Ο Ας μεταφέρεται στο χρόνο και ξαφνικά βρίσκεται στη μεσαιωνική Αγγλία. Αρχικά τον παίρνουν για εχθρό, όμως σύντομα αποκαλύπτεται ότι σύμφωνα µε μια προφητεία είναι ο σωτήρας που θα αναζητήσει το περιβόητο Νεκρονοµικόν, το βιβλίο µε το οποίο θα εξαφανίσει το κακό. Μόνο που από λάθος θα δημιουργήσει έναν στρατό από σκοτεινές δυνάμεις που καθοδηγούνται από τον σατανικό του κλώνο…

Σκηνοθεσία:

Sam Raimi

Κύριοι Ρόλοι:

Bruce Campbell … Ashley ‘Ash’ J. Williams

Embeth Davidtz … Sheila

Marcus Gilbert … λόρδος Arthur

Ian Abercrombie … ο σοφός

Richard Grove … δούκας Henry the Red

Bridget Fonda … Linda

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Sam Raimi, Ivan Raimi

Παραγωγή: Rob Tapert

Μουσική: Joseph LoDuca

Φωτογραφία: Bill Pope

Μοντάζ: Bob Murawski, Sam Raimi

Σκηνικά: Anton Tremblay

Κοστούμια: Ida Gearon

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Army of Darkness
  • Ελληνικός Τίτλος: Ο Στρατός του Σκότους
  • Εναλλακτικός Τίτλος: Evil Dead 3: The Medieval Dead
  • Εναλλακτικός Τίτλος: Army of Darkness: The Ultimate Experience in Medieval Horror
  • Εναλλακτικός Ελλ. Τίτλος: Ο Στρατός του Σκότους: Ο Μεσαιωνικός Εφιάλτης [Home Cinema]

Άμεσοι Σύνδεσμοι

Σεναριακή Πηγή

Παραλειπόμενα

  • Σχέδια για ένα τρίτο Evil Dead υπήρχαν εξαρχής, μια και το πρώτο σίκουελ είχε φέρει χρήματα από τα ταμεία, και ο Dino De Laurentiis έδειχνε διαθέσιμος να χρηματοδοτήσει ακόμα ένα.
  • Η ιδέα για τον μεσαίωνα είχε προκύψει ήδη από την αναζήτηση του στόρι για το δεύτερο μέρος, απλά τότε είχε φανεί ακριβή για να υλοποιηθεί. Είχε όμως ετοιμαστεί στα γενικά της πλαίσια, δίχως να γνωρίζουν αν γίνονταν ποτέ ταινία. Στα γυρίσματα του δεύτερου προέκυψε και ο τίτλος, ως μια ιδέα του Irvin Shapiro.
  • Ο Raimi προσκάλεσε και πάλι τον Scott Spiegel για το σενάριο, αλλά εκείνος δεν ήταν διαθέσιμος λόγω του φιλμ Βάπτισμα Πυρός του Clint Eastwood. Έτσι αποφάσισε να το γράψει μαζί με τον αδελφό του, και το δούλεψαν ταυτόχρονα με το Ντάρκμαν. Η καλή πορεία του Ντάρκμαν στα ταμεία ώθησε τη Universal Pictures να παρατείνει τη συνεργασία τους, αναλαμβάνοντας και τη διανομή αυτού του σίκουελ.
  • Το αρχικό μπάτζετ είχε υπολογιστεί στα 12 εκατομμύρια δολάρια, με τη Universal να συμφωνεί να παρέχει τα μισά. Η ανάγκη όμως για γύρισμα ενός νέου φινάλε (το αρχικό δεν εγκρίθηκε από τη Universal ως πεσιμιστικό) κοστολογούνταν 1 εκατομμύριο δολάρια, τα οποία εντέλει έβαλαν από την τσέπη τους σκηνοθέτης, παραγωγός και πρωταγωνιστής.
  • Ο υπεύθυνος των ειδικών εφέ William Mesa είχε στην κατοχή του μια σειρά από storyboard από την κλασική ταινία Ιωάννα της Λωραίνης (1948) του Victor Fleming, τα έδειξε στον Raimi, και μαζί επέλεξαν 25 στιγμιότυπα των σκηνών μαχών εκείνης της ταινίας για τη δική τους.
  • Τα γυρίσματα έγιναν μέσα στο κατακαλόκαιρο, και διήρκησαν 100 ημέρες. Επίκεντρο τους ήταν το τεράστιο κάστρο που έχτισαν μέσα στην έρημο Μοχάβε στην Καλιφόρνια. Τα εσωτερικά όμως έγιναν όλα σε χολιγουντιανό στούντιο, με την παραδοσιακή μέθοδο του Introvision, όπου τα ντεκόρ είναι χωριστά γυρισμένα από τους ανθρώπινους χαρακτήρες.
  • O Sam Raimi υπογράφει στο μοντάζ ως R.O.C. Sandstorm.
  • Η ταινία καθυστέρησε να κυκλοφορήσει, επειδή έτυχε εκείνη την περίοδο η Universal να είναι σε διαμάχη με το στούντιο του De Laurentiis πάνω στα δικαιώματα του Χάνιμπαλ Λέκτερ (λόγω της Σιωπής των Αμνών).
  • Η επιτροπή αξιολόγησης ανάγκασε σε νέο μοντάζ, μια και η αρχική της ετυμηγορία ήταν για χαρακτηρισμό NC-17. Ακόμα όμως κι αν ο Raimi πέτυχε να κατεβάσει το φιλμ στο R, η Universal ήθελε ακόμα παρακάτω, και έδωσε την ταινία σε δικούς της μοντέρ. Ακόμα κι έτσι, πάλι ως R κυκλοφόρησε.
  • Η ταινία αφιερώθηκε στον Irvin Shapiro, κρίσιμο παράγοντα των δύο πρώτων κεφαλαίων, που το 1989 έφυγε από τη ζωή.
  • Ως επίσημη εκδοχή αναφέρεται αυτή των 81 λεπτών. Ταυτόχρονα όμως είχε κυκλοφορήσει στις διεθνείς αγορές μία των 88, ενώ υπάρχει διαθέσιμη και αυτή των 96, που προτιμούσε ο σκηνοθέτης, και που φέρει την ιδιότητα του director’s cut.
  • Με συνολικό κόστος 11 εκατομμύρια δολάρια, οι εισπράξεις δεν ξεπέρασαν τα 21,5. Αυτό όμως δεν στέρησε κι από αυτό το μέρος την cult φήμη.

Μουσικά Παραλειπόμενα

  • Ο Danny Elfman συνείσφερε στο σάουντρακ με το θέμα March of the Dead.

Κριτικός: Δημήτρης Κωνσταντίνου-Hautecoeur

Έκδοση Κειμένου: 29/4/2013

Το αξιοσημείωτο με την «Evil Dead» τριλογία είναι το γεγονός πως κάθε μία από τις τρεις ταινίες της ανήκει σε διαφορετικό κινηματογραφικό είδος! Ενώ το πρώτο -και καλύτερο- μέρος είναι καθαρά μια ταινία τρόμου, το δεύτερο, ανατρέποντας τα δεδομένα εκείνου, αποτελεί μια horror-comedy και το τρίτο απομακρύνεται ακόμα περισσότερο από το ύφος της πρώτης ταινίας και κλείνει την τριλογία με μια στροφή στην κωμική περιπέτεια, με ελάχιστα στοιχεία τρόμου.

Διακόπτοντας σχεδόν κάθε συγγένειά του με το horror-genre, αλλά και με την ίδια τη σειρά στην οποία ανήκει, το «Army of Darkness» μεταφέρει τους γνωστούς δαίμονες στα χρόνια του Μεσαίωνα, μάλλον απομυθοποιώντας τους και αφαιρώντας -αφελώς- κάθε τρομακτικό στοιχείο από πάνω τους. Ανάμεσα σε αυτούς, σε ιππότες, άλογα και μεσαιωνικά κάστρα, βρίσκεται, φυσικά, ο Bruce Campbell να πετσοκόβει με το αλυσοπρίονό του, να πυροβολεί με την καραμπίνα του και, κυρίως, να το διασκεδάζει αφάνταστα. Πολλή λογική εδώ μην ψάχνετε και σοβαρότητα καθόλου, μιας και ο Raimi, όπως και στο «Evil Dead 2», κάνει ξεκάθαρα χαβαλέ, σατιρίζει κινηματογραφικά κλισέ και αυτοσαρκάζεται εμφανώς και ασυστόλως.

Δυστυχώς, όμως, το κέφι από μόνο του δεν καθιστά μια ταινία καλή και η παλαβομάρα του Raimi είναι εδώ μονίμως συνδεδεμένη με μια αισθητή αφέλεια, η οποία μάλιστα αγγίζει τα όρια της ανοησίας. Και αυτή η αφέλεια μοιάζει να μην προέρχεται μόνο από την παντελή αδιαφορία του Raimi για την ποιότητα της ταινίας του, αλλά και από έλλειψη έμπνευσης…

Τουλάχιστον, χάρη στην τρέλα του το φιλμ καθίσταται πράγματι διασκεδαστικό και παρά την αφέλειά του. Μέχρι τα μισά της διάρκειάς του. Διότι στη συνέχεια τίθεται κι άλλο ζήτημα: αυτό του budget. Αισθητά μεγαλύτερο μεν από εκείνα των δύο πρώτων φιλμ, πολύ μικρό δε για να στηριχτούν πάνω του οι απαιτητικές σκηνές της «μεγάλης» τελικής μάχης. Το αποτέλεσμα αποδεικνύεται ιδιαιτέρως κουραστικό για τα σημερινά δεδομένα.

Ίσως, εντέλει, αυτό που χρειαζόταν ο τιτλοφορούμενος «Στρατός του σκότους» να ήταν μια ακόμα πιο απροκάλυπτη (από την ήδη σαφή του) αυτοσαρκαστική διάθεση. Ίσως πάλι, να είχε ανάγκη μονάχα ένα ψηλότερο budget. Ή ίσως να είναι απλώς περιττός…

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

21 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *