντονη αντίθεση με την τρικυμιώδη συναισθηματική κατάσταση της Diana. Σε αυτό το αποτέλεσμα συνεπικουρεί και η πλούσια, λαμπερή φωτογραφία της Claire Mathon, που σοφά, παρά το εντυπωσιακό ντεκόρ που απεικονίζει, δεν ξεχνάει να συνθέσει το κάδρο έχοντας πάντα στο επίκεντρο την αινιγματική κι εύθραυστη πριγκίπισσα. Η τεχνική του Larrain δεν αποκλίνει ούτε δευτερόλεπτο από την αποστολή της να αποτυπώσει στο πανί τη βάναυση μάχη ανάμεσα στην αδυσώπητη αυστηρότητα και προσποίηση του βρετανικού παλατιού και στον αυθεντικό χαρακτήρα μιας γυναίκας, της οποίας η δημοφιλία ήταν το μεγαλύτερο βγάλσιμο της γλώσσας απέναντι στον θεσμό που την έφερε στα άκρα όσο βρισκόταν εν ζωή. Η συνεργασία σεναριακής πένας και σκηνοθετικού ύφους συνδράμουν στη σύνθεση ενός καλαίσθητου και συγκινητικού ύμνου μιας περσόνας με αντίκτυπο αυτόνομο από αυτόν του περιβάλλοντος στο οποίο εντάχθηκε κάποτε, και σίγουρα ουσιαστικότερο.
Τα πρόσωπα στο «Spencer», εξαιρουμένης της εκλιπούσας πριγκίπισσας, κουβαλούν περισσότερο την ιδιότητα του συμβόλου παρά αυτή μιας ολοκληρωμένης προσωπικότητας, προφανώς εσκεμμένα. Από την απεχθή βλοσυρότητα του «λακέ» Timothy Spall που εκπροσωπεί ένα σύστημα ανελέητο, αποφασισμένο να επιβάλλει μια άνωθεν καθορισμένη «τάξη», μέχρι την άτεγκτη φιγούρα της βασίλισσας Ελισάβετ Β’ (ολιγόλεπτη αλλά καταλυτική η παρουσία της Stella Gonet), ένα αμετακίνητο εμπόδιο σχεδιασμένο να σταματήσει όποια δύναμη επιθυμήσει να συγκρουστεί μαζί του, όλες οι δευτερεύουσες παρουσίες συμπληρώνουν από ένα μικρό κομμάτι στο μεγάλο παζλ. Κάποιοι συμβολισμοί βέβαια που υπαγορεύονται από το σενάριο, με δεδομένο τον αταλάντευτα σινεφίλ προσανατολισμό του Larrain, ίσως θα έπρεπε εντός των συγκεκριμένων πλαισίων να είναι λιγότερο κραυγαλέοι (για παράδειγμα, το «φάντασμα» της Anne Boleyn, με τον παραλληλισμό να είναι εμφανής).
Η δουλειά της Kristen Stewart στον δύσκολο ρόλο που καλείται να ενσαρκώσει είναι πραγματικά ξεχωριστή, για μια πληθώρα λόγων. Ενώ κινησιολογικά και φωνολογικά είναι άκρως πιστή στο πρόσωπο που υποδύεται, ταυτόχρονα εκπέμπει έναν δικό της αέρα, που απεγκλωβίζει το πορτρέτο της από τα στεγανά της απλής μίμησης, και ουσιαστικά είναι σαν να διαβάζει από μια νέα σκοπιά τη λαοφιλή πριγκίπισσα. Στην ερμηνεία της συνδυάζονται τόσο η επαναστατικότητα ενός ατόμου υπερβολικά αντισυμβατικού για να προσαρμοστεί στα πλαίσια μιας αντιδραστικής συνθήκης, όσο και η τρωτότητα μιας γυναίκας που βάλλεται από παντού. Πρόκειται για μια προσπάθεια απόλυτα επιτυχημένη, που δεν αρκείται στο να ανταποκριθεί στις αναμενόμενες ακαδημαϊκές απαιτήσεις, αλλά στοχεύει και για την υπέρβαση, όπως άλλωστε και το ίδιο το φιλμ εν γένει.
Σε τελική ανάλυση, το «Spencer» καταφέρνει όχι μόνο να σταθεί με απόλυτο σεβασμό απέναντι στο θέμα του, αλλά και να το παρουσιάσει με μια αιθέρια, καλλιτεχνίζουσα κομψότητα που αποτίνει έναν όμορφο φόρο τιμής στην Diana. Δεν είναι μια βιογραφική ταινία με τη συμβατική έννοια του όρου, για αυτό κιόλας τόσο αξιομνημόνευτη. Τόσο ο Larrain όσο και ο Knight καταλαβαίνουν απόλυτα τις ευαίσθητες ισορροπίες που πρέπει να τηρήσουν, για αυτό φροντίζουν να λειτουργήσει η δημιουργία τους ως μια εγκάρδια ευχαριστήρια επιστολή σε μια από τις πιο επιδραστικές λαϊκές φιγούρες στην ιστορία του Ηνωμένου Βασιλείου, και όχι ως ένα αδιάκριτο ψυχογράφημα. Είναι ενδεικτικό άλλωστε πως και οι στιγμές που ανοίγουν ένα «παράθυρο» στις ενδόμυχες σκέψεις της πριγκίπισσας είναι δοσμένες με μεγάλη προσοχή.
Βαθμολογία: