
Η αποπνικτική καλοκαιρινή ζέστη έχει καταπνίξει τα οικήματα σε ένα μικροαστικό προάστιο της Ρώμης. Οι οικογένειες εκεί μοιάζουν να μην ανήκουν πουθενά. Υπάρχει μια μυστηριώδης αίσθηση ανησυχίας, που ανά πάσα στιγμή μπορεί να προκαλέσει έκρηξη. Οι γονείς συνεχώς αναθεματίζουν που δεν ζουν σε ένα καλύτερο προάστιο, με τη ζωή που ονειρευόντουσαν όλο και να απομακρύνεται. Αλλά οι αληθινοί πρωταγωνιστές είναι τα παιδιά τους, όπου βρίσκονται στο επίκεντρο ενός κύματος έτοιμου να παρασύρει σε ολική κατάρρευση όλη τη γειτονιά.
Σκηνοθεσία:
Damiano D’Innocenzo
Fabio D’Innocenzo
Κύριοι Ρόλοι:
Elio Germano … Bruno Placido
Barbara Chichiarelli … Dalila Placido
Lino Musella … καθηγητής Bernardini
Gabriel Montesi … Amelio Guerrini
Max Malatesta … Pietro Rosa
Tommaso Di Cola … Dennis Placido
Giulietta Rebeggiani … Alessia Placido
Justin Korovkin … Geremia Guerrini
Giulia Melillo … Viola Rosa
Laura Borgioli … Ada Tartaglia
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Damiano D’Innocenzo, Fabio D’Innocenzo
Παραγωγή: Agostino Sacca, Giuseppe Sacca
Φωτογραφία: Paolo Carnera
Μοντάζ: Esmeralda Calabria
Σκηνικά: Paolo Bonfini, Emita Frigato, Paola Peraro
Κοστούμια: Massimo Cantini Parrini
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Favolacce
- Ελληνικός Τίτλος: Παραμύθια με Άσχημο Τέλος
- Διεθνής Τίτλος: Bad Tales
Κύριες Διακρίσεις
- Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Βερολίνου. Βραβείο σεναρίου.
- Υποψήφιο για σενάριο στα Ευρωπαϊκά Βραβεία.
- Βραβείο μοντάζ στα David di Donatello. Υποψήφιο για καλύτερη ταινία, σκηνοθεσία, δεύτερο αντρικό ρόλο (Gabriel Montesi και Lino Musella), δεύτερο γυναικείο ρόλο (Barbara Chichiarelli), σενάριο, παραγωγή, φωτογραφία, σκηνικά, ήχο, κομμώσεις και βραβείο νεότητας.
Κριτικός: Σπύρος Δούκας
Έκδοση Κειμένου: 4/3/2020
Τα αδέρφια D’ Innocenzo του “Boys Cry” συνεχίζουν τη δημιουργική τους πορεία με μια εξαίσια στροφή προς τη μαύρη κωμωδία. Με αφετηρία την ιταλική οικογένεια, επικεντρώνονται στην παιδική οπτική γωνία, την οποία ακτινογραφούν μέσα από έναν σουρεάλ παραμορφωτικό φακό, και οι εικόνες τους μοιάζουν τόσο απόκοσμες, όσο και απρόσμενα γνώριμες. Μεταβαίνοντας από την οικογένεια στην κοινωνία, έχουμε ως επίκεντρο μελέτης μια γειτονιά ενός προαστίου της Ρώμης. Οι συμπεριφορές των ενηλίκων είναι κωμικές και υπερβολικές, με μια υφή γκροτέσκου, ενώ τα παιδιά, παγιδευμένα στη σύγχυση των γονέων τους και κουβαλώντας τα βάρη που εκείνοι αφήνουν πάνω τους, προσπαθούν απελπισμένα να νοηματοδοτήσουν τα βιώματά τους.
Οι D’ Innocenzo ξεκινούν με ένα ύφος κλασικής, λαϊκής ιταλικής κωμωδίας. Πάντα όμως το εμπλουτίζουν με κάτι παραπάνω, μέσα από δράσεις και κινήσεις που εμπεριέχουν και το τραγικό πέραν του κωμικού. Το μαγικό στοιχείο είναι πως η τραγική διάσταση δεν είναι άμεσα αντιληπτή, αλλά μένει αιωρούμενη στην ατμόσφαιρα. Είναι σαν να μην μπορείς να αποκωδικοποιήσεις άμεσα τις εικόνες, αλλά να μένεις πάντα με την απορία του «τι κρύβεται πραγματικά από πίσω». Και τελικά, αυτό που κρύβεται δεν είναι άλλο από το τραγικό, αυτό που η ίδια η ταινία, όπως και η μικρή κοινωνία που απεικονίζεται, προσπαθεί να συγκαλύψει.
Το “Bad Tales” θα λέγαμε εύκολα πως είναι μια ιταλική εκδοχή του «Κυνόδοντα». Παρόμοιο νόημα, αντίστοιχη ενδελεχής μελέτη της οικογένειας μέσα από μια παραμορφωτική σκοπιά. Η διαφορά είναι πως εδώ δεν έχουμε ένα τόσο αυστηρό δοκίμιο, αλλά μια πιο ελεύθερη έκφραση, αποτυπωμένη μέσα από μικρές ιστορίες και μια ξεκάθαρη εθνική ταυτότητα. Αν βέβαια υπάρχει ένα θέμα σε αυτό, είναι η αποσπασματική αφήγηση που μοιάζει με διακεκομμένα σκετς και δεν δίνει ποτέ την αίσθηση ενός ενιαίου, συνεκτικού έργου, που ίσως να ήταν ακόμα πιο δυνατό. Η δημιουργική αρετή σε αυτό, όμως, είναι η έκπληξη. Στο μεγαλύτερο μέρος παρακολουθούμε τη σχεδόν ανιαρή καθημερινότητα απλών ανθρώπων, μέχρι που στο τέλος όλα ανατρέπονται, και το σενάριο αποδεικνύει πως όσα είδαμε δεν είναι η νόρμα, αλλά η πηγή του κακού.
Πρόκειται για μια πραγματικά καλή και ιδιαίτερη περίπτωση έργου, που κέρδισε την προσοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του Βερολίνου, μαζί με το βραβείο σεναρίου.
Βαθμολογία: