Δύο άντρες με κοινό παρελθόν, αλλά αντιδιαμετρικά αντίθετη εξέλιξη στα δύο άκρα του νόμου, συναντιούνται έπειτα από χρόνια σε έναν οικισμό της Άγριας Δύσης. Η επανασύνδεσή τους φέρνει στο φως καταπιεσμένα πάθη, πυροδοτώντας ένα νοσταλγικό ταξίδι στην εποχή της νιότης. Όταν όμως το επόμενο πρωί αποκαλύπτονται τα πραγματικά κίνητρα του ξανασμίγματός τους, η αιματηρή σύγκρουση μεταξύ τους μοιάζει αναπόφευκτη. Εκτός κι αν κερδίσει η αγάπη…

Σκηνοθεσία:

Pedro Almodovar

Κύριοι Ρόλοι:

Pedro Pascal … Silva

Ethan Hawke … Jake

Jose Condessa … Silva (νεαρός)

Jason Fernandez … Jake (νεαρός)

Sara Salamo … Conchita

George Steane … Joe

Manu Rios … ο τραγουδιστής

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Pedro Almodovar

Παραγωγή: Agustin Almodovar, Esther Garcia

Μουσική: Alberto Iglesias

Φωτογραφία: Jose Luis Alcaine

Μοντάζ: Teresa Font

Σκηνικά: Antxon Gomez

Κοστούμια: Anthony Vaccarello

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Extrana Forma de Vida
  • Ελληνικός Τίτλος: Οι Παράξενοι Δρόμοι της Ζωής
  • Διεθνής Τίτλος: Strange Way of Life

Παραλειπόμενα

  • Μόλις η δεύτερη αγγλόφωνη ταινία για τον Pedro Almodovar, με την πρώτη, το The Human Voice (2020), να τυγχάνει ομοίως μικρού μήκους.
  • Με την El Deseo του ισπανού δημιουργού συνεργάστηκε στην παραγωγή η φίρμα Yves Saint Laurent (πρώτη για την εταιρία αναλαμβάνεται τέτοιος ρόλος), με τον κεντρικό τους σχεδιαστή, τον Anthony Vaccarello, να αναλαμβάνει τα περίτεχνα κοστούμια.
  • Τα γυρίσματα έγιναν στην Αλμερία και συγκεκριμένα στην έρημο Ταμπέρνας, τη μόνη έρημο σε ευρωπαϊκό έδαφος. Εκεί είχε γυρίσει ο Sergio Leone την περίφημη σπαγγέτι-γουέστερν Τριλογία του Δολαρίου.
  • Ο Ethan Hawke γίνεται ο δεύτερος μόλις αμερικανός ηθοποιός που συνεργάζεται με τον Almodovar. Ο Peter Coyote του Κίκα (1993) ήταν ο πρώτος.
  • Σε μικρό ρόλο καουμπόη ο ηθοποιός και σκηνοθέτης Βασίλης Παπαθεοχάρης, μόνιμος κάτοικος Ισπανίας.
  • Η διανομή στις ελληνικές αίθουσες συνοδεύεται από 30λεπτη συνέντευξη του Pedro Almodovar.

Μουσικά Παραλειπόμενα

  • Ο τίτλος προέρχεται από διάσημο φάντο από τη δεκαετία του 1960, με ερμηνεύτρια την Amalia Rodrigues. Επί της ταινίας ακούγεται από τον βραζιλιανό Caetano Veloso, που ντουμπλάρει τη φωνή του Manu Rios.

Κριτικός: Φίλιππος Χατζίκος

Έκδοση Κειμένου: 2/11/2023

Η αγγλόφωνη άσκηση του Πέδρο Αλμοδόβαρ θυμίζει περισσότερο μισάωρη μείξη ιδεών παρά δραματουργικά ολοκληρωμένη δημιουργία. Ο σερίφης μιας μικρής πόλης στην έρημο που βρίσκεται στα νότια των ΗΠΑ υποδέχεται έναν καουμπόι, παλιό συνοδοιπόρο και εραστή του. Σύντομα αποκαλύπτεται ότι ο σκοπός της επίσκεψής του τελευταίου δεν είναι απλώς η ικανοποίηση της νοσταλγικής επιθυμίας για επανένωση με το παρελθόν, αλλά κάτι που θα φέρει τους δύο άνδρες σε σύγκρουση. Ο σερίφης είναι έτοιμος να προβεί στη σύλληψη του γιου του καουμπόι για ένα έγκλημα που διέπραξε και ο καουμπόι θα επιχειρήσει να τον εμποδίσει.

Η πρώτη επαφή του ισπανού δημιουργού με το γουέστερν γίνεται με τους δικούς του κυρίαρχους όρους. Στα χέρια του, το genre που καθορίστηκε από την αρρενωπότητα όσο κανένα άλλο μετατρέπεται σε μελόδραμα που αποκαθηλώνει το machismo της Άγριας Δύσης σχεδόν περιπαικτικά. Οι προφανείς ομοιότητες με το κεφαλαιώδες Brokeback Mountain υπερβαίνουν κατά πολύ την ερωτική επαφή των δύο ανδρών. Όπως και στο φιλμ του Ανγκ Λι, οι δύο άνδρες πέρασαν μία ζωή θρηνώντας τον χαμένο έρωτά τους, βυθισμένοι στον βουβό πόνο του ανεκπλήρωτου, καταδικασμένοι να ζουν έχοντας πάρει μια γεύση από τη ζωή που τους στερήθηκε βίαια.

Εν προκειμένω, όμως, η ένταση ανάμεσά τους μοιάζει τεχνητή, ενταγμένη σε ένα σενάριο που βιάζεται να αποκαλύψει το backstory σαν να πρέπει να μαζευτούν τα απλοϊκά σκηνικά και να παραδοθεί η ταινία. Η φυσικότητα, ομολογουμένως, δεν είναι μέρος του αλμοδοβαρικού φιλμικού κόσμου, ωστόσο το Strange Way of Life δείχνει να πέφτει στο κενό ανάμεσα στο ακραίο, ειρωνικό στυλιζάρισμα και το προχειροφτιαγμένο της κατασκευής. Οι ιδέες δεν λείπουν, μάλλον το αντίθετο, δηλαδή πνίγονται σε μια αφήγηση που εμφανίζει τα θέματα άγαρμπα. Η πνιγηρή συνθήκη της καταπιεσμένης σεξουαλικότητας μέσα από δύο πρώην εραστές που βρίσκουν ζωή στο βλέμμα μόνο όταν κοιτιούνται, η οικογένεια που τους κρατά δέσμιους και μακριά από την ευτυχία, η αίσθηση καθήκοντος που μπορεί να φτάσει μέχρι το σημείο της συναισθηματικής αυτοκαταστροφής είναι μόνο μερικά ενδιαφέροντα στοιχεία που συναντάμε στο κείμενο της ταινίας. Αλλά κανένα από αυτά δεν βρίσκει τον δρόμο για την καρδιά του κοινού, καθώς ο αντίκτυπός τους περιορίζεται σημαντικά από την αδυναμία της αφήγησης να δώσει τον αναγκαίο χρόνο (και να αφαιρέσει τα περιττά λόγια) για την ανάπτυξη της χαρακτηρολογίας.

Αυτό είναι περισσότερο αισθητό στο φινάλε: μια λύση που είναι εύστοχη ως προς τους όρους της δραματουργίας πληγώνεται από τη βεβιασμένη και άνευρη εκτέλεση. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι η σφραγίδα του Αλμοδόβαρ απουσιάζει από την ταινία. Η παιχνιδιάρικη ματιά του είναι πάντα παρούσα, η καρικατούρα του Ίθαν Χοκ συνθέτει ένα ενδιαφέρον δίπολο με την ευαίσθητη προσέγγιση του Πέδρο Πασκάλ, η παλέτα των χρωμάτων είναι ολοζώντανη και απαστράπτουσα. Απλώς, τα σκάρτα 31 λεπτά της ταινίας είναι προδήλως ανεπαρκή για να χωρέσουν το αισθητικό του αποτύπωμα, τη σαρκαστική αποδόμηση του κινηματογραφικού είδους και τις ποικίλες θεματικές της αφήγησης. Εντέλει, μοιάζει περισσότερο με διασκεδαστική κινηματογραφική μπροσούρα μιας ολοκληρωμένης ταινίας που δεν είδαμε ποτέ παρά με ένα αυθύπαρκτο δημιούργημα.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

10 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *