Αμερική, 1955. Ένα παντρεμένο ζευγάρι, ο Φρανκ και η Έιπριλ Γουίλερ, δεν μπορεί να συμβιβαστεί με τη ζωή που κάνει, καθώς νιώθει πως δεν έχει τίποτε κοινό με τους γείτονές του στο Κονέκτικατ. Ο γάμος των δύο ανθρώπων αυτών δοκιμάζεται, καθώς συνειδητοποιώντας πως έχουν αφομοιωθεί από το περιβάλλον και έχουν γίνει ακριβώς αυτό που απεύχονταν, έρχονται αντιμέτωποι με τις αποτυχίες και τις ανασφάλειές τους, προσπαθώντας να κάνουν μια νέα αρχή μακριά από τη μονότονη καθημερινότητά τους.

Σκηνοθεσία:

Sam Mendes

Κύριοι Ρόλοι:

Kate Winslet … April Wheeler

Leonardo DiCaprio … Frank Wheeler

Michael Shannon … John Givings Jr.

Kathryn Hahn … Milly Campbell

David Harbour … Shep Campbell

Kathy Bates … Helen Givings

Zoe Kazan … Maureen Grube

Dylan Baker … Jack Ordway

Richard Easton … Howard Givings

Jay O. Sanders … Bart Pollock

Max Baker … Vince Lathrop

Max Casella … Ed Small

Ryan Simpkins … Jennifer Wheeler

Ty Simpkins … Michael Wheeler

Kristen Connolly … Κα Brace

John Behlmann … Κος Brace

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Justin Haythe

Παραγωγή: Bobby Cohen, John Hart, Sam Mendes, Scott Rudin

Μουσική: Thomas Newman

Φωτογραφία: Roger Deakins

Μοντάζ: Tariq Anwar

Σκηνικά: Kristi Zea

Κοστούμια: Albert Wolsky

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Revolutionary Road
  • Ελληνικός Τίτλος: Ο Δρόμος της Επανάστασης

Σεναριακή Πηγή

  • Μυθιστόρημα: Revolutionary Road του Richard Yates.

Κύριες Διακρίσεις

  • Υποψήφιο για Όσκαρ δεύτερου αντρικού ρόλου (Michael Shannon), σκηνικών και κοστουμιών.
  • Χρυσή Σφαίρα πρώτου γυναικείου ρόλου (Kate Winslet) σε δράμα. Υποψήφιο για καλύτερη ταινία (δράμα), σκηνοθεσία και πρώτο αντρικό ρόλο (Leonardo DiCaprio) σε δράμα.
  • Υποψήφιο για Bafta πρώτου γυναικείου ρόλου (Kate Winslet), σεναρίου, σκηνικών και κοστουμιών.

Παραλειπόμενα

  • Βασισμένο στο πολύ πετυχημένο μυθιστόρημα του 1961 με τον ίδιο τίτλο, που είχε αποτελέσει το ντεμπούτο στη συγγραφή για τον Richard Yates. Παρότι πέρασε από τότε περίπου μισός αιώνας, ο σχεδιασμός για να μεταφερθεί στο σινεμά έχει ρίζες από την εποχή της κυκλοφορίας του. Πρώτος ήταν ο John Frankenheimer που είχε ενδιαφερθεί, και ακολούθως οι παραγωγοί Samuel Goldwyn Jr. και Albert S. Ruddy. Ούτε όμως ο ηθοποιός Patrick O’Neal μετά από αυτούς πέτυχε να το φέρει στην οθόνη, κι ενώ είχε αγοράσει τα δικαιώματα και το είχε θέσει ως στόχο ζωής.
  • Ο Todd Field επέδειξε ενδιαφέρον να το σκηνοθετήσει το 2001, αλλά οι κληρονόμοι του O’Neal επέμεναν να πατήσει πάνω στου ηθοποιού το σενάριο, δίχως μάλιστα να το αλλάξει καθόλου.
  • Η BBC Films αγόρασε τα δικαιώματα το 2007 και έκλεισε συνεργασία με την DreamWorks, με την τελευταία να προωθεί τη διανομή στην Paramount Pictures και τη συμπαραγωγή στη θυγατρική της, Paramount Vantage.
  • Η Kate Winslet ήταν που διάβασε το -πιστό στην αρχική πηγή- σενάριο του Justin Haythe και έπεισε τον τότε σύζυγο της, Sam Mendes, να το αναλάβει, προωθώντας ακολούθως το κείμενο και στον Leonardo DiCaprio.
  • Η τριάδα DiCaprio, Winslet και Kathy Bates επανενώνεται επί της οθόνης 11 χρόνια μετά τον Τιτανικό.
  • Η Zoe Kazan δήλωσε πως πάλεψε σκληρά για να κερδίσει τον ρόλο της, αφού η υπεύθυνη κάστινγκ Debra Zane την έβρισκε πολύ νέα για αυτόν.
  • Για να μπορέσει να δημιουργήσει ένα κλειστοφοβικό κλίμα εντός του σπιτιού των Γουίλερ, ο Mendes έκανε τα γυρίσματα εντός ενός αληθινού σπιτιού στο Κονέκτικατ. Οι ιδιοκτήτες μάλιστα έδωσαν άδεια στην DreamWorks να ρυθμίσει εκ νέου όπως ήθελε τον εσωτερικό διάκοσμο. 45 τεχνίτες εργάστηκαν μόνο πάνω σε αυτή τη μεταρρύθμιση.
  • Κατά τη διαδικασία του μοντάζ, ο Mendes αφαίρεσε 20 λεπτά από την ταινία, με γνώμονα να μείνει όσο το δυνατότερο πιστή στο μυθιστόρημα.

Κριτικός: Βασίλης Καγιογλίδης

Έκδοση Κειμένου: 2/1/2009

Στη δεύτερη κινηματογραφική τους συνάντηση, οι ενήλικες πλέον ηλικιακά και ερμηνευτικά Leonardo DiCaprio και Kate Winslet, καταφέρνουν να τελέσουν τον πολυπόθητο γάμο που επιδίωκαν πριν από μία δεκαετία. Έλα όμως που ο γάμος αυτός αποδεικνύεται τελικά το ίδιο αποτυχημένος με την απόπειρα μεταφοράς του κλασικού βιβλίου του Richard Yates στη μεγάλη οθόνη.

Τις υποτιθέμενες συναισθηματικά απελευθερωμένες ψυχές των πρωταγωνιστών του, ξεγυμνώνει αργά και βασανιστικά ο Mendes για να αποκαλύψει δύο προσωπικότητες που ζουν σε συνθήκες καταπίεσης, φορώντας το προσωπείο μιας ευτυχισμένης ζωής. Δύο ανθρώπους των προαστίων που αναζητούν ένα τρόπο για να ξεφύγουν από τη γεμάτη στερεότυπα ζωή τους. Η απαλλαγή όμως από το συγκινησιακό βάρος και η απλουστευμένη κάλυψη μιας συζυγικής σύγκρουσης στερεί από αυτό το αστικό δράμα τη δυναμική που του αρμόζει. Η αδυναμία του σκηνοθέτη να αναπαραστήσει ένα δράμα χαρακτήρων εν έτη 1955 είναι κάτι παραπάνω από εμφανής, όσο δηλαδή και η ίδια η συντηρητικότητα που διακρίνεται στην ανάδειξη ουσιαστικών θεμάτων ταμπού για την τότε, ίσως και γι’ αυτή, την εποχή. Η άχαρη και σκηνοθετικά πομπώδης σκιαγράφηση των δύο προσωπικοτήτων στο πρώτο και η κατά στιγμές εμπεριστατωμένη απεικόνιση της προσωπικής δυστυχίας μέσα στην οικογένεια στο δεύτερο μισό, αποβαίνει μοιραία για την ταινία του Sam Mendes.

Αν και ο ίδιος έχει στα χέρια του δύο αποδεδειγμένα γερά ερμηνευτικά χαρτιά, με πρώτο αυτό της συζύγου του, παρόλα αυτά δε μπορεί να στηρίξει ένα φλύαρο σενάριο που βασίζεται σε αδικαιολόγητους τσακωμούς και βωμολοχίες, ένα – δύο ξεσπάσματα της στιγμής και μια επιφανειακή αναπαράσταση μιας συζυγικής τραγωδίας που συντελείται στηριζόμενη σε όλα τα παραπάνω. Και παρά την λανθασμένη καθοδήγηση τους, οι δύο πρωταγωνιστές καταφέρνουν να βγουν αλώβητοι από αυτό το άνισο δράμα, που τους σφυροκοπάει ανηλεώς από όλα του τα σημεία και μοιάζει τελικά το ίδιο κουραστικό με τη σχέση των δύο δυστυχισμένων ηρώων του.

Βαθμολογία:


Κριτικός: Σταύρος Γανωτής

Έκδοση Κειμένου: 5/1/2009

Ο Sam Mendes είναι ένας σκηνοθέτης που τον αισθάνεσαι, κάνει αισθητή την παρουσία του. Εδώ όμως έχοντας στα χέρια του ένα αξιολογότατο μυθιστόρημα, σηκώνει, αληθινά, τα χέρια ψηλά και υποκλίνεται στο κείμενο. Ως αποτέλεσμα είναι να έχουμε ένα θαυμάσιο κείμενο χαμένο μέσα σε φλυαρία και με πολύ ανεκμετάλλευτο κινηματογραφικό χρόνο. Για περίπου μία και μισή ώρα, σου δημιουργεί την εντύπωση πως σου έχει αναπτύξει δύο σειρές σεναρίου. Σίγουρα θα γινόταν ένα πολύ καλύτερο θεατρικό έργο και μάλιστα με τους ίδιους δύο ηθοποιούς, που δεν κάνουν τίποτα περισσότερο από το να είναι οι γνωστοί καλοί ερμηνευτές που ξέραμε.

Ο Mendes έπρεπε να ανοίξει όχι μονάχα το σενάριο, αλλά και τους δεύτερους χαρακτήρες. Χαρακτηριστικά, τα δύο παιδιά είναι άφαντα ενώ παίζουν σημαντικό ψυχολογικά ρόλο, και η εμφάνιση του Michael Shannon είναι καταλυτική, αλλά τη χαιρόμαστε μονάχα πέντε λεπτά. Όλα αυτά δεν κάνουν ξάφνου την ταινία κακή. Οι δύο κύριοι χαρακτήρες αφήνουν καλοστημένα ερωτηματικά και θυμίζουν ήρωες του Τένεσι Γουίλιαμς. Δεν μοντερνοποιούνται για χάρη ενός σύγχρονου κοινού, αλλά εμμένουν ρομαντικά προσκολλημένοι στα 1950. Για αυτό και ο ακαδημαϊσμός του Mendes δεν ενοχλεί πάρα πολύ, γιατί παραπέμπει στο αμερικανικό, κοινωνικό σινεμά εκείνης της εποχής. Η κορύφωση, που ευτυχώς έρχεται γιατί κινδυνεύαμε να μιλάμε για κάτι το βαρετό και παντελώς ανούσιο, δεν παρέχει κάποια μεγάλη έκπληξη, αλλά αφήνει μια θετική χροιά για την έξοδο μας από την αίθουσα. Θα ήθελε, αλλά δεν είναι ένα ακόμη “Far from Heaven”.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

20 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *