Αφού μια οικογένεια μετακομίσει σε ένα παλιό σπίτι, ο γιος πέφτει ανεξήγητα σε κώμα. Οι αφοσιωμένοι γονείς, ο Τζος και η Ρενέ, πολεμούν μάταια να βρουν την πηγή της κατάστασης του παιδιού τους, και η ένταση της όλης κατάστασης ανεβαίνει ολοένα και περισσότερο, ραγίζοντας και τον μέχρι πρότινος ισχυρός δεσμό τους. Μα αργότερα, όταν τα φώτα πέφτουν, οι δυο γονείς συνειδητοποιούν τρομοκρατημένοι ότι έχουν να κάνουν με δυνάμεις του υπερφυσικού κόσμου.
Σκηνοθεσία:
James Wan
Κύριοι Ρόλοι:
Patrick Wilson … Josh Lambert
Rose Byrne … Renai Lambert
Lin Shaye … Elise Rainier
Ty Simpkins … Dalton Lambert
Barbara Hershey … Lorraine Lambert
Leigh Whannell … Steven ‘Specs’
Angus Sampson … Tucker
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Leigh Whannell
Στόρι: Leigh Whannell, James Wan
Παραγωγή: Jason Blum, Oren Peli, Steven Schneider
Μουσική: Joseph Bishara
Φωτογραφία: David M. Brewer, John R. Leonetti
Μοντάζ: Kirk M. Morri, James Wan
Σκηνικά: Aaron Sims
Κοστούμια: Kristin M. Burke
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Insidious
- Ελληνικός Τίτλος: Παγιδευμένη Ψυχή
Άμεσοι Σύνδεσμοι
- Παγιδευμένη Ψυχή: Κεφάλαιο 2 (2013)
- Παγιδευμένη Ψυχή: Κεφάλαιο 3 (2015)
- Παγιδευμένη Ψυχή: Το Τελευταίο Κλειδί (2018)
- Παγιδευμένη Ψυχή: Η Πορφυρή Πόρτα (2023)
- Thread: An Insidious Tale (2025)
Παραλειπόμενα
- Ήταν η πιο μεγαλεπήβολη δουλειά για τον James Wan, μετά την επιτυχία των Saw. Ο ίδιος όμως είχε κάνει και “εχθρούς” λόγω της γραφικής βίας εκείνου (βρίσκοντας δύσκολα χρηματοδότες), και εδώ ήθελε να αποδείξει ότι μπορούσε να κάνει μια ταινία δίχως παρόμοιο επίπεδο βίας.
- Τα γυρίσματα κράτησαν μόλις 3 βδομάδες, κι έλαβαν χώρα στο ιστορικό κτήριο Los Angeles Herald Examiner.
- Με ένα κόστος μηδαμινό, μόλις 1,5 εκατομμύρια δολάρια, το φιλμ απέσπασε 97, κάτι που οδήγησε στη δημιουργία του Insidious franchise.
Μουσικά Παραλειπόμενα
- Ο συνθέτης της ταινίας, Joseph Bishara, είναι και στο καστ, στον ρόλο ενός εκ των δαιμόνων (Lipstick-Face Demon).
Κριτικός: Βασίλης Καγιογλίδης
Έκδοση Κειμένου: 2/5/2011
Χοντροκομμένη και σοβαροφανής μπιμουβιά ρετρό αποχρώσεων, που στηρίζεται στο ψυχολογικό θρίλερ και επιδεικνύει ως αξιοσημείωτα στοιχεία της, το κεντρικό πρωταγωνιστικό δίδυμο και τις μικρές εικόνες έμπνευσης ενός μάλλον υπερεκτιμημένου σκηνοθέτη. Ταινία για τα στοιχειωμένα σπίτια και τις περιπλανώμενες ψυχές, που διαθέτει εκτός από ένα σενάριο πάσχον στην εξέλιξη του και έναν σκηνοθέτη που καταφέρνει τις κρίσιμες στιγμές να αντέξει μπροστά στην ευκολία των σεναριακών επιλογών.
Συνεργάτες πολλά χρόνια, οι James Wan και Leigh Whannell, δίνουν την εντύπωση ότι παίρνουν περισσότερο απ`όσο θα έπρεπε στα σοβαρά αυτό που κάνουν. Χτίζουν πάνω στην κωμικοτραγική πλευρά των ιστοριών φαντασμάτων, επικαλούνται τους πιο αποδεκτούς όρους του φανταστικού και τις προφανείς ερμηνείες των παράλληλων διαστάσεων, και καταλήγουν σε αναμενόμενα συμπεράσματα, δημιουργώντας μέσα από την σεναριακή ελαφρότητα κάτι το οποίο τουλάχιστον να βλέπεται.
Κάτω από το πέπλο ενός διαρκούς μυστηρίου, πίσω από τις αστραπιαίες εμβόλιμες σκηνές τρόμου, τα «μελετημένα» πλάνα στο σκοτάδι και τις γκόθικ φυσιογνωμίες των φαντασμάτων, κρύβεται μία μεγάλη σεναριακή τρύπα και πολλά, πάρα πολλά προβλήματα. Ο Ασιατικός τρόμος παρερμηνεύεται, μεταφράζεται κακόγουστα, αφελώς και με εμφανή έπαρση στην Αμερικάνικη «γλώσσα», με τον δημιουργό του Saw να δανείζεται κάτι από τον ποιοτικό λόγο του Shyamalan στο πρώιμο στάδιο του, ρίχνοντας που και που και κανένα βλέφαρο στην οπτική που ανέδειξε τον Lynch, για να τον αντιγράψει φυσικά.
Ο James Wan κάνει το ελαφρύ και φτηνό να μοιάζει κατά περιόδους στομφώδες και μεγαλεπήβολο, όμως το Insidious δεν παύει να αποτελεί κινηματογραφική φούσκα σαν αυτές που συναντάμε συχνά στη μεγάλη οθόνη. Πιθανότατα θεώρησε ότι σημασία δεν έχει το ταξίδι αλλά ο προορισμός. Αν «Ιθάκη» του είναι αποκλειστικά ο τρόμος και τα κινηματογραφικά «μπου!», τότε τον πέτυχε το σκοπό του. Αν πάλι και η δική σας ταυτίζεται με εκείνη του Wan, προτείνω να κάνετε μία στάση. Οι υπόλοιποι, απλά προσπεράστε…
Βαθμολογία:
Κριτικός: Δημήτρης Κωνσταντίνου-Hautecoeur
Έκδοση Κειμένου: 19/8/2013
Ο δημιουργός των «Paranormal Activity» συνεργάζεται με τους δημιουργούς των «Saw» και το αποτέλεσμα είναι μια ταινία τουλάχιστον άξια συζητήσεως. Ο James Wan, στο έξυπνο πρώτο «Saw» και το «Νεκρική Σιγή», μπορεί να κατόρθωνε να προκαλέσει τον τρόμο συχνά με «εύκολο» τρόπο και ένα στυλ λιγάκι παλιομοδίτικο, εντούτοις το έκανε αποτελεσματικότατα… Για μένα ήταν βέβαια φανερό πως η σκηνοθεσία του ήταν ακόμα αρκετά ερασιτεχνική και δεν με είχε πείσει στ’ αλήθεια για τις ικανότητές του -πράγμα που στο «Insidious» επιτεύχθηκε.
Εδώ, ο Wan, εκμοντερνίζοντας αρκετά το σκηνοθετικό του στυλ, δημιουργεί ένα κλίμα φόβου που σε περικυκλώνει αργά, μεθοδικά και πολύ πιο αποτελεσματικά απ’ ό,τι στο μέτριο «Μεταφυσική Δραστηριότητα» του παραγωγού εδώ Oren Peli. Παρόλα αυτά, οι επιρροές από εκείνο είναι ενοχλητικά προφανείς και μοιάζουν να περιορίζουν τις ικανότητες του Wan. Όπως και να ‘χει, πάντως, το «Insidious» αποτελεί την πιο ώριμη σκηνοθετικά ταινία τρόμου του μέχρι στιγμής και ο ίδιος μοιάζει πλέον να έχει εγκαταλείψει πλήρως τον ερασιτεχνισμό που διαφαινόταν στις δύο προηγούμενές του.
Κι έτσι, ενώ μέχρι τα μισά περίπου της διάρκειάς του, το «Insidious» έχει θέσει τις προϋποθέσεις για ένα horror-masterpiece, ξαφνικά οι συντελεστές μοιάζουν να «βαρούν διάλυση»! Η ταινία εντέλει χωρίζεται σε δύο μέρη: το πρώτο είναι αυτό της καθηλωτικής ταινίας τρόμου. Το δεύτερο είναι το… «συνδυάζω-χωρίς-να-ξέρω-πώς-και-γιατί-παρωδία-τρόμου-και-μεταφυσικό-αλαλούμ-που-προσπαθεί-να-γίνει-τρομακτικό»!..
Ο σεναριογράφος Leigh Whannel ως ηθοποιός ήταν ένα από τα κυριότερα μειονεκτήματα του πρώτου «Saw». Δυστυχώς, προσπαθεί κι εδώ να «παριστάνει» τον ηθοποιό, τουλάχιστον όμως ο ρόλος του είναι τόσο γελοίος που η ερμηνεία του δεν θα μπορούσε να τον γελοιοποιήσει περισσότερο. Συγκεκριμένα, υποδύεται τον έναν από δύο τύπους που την έχουν δει «Ghostbusters» και προσπαθούν να εντοπίσουν τα φαντάσματα μέσα στο σπίτι με υπερόπλα που ανιχνεύουν ηλεκτρομαγνητικά πεδία. Xμμ…
Όπως είναι φυσικό, κάθε σοβαρότητα έχει πλέον εξαφανιστεί εντελώς και τρόμος δεν είναι δυνατόν να ξαναϋπάρξει. Από αυτό το σημείο κι έπειτα, η ταινία χάνεται μέσα σε έναν αυτοπαρωδιακό λαβύρινθο γελοιότητας και μηδενικού, προφανώς, τρόμου. Άθλια εφέ (ελλείψει υψηλού budget) σού απαγορεύουν να εκτιμήσεις ακόμα και την όποια υποβλητική ατμόσφαιρα και το σενάριο σε βομβαρδίζει με αδιανόητες αρλούμπες περί αστρικών προβολών και παράλληλων συμπάντων ως εξηγήσεις, υποτίθεται, για τα μεταφυσικά φαινόμενα -τα οποία, εδώ που τα λέμε, δεν χρειάζονται καν εξήγηση.
Το δίδυμο Wan-Whannel αυτή τη φορά έχασε τελείως την μπάλα. Έχω την εντύπωση όμως ότι μπορούμε να περιμένουμε πολλά από αυτούς στο μέλλον…
Βαθμολογία: