
Με Σειρά Εξαφάνισης
- Kraftidioten
- In Order of Disappearance
- 2014
- Νορβηγία
- Νορβηγικά, Σουηδικά, Δανικά, Αγγλικά. Σερβικά, Γερμανικά
- Γκανγκστερική, Δράσης, Θρίλερ, Μαύρη Κωμωδία, Νουάρ
- 02 Απριλίου 2015
Ο Νιλς ζει στο Μπεϊτονστόλεν, είναι παντρεμένος με την Γκοντρούν κι έχει έναν γιο, τον Ίνγκβαρ, που λείπει για σπουδές στο Όσλο. 45 ετών και δηλώνει ευτυχισμένος, εργάζεται ως οδηγός εκχιονιστήρα, υπεύθυνος να διατηρεί καθαρό τον δρόμο της περιοχής του. Πρόσφατα ανακηρύχτηκε πολίτης της χρονιάς στο Μπεϊτονστόλεν και περιμένει τη σύνταξη του και μερικά εγγόνια, πάντα κοιτώντας με ασφαλή τρόπο τη ζωή. Τότε, όμως, λαμβάνει ένα τηλεφώνημα που του γνωστοποιεί ότι ο γιος του πέθανε από υπερβολική δόση ηρωίνης. Η θλίψη του μετατρέπεται σε οργή για εκδίκηση και ο Νιλς βρίσκεται ξάφνου στο μέσο ενός πολέμου εμπόρων ναρκωτικών, στον οποίο ο «κόμης» μάχεται την αντίπαλη σερβική μαφία. Ο ειδυλλιακός παράδεισος του Μπεϊτονστόλεν έχει πλέον μετατραπεί σε εμπόλεμη ζώνη.
Σκηνοθεσία:
Hans Petter Moland
Κύριοι Ρόλοι:
Stellan Skarsgard … Nils Dickman
Pal Sverre Hagen … Ole ‘Greven’ Forsby
Bruno Ganz … ‘Papa’ Popovic
Birgitte Hjort Sorensen … Marit
Anders Baasmo Christiansen … Geir
Hildegun Riise … Gudrun Dickman
Peter Andersson … Egil ‘Wingman’ Dickman
Jakob Oftebro … Aaron ‘Junior’ Horowitz
Sergej Trifunovic … Nebosja Mihajlovic
Tobias Santelmann … Finn Heimdahl
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Kim Fupz Aakeson
Στόρι: Finn Gjerdrum
Παραγωγή: Finn Gjerdrum, Stein B. Kvae
Μουσική: Brian Batz, Kaspar Kaae, Kare Vestrheim
Φωτογραφία: Philip Ogaard
Μοντάζ: Jens Christian Fodstad
Σκηνικά: Jorgen Stangebye Larsen
Κοστούμια: Anne Pedersen
Κυριότερη Προβολή στην Ελλάδα: Διανομή στις αίθουσες.
- Παγκόσμια Κριτική Αποδοχή (Μ.Ο.): Θετική.
Τίτλοι
Αυθεντικός Τίτλος: Kraftidioten
Ελληνικός Τίτλος: Με Σειρά Εξαφάνισης
Διεθνής Τίτλος: In Order of Disappearance
Άμεσοι Σύνδεσμοι
Ψυχρή Καταδίωξη (2019)
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για πρώτο αντρικό ρόλο (Pal Sverre Hagen) στα Amanda, τα εθνικά βραβεία της Νορβηγίας.
- Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Βερολίνου.
Παραλειπόμενα
- Το 2019, ο ίδιος σκηνοθέτης γύρισε εκ νέου το σενάριο ως αγγλόφωνο, με πρωταγωνιστή τον Liam Neeson.
Εξωτερικοί Σύνδεσμοι
Κριτικός: Φίλιππος Χατζίκος
Έκδοση Κειμένου: 31/3/2015
Το σκανδιναβικό σινεμά κερδίζει συνεχώς έδαφος στο παγκόσμιο κινηματογραφικό στερέωμα. Ταινίες όπως το πρόσφατο Ανωτέρα Βία ή το Ισως, Αύριο της Susanne Bier, που αναλύουν σε βάθος τα πρότυπα των αντίστοιχων κοινωνιών, τα οποία προωθούνται στην υπόλοιπη Ευρώπη ως υποδειγματικά, φανερώνουν στους θεατές μια πληρέστερη της προβαλλόμενης εικόνας περί του τι εστί τελικά σκανδιναβικό κοινωνικό μοντέλο και κατά πόσο αυτό δικαιώνει τους διθυράμβους των λοιπών Ευρωπαίων. Αυτό είναι και ο χαρακτήρας της παρούσας ταινίας.
Τοποθετημένος στο πάλλευκο τοπίο της Νορβηγίας, ο σουηδός εκχιονιστής Nils (Stellan Skarsgard) ενσαρκώνει την υποκριτική θεωρία του τέλειου μετανάστη: κάνει τη δουλειά του τίμια κι αταλάντευτα, χωρίς να διαφέρει σε τίποτα από έναν νορβηγό πολίτη. Του αποδίδεται μάλιστα ο τίτλος του πολίτη της χρονιάς! Όταν όμως ο γιος του δολοφονείται σ` ένα τραγελαφικό μαφιόζικο ξεκαθάρισμα, η αστυνομία βιάζεται να θέσει την υπόθεση στο αρχείο και έτσι ο Nils αναλαμβάνει δράση. Αποφασίζει να εκδικηθεί τον θάνατο του μονάκριβού του και αρχίζει να εκτελεί έναν-έναν όσους εμπλέκονται σε αυτόν, σημαίνοντας την έναρξη ενός κύκλου στυγνών φόνων, στον οποίο λαμβάνουν μέρος το εγχώριο καρτέλ ναρκωτικών, υπό την ηγεμονία του γραφικού νεόπλουτου Greven (Pal Sverre Hagen), αλλά και το σερβικό αντίπαλο δέος, με τον απολαυστικό Bruno Ganz στον ρόλο του ολιγόλογου μαφιόζου Papa.
Το νήμα της πλοκής εκτυλίσσεται με τον πλέον ενδιαφέροντα τρόπο: η ταινία ξεκινάει σαν μία ακόμα ιστορία εκδίκησης, έστω πιο κωμική, και πάνω που ο θεατής ετοιμάζεται να αναφωνήσει «άλλη μια ταινία για έναν μεσήλικα μακελάρη», γενικεύει έξυπνα το περιεχόμενό της. Με άλλα λόγια, οι ενέργειες αυτοδικίας του αρχικού πρωταγωνιστή αποτελούν απλώς τον καταλύτη της γελοιοποίησης μιας ψευδεπιγράφως ευημερούσας κοινωνίας, καθώς, κατά την εξέλιξη της ιστορίας, φανερώνονται σταδιακά τα ρατσιστικά, σεξιστικά και πάσης άλλης φύσεως στερεότυπα που γιγαντώνονται, στην πορεία προς την ηθική απονέκρωση.
Αν τώρα κανείς προσθέσει στην εξίσωση την αδιάκοπη χρήση ωμότατης βίας, το πικρό χιούμορ και τους ακραία στερεοτυπικούς χαρακτήρες, προκύπτει μια αναμφίβολα απολαυστική, κατάμαυρη κωμωδία. Με άρωμα αδερφών Κοέν στη σκηνοθετική και αισθητική προσέγγιση και μια ταραντινική νότα στους διαλόγους, ο Hans Petter Moland δημιουργεί μια πολυεπίπεδη ταινία που καταγγέλλει με ένταση την υποκρισία των προηγμένων βορείων, η οποία μοιάζει να κρύβει τη φασίζουσα υπεροπτική νοοτροπία τους κάτω από το στατικό χαλί της ευημερίας.
Το μοναδικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η ταινία είναι η ρυθμική αστάθεια, που την καθιστά ακόμα πιο απαιτητική από ό,τι ήδη εξ ορισμού είναι. Το πείραμα της απόσυρσης της βασικής ιστορίας από το προσκήνιο είναι παράτολμο, και πιθανώς, σε συνδυασμό με τις διαρκείς σκληρές εικόνες, να κάνει τον θεατή να χάσει το ενδιαφέρον του. Παρόλ’ αυτά, οι κωμικοί διάλογοι και η απρόοπτη εξέλιξη των γεγονότων τον επαναφέρουν σε εγρήγορση και η ταινία καταφέρνει τελικά να κυλήσει σχετικά ομαλά.
Εν ολίγοις, πρόκειται για ένα πολυεπίπεδο φιλμ που θα ικανοποιήσει σ` έναν βαθμό αυτούς που θέλουν να απολαύσουν cult αιματηρές καταστάσεις, πολύ περισσότερο όμως αυτούς που ενδιαφέρονται να διαβάσουν ανάμεσα στις γραμμές της βίας και του μαύρου χιούμορ. Σε κάθε περίπτωση, η έξυπνη σάτιρα και τα σαγηνευτικά χιονισμένα τοπία αρκούν ώστε να αποτελέσει η ταινία μια θελκτική κινηματογραφική πρόταση.
Βαθμολογία: