Η Εξουσία του Σκύλου
- The Power of the Dog
- 2021
- Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία
- Αγγλικά
- Αισθηματική, Γουέστερν, Δραματική, Δραματικό Θρίλερ, Εποχής
- 18 Νοεμβρίου 2021
Ο χαρισματικός κτηνοτρόφος Φιλ Μπέρμπανκ προκαλεί φόβο και θαυμασμό στους γύρω του. Όταν ο αδελφός του φέρνει στο σπίτι τη νέα του γυναίκα και τον γιο της, ο Φιλ τούς βασανίζει μέχρι που έρχεται αντιμέτωπος με το ενδεχόμενο να ερωτευτεί.
Σκηνοθεσία:
Jane Campion
Κύριοι Ρόλοι:
Benedict Cumberbatch … Phil Burbank
Kirsten Dunst … Rose Gordon
Jesse Plemons … George Burbank
Kodi Smit-McPhee … Peter Gordon
Thomasin McKenzie … Lola
Genevieve Lemon … Κα Lewis
Keith Carradine … κυβερνήτης Edward
Frances Conroy … η γηραιά κυρία
Adam Beach … Edward Nappo
Sean Keenan … Sven
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Jane Campion
Παραγωγή: Jane Campion, Iain Canning, Roger Frappier, Tanya Seghatchian, Emile Sherman
Μουσική: Jonny Greenwood
Φωτογραφία: Ari Wegner
Μοντάζ: Peter Sciberras
Σκηνικά: Grant Major
Κοστούμια: Kirsty Cameron
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: The Power of the Dog
- Ελληνικός Τίτλος: Η Εξουσία του Σκύλου
Σεναριακή Πηγή
- Μυθιστόρημα: The Power of the Dog του Thomas Savage.
Κύριες Διακρίσεις
- Όσκαρ σκηνοθεσίας. Υποψήφιο για καλύτερη ταινία, πρώτο αντρικό ρόλο (Benedict Cumberbatch), δεύτερο αντρικό ρόλο (Jesse Plemons και Kodi Smit-McPhee), δεύτερο γυναικείο ρόλο (Kirsten Dunst), διασκευασμένο σενάριο, μουσική, φωτογραφία, μοντάζ, σκηνικά και ήχο.
- Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ταινίας (δράμα), σκηνοθεσίας και δεύτερου αντρικού ρόλου (Kodi Smit-McPhee). Υποψήφιο για πρώτο αντρικό ρόλο (Benedict Cumberbatch) σε δράμα, δεύτερο γυναικείο ρόλο (Kirsten Dunst), σενάριο και μουσική.
- Βραβείο Bafta καλύτερης ταινίας και σκηνοθεσίας. Υποψήφιο για πρώτο αντρικό ρόλο (Benedict Cumberbatch), δεύτερο αντρικό ρόλο (Jesse Plemons και Kodi Smit-McPhee), σενάριο, μουσική και φωτογραφία.
- Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Βενετίας. Βραβείο σκηνοθεσίας.
- Ειδικό βραβείο στο φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν.
Παραλειπόμενα
- Επιστροφή στον κινηματογράφο για την Jane Campion από το 2009 και το Bright Star.
- Αρχικά είχε ανακοινωθεί η Elisabeth Moss για τον πρώτο γυναικείο ρόλο.
- Ο Paul Dano πλησίασε κοντά στο να βρίσκεται στο καστ, αλλά λόγω του The Batman χρειάστηκε να κάνει πίσω, παρά την προσπάθεια του να συμβιβάσει τις δύο αυτές δουλειές.
- Όταν διακόπηκαν στη Νέα Ζηλανδία τα γυρίσματα, Cumberbatch, Dunst και Plemons παρέμειναν εκεί μέχρι να περάσει το lockdown.
- Πριν την ενσωμάτωση στην πλατφόρμα του Netflix, προηγείται έξοδος στις αίθουσες.
Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης
Έκδοση Κειμένου: 8/11/2021
«Σκληρό καρύδι» το φιλμ με το οποίο επιστρέφει στα κινηματογραφικά δρώμενα η Jane Campion, πάνω από μία δεκαετία μετά το «Bright Star» και με το τηλεοπτικό «Μυστικό της Λίμνης» να έχει μεσολαβήσει. Ρέει με έναν πολύ μεθοδικό τρόπο, με ρυθμούς αρκετά πιο αργούς από αυτούς στους οποίους είναι συνηθισμένος ένας μέσος θεατής, διαθέτει ένα σενάριο που στηρίζεται πολύ στην παρατήρηση συμπεριφορών και αρκετά λιγότερο στη δράση, και δεν σερβίρει τα πάντα έτοιμα στο κοινό, κάτι που πιθανώς να οδηγήσει και σε απορημένες αντιδράσεις στο φινάλε από πολλούς που δεν θα έχουν προσέξει σημαντικές λεπτομέρειες σε όσα προηγήθηκαν.
Η «Εξουσία του Σκύλου» ανήκει στη μακρά παράδοση του ρεβιζιονιστικού γουέστερν, με την όποια επί της οθόνης βία (σχεδόν αποκλειστικά εις βάρος ζώων, ίσως για να υπογραμμίσει ότι τα πρώτα θύματα της κουλτούρας της επιβολής που διέπει τον σύγχρονο δυτικό πολιτισμό, του οποίου ακτινογραφία αποτελεί η ιστορία, είναι κυριολεκτικά αυτοί που δεν έχουν φωνή, οι αθώοι) να αποσυνδέεται από τη θεαματική της ιδιότητα και με τους χαρακτήρες να έχουν ένα ψυχολογικό βάθος που ακυρώνει τους απλοϊκούς διαχωρισμούς μεταξύ «καλού» και «κακού». Ακόμη και η φωτογραφία της Ari Wegner, ενώ απεικονίζει μεταξύ άλλων άγρια τοπία με την αίσθηση του επικού που αποτελεί σήμα κατατεθέν της παράδοσης του γουέστερν, μοιάζει να δίνει μεγαλύτερη σημασία στα πρόσωπα, στις εκφράσεις τους, με τον φωτισμό να υπογραμμίζει περαιτέρω την εσωτερική κατάσταση των ηρώων. Έχει δε κάτι ξεχωριστό το γεγονός ότι, ειδικά εντός των κωδίκων του συγκεκριμένου είδους ταινίας, μια γυναίκα επιχειρεί να μελετήσει την έννοια της αρρενωπότητας, διαθέτοντας και την απαραίτητη αποστασιοποίηση για να δει κάποιες παραμέτρους με ένα πιο καθαρό βλέμμα.
Η Campion παραθέτει τρία διαφορετικά μοντέλα ανδρικών χαρακτήρων για να αναπτύξει τους προβληματισμούς της πάνω στη συγκεκριμένη θεματική, προχωρώντας σε μια ανάλυση με κοινωνιολογικό (διείσδυση στο status και τους ρόλους που επιβάλλονται από το περιβάλλον) και ψυχαναλυτικό (διείσδυση στο προσωπικό μέσω του βιώματος ως ανάμνηση, φτάνοντας μέχρι και τη σεξουαλικότητα) ταυτόχρονα περιεχόμενο. Το σενάριο εμβαθύνει περισσότερο στον πρωταγωνιστή του Cumberbatch, έναν αντιήρωα εξαιρετικά σύνθετο, που ενώ επιδεικνύει γνωρίσματα μιας ακόμη κι επικίνδυνης προσωπικότητας, σταδιακά ξεδιπλώνει άλλες πτυχές, που όχι μόνο εξηγούν τις συγκρουσιακές και αυτοκαταστροφικές τάσεις του, αλλά του προσδίδουν παράλληλα και μια τραγική υπόσταση. Αξίζει να σημειωθεί και η δουλειά στη μουσική επένδυση από τον Jonny Greenwood, με ένα αποτέλεσμα που επιβεβαιώνει ότι πρόκειται για έναν από τους πιο ιδιαίτερους εν ενεργεία κινηματογραφικούς συνθέτες, που πότε υποβάλλει, πότε δημιουργεί ένα αίσθημα απειλής, πότε αναδεικνύει την ατμόσφαιρα παρακμής που περικυκλώνει τα πρόσωπα της πλοκής, θυμίζοντας το σάουντρακ που είχε υπογράψει για το «Θα Χυθεί Αίμα».
Έχει τόσο μεγάλο ενδιαφέρον η κατάδυση στον ψυχισμό του κεντρικού ήρωα, όπως και το πώς εξελίσσεται μετέπειτα η σχέση του με τον χαρακτήρα που υποδύεται ο Kodi Smit-McPhee, που αναπόφευκτα το σύνολο κάνει μια κοιλιά όταν η κάμερα στρέφεται στους συγκριτικά πιο κοινότοπους ρόλους των Kirsten Dunst και Jesse Plemons (ο οποίος, σίγουρα εσκεμμένα, είναι σαν να εξαφανίζεται από ένα σημείο κι έπειτα από την πλοκή). Αλλά και η προσκόλληση του σεναρίου σε μια έμμεση προσέγγιση, που περισσότερο υπονοεί και λιγότερο δείχνει, καθιστά το σύνολο κάπως υπερβολικά εγκεφαλικό για να συνεπάρει κάποιον συναισθηματικά. Εν ολίγοις, πρόκειται για μια δουλειά που σίγουρα θα παραδεχθεί κανείς για τη νοημοσύνη της και για την πολυπλοκότητα των ιδεών της, δύσκολα όμως θα την «αγαπήσει». Ακόμη κι έτσι όμως, υπάρχουν πλούσιες ανταμοιβές, ειδικά για όποιον παρατηρήσει με μεγάλη προσοχή όσα εννοούνται πίσω από τις χειρονομίες και τις φαινομενικά ασήμαντες λεπτομέρειες.
Ο Benedict Cumberbatch εδώ δίνει ίσως την καλύτερη κινηματογραφική ερμηνεία του, εν μέρει και γιατί καλείται να ενσαρκώσει έναν εξαιρετικά πολυδιάστατο άνδρα. Είναι εντυπωσιακό το πώς αποδίδει μέχρι και κινησιολογικά την άξεστη φύση του ρόλου του, το πώς εναλλάσσει, συχνά και μέσα στην ίδια σκηνή, ψυχρότητα, ωμότητα αλλά κι ευαισθησία. Πρόκειται για ένα δαιδαλώδες πορτρέτο, που κινείται με γνώμονα τη λεπτομερή ψυχογράφηση, όχι το κυνήγι του αβανταδορισμού και των βραβείων. Δυνατή υποστήριξη παρέχεται και από τον Kodi Smit-McPhee, που ισορροπεί θαυμάσια ανάμεσα στην εφηβική και την ενήλικη διάσταση του νεαρού Peter, αρχικά εκπροσωπώντας μια αθωότητα, για να εξελιχθεί σε κάτι πιο αμφίσημο στη συνέχεια. Και όσο και αν η ηρωίδα της στο χαρτί είναι κάπως εγκλωβισμένη στα συνηθισμένα στερεότυπα της ευάλωτης μητέρας παλιότερων ιστορικά εποχών, η Kirsten Dunst την καθιστά σημαντική για το σύνολο, όντας προσγειωμένα συγκινητική. Η κρίσιμη αυτή τριπλέτα βοηθά ώστε η «Εξουσία του Σκύλου» να είναι μια εμπειρία που θα κάνει το «γκελ» της στον θεατή, ακόμη κι αν δεν τον αγγίξει η ιστορία.
Βαθμολογία:
Δηλωνω ενθουσιασμενη. Χορτασα σινεμα. Δεν ξερω αν ειναι καλυτερο απο το μαθηματα πιανου, αλλα το οσκαρ θα του το εδινα φετος.