Ο Ας επισκέπτεται μια καλύβα στο βουνό, μαζί με τη φίλη του, Λίντα. Φτάνοντας εκεί, ανακαλύπτουν το «Βιβλίο των Νεκρών», το βασικό εγχειρίδιο των ιεροτελεστιών των Σουμερίων, και την κασέτα του καθηγητή με τη μετάφραση και τις επεξηγήσεις των ιερογλυφικών. Με ξόρκια καλούν ένα αόρατο, απειλητικό πνεύμα από τα δάση, το οποίο επιτίθεται και καταλαμβάνει την ψυχή της Λίντα. Ο Ας για να γλιτώσει αναγκάζεται να την αποκεφαλίσει μ’ ένα φτυάρι και να τη θάψει στο δάσος. Νωρίς το επόμενο πρωί, την ώρα που ο Ας επιχειρεί να φύγει, τα πνεύματα τού επιτίθενται με σκοπό να τον καταλάβουν, αλλά σώζεται από το πρώτο φως του ήλιου. Αποκομμένος από τον υπόλοιπο κόσμο, αναγκάζεται να οχυρωθεί στην καλύβα περιμένοντας την επόμενη επίθεση των διαβολικών πνευμάτων, η οποία έρχεται νωρίτερα από ό,τι περίμενε, με πρώτο το πνεύμα της Λίντα.

Σκηνοθεσία:

Sam Raimi

Κύριοι Ρόλοι:

Bruce Campbell … Ashley ‘Ash’ J. Williams

Sarah Berry … Annie Knowby

Dan Hicks … Jake

Kassie Wesley DePaiva … Bobby Joe

Richard Domeier … καθηγητής Ed Getley

Denise Bixler … Linda

Lou Hancock … Henrietta Knowby

Ted Raimi … ‘Henrietta Knowby’

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Sam Raimi, Scott Spiegel

Παραγωγή: Rob Tapert

Μουσική: Joseph LoDuca

Φωτογραφία: Peter Deming

Μοντάζ: Kaye Davis

Σκηνικά: Randy Bennett, Philip Duffin

Κοστούμια: Vicki Graef

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Evil Dead II
  • Ελληνικός Τίτλος: Οι Δαίμονες Έστησαν Χορό
  • Διεθνής Τίτλος: Evil Dead 2: Dead by Dawn
  • Εναλλακτικός Τίτλος: Νεκρός την Αυγή [Home Cinema]

Άμεσοι Σύνδεσμοι

Σεναριακή Πηγή

Παραλειπόμενα

  • Η ιδέα για ένα σίκουελ είχε προκύψει ήδη εν είδει συζήτησης κατά τα γυρίσματα του πρώτου μέρους, με τον Irvin Shapiro να είναι αυτός που έθεσε με την επιμονή του τις πρακτικές βάσεις. Αρχικά βέβαια ο Raimi σκέφτονταν να στείλει τον Ας στον Μεσαίωνα μέσω χρονομηχανής (κάτι που έγινε εντέλει στο τρίτο κεφάλαιο). Μετά τη μεγάλη αποτυχία του Crimewave, ο δημιουργός ανησυχούσε για την καριέρα του, αλλά είχε την τύχη μαζί με τον παραγωγό του, τον Rob Tapert, να γνωρίσουν τον μεγαλοπαραγωγό Dino De Laurentiis. Αυτός τον ρώτησε αν μπορούσε να διασκευάσει το Thinner του Stephen King, και παρότι ο Raimi αρνήθηκε, ο ιταλός μεγιστάνας συνέχισε να ενδιαφέρεται για τον νεαρό σκηνοθέτη. Κι εντέλει, η συμφωνία για το σίκουελ ήρθε μέσω του Stephen King, που έπεισε τον De Laurentiis να το χρηματοδοτήσει. Όμως, αντί για τα 4 εκατομμύρια δολάρια που ήθελαν, πήραν 3,5, αφήνοντας στην άκρη το ακριβό σενάριο περί Μεσαίωνα (επιπλέον και ο ιταλός παραγωγός ζητούσε κάτι πιο κοντά στο πρώτο μέρος). Παρά το γεγονός όμως ότι ανακοίνωσαν ένα απευθείας σίκουελ, αυτό το δεύτερο μέρος δεν κολλάει σεναριακά με όσα είχαν γίνει στο πρώτο μέρος (το βιβλίο των νεκρών εμφανίζεται ξανά και ενώ είχε καεί, ενώ τα πτώματα των φίλων του Ας δεν υπάρχουν-αναφέρονται πουθενά), ενώ μοιάζει και με “ανακατασκευή” του με έντονα σλάπστικ στοιχεία κωμωδίας.
  • Το σενάριο ξεκίνησε να γράφεται με σύσσωμη την πεντάδα της πρώτης ταινίας επί της πρώτης σκηνής. Σε κάποιο άλλο σημείο υπήρχαν κάποιοι δραπέτες κατάδικοι που αναζητούσαν έναν χαμένο θησαυρό. Το κείμενο όμως πέρασε από πολλά στάδια μέχρι το τελικό, με τον Scott Spiegel να επιμένει στο να γίνει κωμικότερο και λιγότερο τρομακτικό.
  • Spiegel και Raimi έγραψαν το μεγαλύτερο μέρος του σεναρίου στο σπίτι τους στο Σίλβερ Λέικ του Λος Άντζελες, στο οποίο συγκατοικούσαν με τους αδελφούς Coen, τη Frances McDormand, την Kathy Bates και τη Holly Hunter (αυτή η τελευταία ήταν η έμπνευση για την Μπόμπι Τζο).
  • Το χέρι του Ας προήλθε από μια μικρού μήκους ταινία με τίτλο Attack of the Helping Hand που είχε κάνει νέος ο Scott Spiegel το 1979. Σε αυτήν πρωταγωνιστούσε ο Sam Raimi, ενώ συμμετείχε και ο Bruce Campbell.
  • Τα γυρίσματα αυτή τη φορά έγιναν στον Γουαντέσμπορο της Βόρειας Καρολίνας, πολύ κοντά από εκεί που είχε γυριστεί το Πορφυρό Χρώμα του Steven Spielberg.
  • Αυτή τη φορά υπήρχε ολόκληρη ομάδα για τα ειδικά εφέ, με τους επικεφαλής Mark Shostrom, Greg Nicotero, Robert Kurtzman και Tom Sullivan να συνδυάζουν εκτεταμένο stop-motion σχέδιο με προσθετικό μακιγιάζ.
  • Ο Raimi δεν ήθελε πάλι να ξεπέσει στον χαρακτηρισμό μιας ταινίας X, και εργάστηκε με την πεποίθηση πως αυτή τη φορά θα έπαιρνε το R. Τα στελέχη όμως του στούντιο ήταν σίγουρα ότι πήγαιναν κατευθείαν για ένα ακόμα X, που φυσικά θα στοίχιζε πολλά στην εμπορική πορεία του φιλμ. Στο ενδεχόμενο, δε, να έκοβαν τις ακραίες σκηνές φρίκης, θα έπρεπε η διάρκεια να μειωθεί στα 62 λεπτά! Εντέλει, οι άνθρωποι του στούντιο του Dino De Laurentiis επέλεξαν να μην περάσει καθόλου από αξιολόγηση η ταινία, βγάζοντας τη φίρμα από την παραγωγή, και να φανεί ως παραγωγός η “εταιρία φάντασμα” Rosebud Releasing Corporation του γαμπρού του De Laurentiis (το σήμα της σχεδιάστηκε επιτόπου από τον ίδιο τον Raimi). Κι ενώ έτσι θα είχε απλά μια ανεξάρτητη και μικρή διανομή, κατάφεραν να κλείσουν προβολή σε 340 αίθουσες ανά τις ΗΠΑ. Έτσι, με 3,5 εκατομμύρια δολάρια κόστος, πέτυχαν εισπράξεις των 5,9.
  • Η ταινία άρεσε εξίσου με την πρώτη, και καθιερώθηκε κι αυτή διεθνώς ως cult.

Κριτικός: Δημήτρης Κωνσταντίνου-Hautecoeur

Έκδοση Κειμένου: 25/10/2012

Έξι χρόνια μετά την επιτυχία του πρώτου «Evil Dead», ο Raimi το διασκευάζει σε ένα «Evil Dead 2», μάλλον ριμέικ παρά σίκουελ, παίρνοντας το διακριτικό εκείνο μαύρο χιούμορ που διάνθιζε το προηγούμενο φιλμ και δίνοντάς του αυτή τη φορά τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο. Άλλωστε αυτό ήταν κυρίως που έκανε την τριλογία του Raimi διάσημη. Και αρκετά υπερτιμημένη. Γιατί όσο διασκεδαστική και αν είναι, η ταινία ποτέ δεν παρουσιάζει κάποιον εμφανή λόγο ύπαρξης, αφού εδώ λείπει η ευρηματικότητα (μιας και σχεδόν τα πάντα τα έχουμε ξαναδεί), η απλότητα και η ατμόσφαιρα του πρώτου, και αυτός ο συνδυασμός ριμέικ και συνέχειας φαντάζει εντέλει πιο εφετζίδικος απ’ ό,τι θα έπρεπε.

Μετά από ένα πρώτο δεκάλεπτο που μοιάζει να κάνει κάτι σαν μια (υπερβολικά) σύντομη περίληψη όσων συνέβησαν στο πρώτο μέρος, μεταβάλλοντάς τα λίγο και συνδέοντάς τα με όσα ακολουθούν της σκηνής που κλείνει την προηγούμενη ταινία, η πλάκα γίνεται αυτοσκοπός και η έλλειψη πειστικότητας είναι μέρος της. Σε σημεία, μάλιστα (θυμηθείτε τον σουρεαλιστικό χορό της αποκεφαλισμένης συντρόφου του πρωταγωνιστή), θυμίζει σκοτεινό «μπαρτονικό» animation! Η θέαση είναι ομολογουμένως διασκεδαστικότατη και, ευτυχώς, το φιλμ δεν παίρνει ποτέ τον εαυτό του στα σοβαρά και (προφανώς) δεν προσπαθεί να ικανοποιήσει ως ταινία τρόμου. Αυτό που μένει είναι ο χαβαλές και από αυτόν υπάρχει άφθονος, είναι όμως κρίμα που ο Raimi αποφάσισε να εξυψώσει σε τέτοιο βαθμό το χιουμοριστικό στοιχείο και άφησε όλα τα υπόλοιπα ατού του πρώτου φιλμ… στο πρώτο φιλμ. Αν η ταινία αποτελούσε εξ ορισμού μια παρωδία του «Evil Dead», δεν θα ήταν αναγκαία η σύγκρισή της με εκείνο. Από τη στιγμή όμως που μοιράζονται τον ίδιο τίτλο, δυστυχώς δεν μπορεί να αποφευχθεί.

Όσο περίεργο κι αν ακουστεί, στα χιουμοριστικά highlight της ταινίας συγκαταλέγονται ένα ιπτάμενο μάτι, ένα κομμένο δαιμονισμένο χέρι (που θα αντικατασταθεί από το περίφημο αλυσοπρίονο ως νέο άκρο) και, φυσικά, οι γιγαντιαίοι πίδακες ανεξάντλητου (και παντελώς αναληθοφανούς -συχνά πολύχρωμου!) αίματος, το οποίο όσο περισσότερο είναι, τόσο περισσότερο γέλιο βγάζει!

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

19 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *