
Η Γκλόρια είναι μια απελευθερωμένη, χωρισμένη γυναίκα, που περνάει τον χρόνο της ανάμεσα στη ρουτίνα της πρωινής της δουλειάς και στις νύχτες της που είναι γεμάτες χορό και διασκέδαση σε κλαμπ του Λος Άντζελες. Μετά τη συνάντησή της με τον Άρνολντ σε μια έξοδο, βρίσκει τον εαυτό της συμμέτοχο ενός νέου ρομάντζου, αλλά στριμωγμένη ανάμεσα στη χαρά του έρωτα, και στις επιπλοκές που της δημιουργεί η οικογένεια, το φλερτ και οι υποχρεώσεις της.
Σκηνοθεσία:
Sebastian Lelio
Κύριοι Ρόλοι:
Julianne Moore … Gloria Bell
John Turturro … Arnold
Michael Cera … Peter
Caren Pistorius … Anne
Brad Garrett … Dustin Mason
Jeanne Tripplehorn … Fiona Mason
Rita Wilson … Vicky
Sean Astin … Jeremy
Holland Taylor … Hillary Bell
Chris Mulkey … Charlie
Alanna Ubach … Veronica
Barbara Sukowa … Melinda
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Alice Johnson Boher, Sebastian Lelio
Παραγωγή: Juan de Dios Larrain, Pablo Larrain, Sebastian Lelio, Mark Levinson
Μουσική: Matthew Herbert
Φωτογραφία: Natasha Braier
Μοντάζ: Soledad Salfate
Σκηνικά: Dan Bishop
Κοστούμια: Stacey Battat
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Gloria Bell
- Ελληνικός Τίτλος: Γκλόρια
Άμεσοι Σύνδεσμοι
- Gloria (2013)
Σεναριακή Πηγή
- Σενάριο: Gloria των Sebastian Lelio, Gonzalo Maza
Παραλειπόμενα
- Ριμέικ του χιλιανικού Gloria του 2013, και πάλι από τον ίδιο σκηνοθέτη.
- Ο ρόλος του Τζέρεμι αρχικά είχε δοθεί στον Corey Feldman. Όταν όμως εκείνος είδε ότι δεν έβγαινε το πρόγραμμα του, αντιπρότεινε στη θέση του τον καλό του φίλο Sean Astin.
- Έκανε πρεμιέρα στο φεστιβάλ του Τορόντο τον Σεπτέμβρη του 2018, αλλά δεν πήρε διανομή πριν από τον Μάρτη του 2019.
Κριτικός: Δημήτρης Κωνσταντίνου-Hautecoeur
Έκδοση Κειμένου: 4/7/2019
Μετά το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας για τη «Φανταστική Γυναίκα» και το αγγλόφωνο ντεμπούτο του «Ανυπακοή», ο χιλιανός Sebastian Lelio “παθαίνει” Michael Haneke και ξαναγυρίζει το δικό του «Gloria» (2013) στις ΗΠΑ, με πρωτοκλασάτο χολιγουντιανό καστ. Η νέα «Γκλόρια» αποτελεί πιστότατο ριμέικ της παλιάς, κι ίσως να μην αισθανθείτε ότι βλέπετε κάτι καινούριο αν έχετε ξεκάθαρη μνήμη του ορίτζιναλ. Κι όμως, παρόλο που στα χαρτιά η αμερικανική βερσιόν δεν μας πιάνει αδιάβαστους, η «αμερικανοποίηση» της ιστορίας αποδεικνύεται μια ιδιαιτέρως ευφυής κίνηση, όχι μόνο ως μάρκετινγκ αλλά κι ως προς την κινηματογραφική της ουσία.
Η οικειότητα των φυσιογνωμιών μιας Julianne Moore κι ενός John Turturo βοηθούν να γίνει το φιλμ όχι απλώς πιο προσβάσιμο στο ευρύ κοινό, μα και πιο οικουμενικό σαν θέμα, ανάγοντας την Γκλόρια και τον Άρνολντ σε ένα επίπεδο χαρακτήρων-συμβόλων, αντί δύο μεμονωμένων, εξειδικευμένων προσωπικοτήτων. Αντίστοιχα και η μεταφορά της ιστορίας στην παγκόσμια πρωτεύουσα του λεγόμενου δυτικού πολιτισμού ενισχύει την αίσθηση μιας αφήγησης κοινωνικής κι όχι απλώς προσωποκεντρικής, μιας πικρόχολης απεικόνισης του προτύπου της «δυτικής ευτυχίας», που εδώ αισθανόμαστε ακόμα πιο έντονα -κι επώδυνα- ότι μας αφορά.
Ο Lelio, παρά το νέο σέτινγκ, δεν συμβιβάζει καθόλου τη φωνή του στα πλαίσια της χολιγουντιανής προσβασιμότητας. Ίσα-ίσα, η θέαση αιφνιδιάζει με το πόσο άβολη κατορθώνει-τολμά να γίνει, διατηρώντας μια ψυχογραφική αιχμή που σπάνια θα αφήναμε τόσο απλόχερα να πλησιάσει την εσωτερική μας σκοτεινιά. Η ειλικρινής, μα κι αλύπητη εξερεύνηση της περιπλοκότητας των ανθρώπινων σχέσεων μάς φέρνει αντιμέτωπους με ερωτήματα που δεν σέβονται τον προσωπικό μας χώρο στην αίθουσα, αφήνοντάς μας να στριφογυρνάμε στο κάθισμα -με αποκορύφωμα την αξέχαστα ψυχοφθόρα σκηνή του οικογενειακού δείπνου. Η υπαρξιακά συγχυσμένη παρουσία του ατόμου μέσα σε μια δυτική κοινωνία που στρέφει το βλέμμα αλλού με την πρώτη ευκαιρία, διαφαίνεται ως υπόβαθρο των προβληματισμών της Γκλόρια, που σε μια κρίση μέσης ηλικίας, πασχίζει να οδηγηθεί στη -λυτρωτική- αποδοχή της υπαρξιακής μοναξιάς.
Διανθισμένο με οπτικούς κι αφηγηματικούς συμβολισμούς (η γάτα, οι μπάλες του πέιντμπολ), εξαιρετικά γυρισμένο από τη φωτογράφο του «Neon Demon» Natasha Braier κι αριστουργηματικά ερμηνευμένο από το διάσημο καστ με προεξέχουσα μια Julianne Moore που εξαφανίζεται πλήρως μέσα σε έναν ρόλο της διπλανής πόρτας, το «Γκλόρια» είναι ψυχολογικά αιχμηρό και κοινωνικά ευαίσθητο, αφηγηματικά εσωτερικό και συναισθηματικά έντονο. Ένα άβολο, όσο και σιωπηλά καθαρτικό ενδοσκοπικό ρόλερ-κόστερ.
Βαθμολογία: