Η ταξιδιάρα Μπεθ αποφασίζει να επισκεφτεί τη μεγάλη της αδελφή, Έλι, με την οποία έχουν χρόνια να μιλήσουν. Η Έλι ζει σε ένα μάλλον στρυμωγμένο διαμέρισμα στο Λος Άντζελες μεγαλώνοντας τρία παιδιά, με ένα περίεργο όμως βιβλίο να «κατοικεί» στα έγκατα του κτιρίου. Η ανεύρεση του θα προκαλέσει την άνοδο δαιμόνων που κυριεύουν τα σώματα των θυμάτων τους, και ρίχνουν την Μπεθ σε μια αρχέγονη και εφιαλτική μάχη επιβίωσης.

Σκηνοθεσία:

Lee Cronin

Κύριοι Ρόλοι:

Lily Sullivan … Beth

Alyssa Sutherland … Ellie

Morgan Davies … Danny

Gabrielle Echols … Bridget

Nell Fisher … Kassie

Richard Crouchley … Caleb

Mirabai Pease … Teresa

Anna-Maree Thomas … Jessica

Jayden Daniels … Gabriel

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Lee Cronin

Παραγωγή: Rob Tapert

Μουσική: Stephen McKeon

Φωτογραφία: Dave Garbett

Μοντάζ: Bryan Shaw

Σκηνικά: Nick Bassett

Κοστούμια: Sarah Voon

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Evil Dead Rise
  • Ελληνικός Τίτλος: Evil Dead Rise

Άμεσοι Σύνδεσμοι

Σεναριακή Πηγή

Παραλειπόμενα

  • Προηγήθηκαν εγκαταλελειμμένα σχέδια για σίκουελ του ριμέικ του 2013 αλλά και του 1992, όπως για μια πέμπτη σαιζόν της τηλεοπτικής σειράς Ash vs Evil Dead. Έτσι, ο Sam Raimi ήταν το 2019 που ανακοίνωσε το εν λόγω πέμπτο κεφάλαιο του franchise, που ακολουθεί τυπικά το 3ο μέρος.
  • Ο Bruce Campbell “υποβιβάστηκε” εδώ από παραγωγός το 2013 (και κάμεο εμφάνιση) σε εκτελεστής παραγωγής. Το 2018 είχε ο ίδιος δηλώσει πως δεν θα συμμετείχε ξανά ως Ας, αλλά ο Raimi δεν τον είχε ακόμα εκτός σχεδιασμού κατά την ανακοίνωση του 2019.
  • Αρχικά ήταν να τιτλοφορηθεί Evil Dead Now.
  • Πρώτη αμερικανική ταινία για τον ιρλανδό Lee Cronin, που όμως ήδη είχε συμμετοχή σε αμερικανική τηλεοπτική σειρά (την ανθολογία τρόμου 50 States of Fright, όπου οδήγησε και στην επιλογή του εδώ).
  • Όλη τα γυρίσματα έγιναν στη Νέα Ζηλανδία, και σε αυτά χρησιμοποιήθηκαν 6,5 χιλιάδες λίτρα ψεύτικου αίματος.
  • Στον αρχικό σχεδιασμό ήταν να κάνει πρεμιέρα κατευθείαν στην πλατφόρμα του HBO Max. Ακολούθησε όμως μια μεγάλη αλλαγή στον προγραμματισμό της Warner Bros (Αύγουστος 2022), που το στούντιο αποφάσισε να βασιστεί περισσότερο πλέον στις αίθουσες και λιγότερο στο streaming.
  • Με κέρδη 146,7 εκατομμύρια δολάρια, έγινε το πιο εμπορικό Evil Dead όλων. Το κόστος ήταν στα 19 μόλις εκατομμύρια δολάρια.

Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης

Έκδοση Κειμένου: 20/4/2023

Είναι πολύ ιδιαίτερη περίπτωση η τριλογία του «Καταραμένου Άσματος», αν δει κανείς από τι ταινίες αποτελείται, καθώς το ύφος αλλάζει ενίοτε και αρκετά από φιλμ σε φιλμ. Το ριμέικ/reboot του 2013 καθώς και αυτό το σίκουελ/reboot μάλλον ακολουθούν την πιο παραδοσιακή οδό του καθαρόαιμου τρόμου του πρώτου μέρους του franchise, και αν ο Fede Alvarez αξιοποίησε κάπως ρουτινιάρικα την ευκαιρία που του δόθηκε δέκα χρόνια πριν, ο Lee Cronin τα καταφέρνει αρκετά καλύτερα, πέφτοντας όμως σε μερικές «λακκούβες».

Σίγουρα πιστώνεται στον Cronin ότι έχει καλές σκηνοθετικές ιδέες. Υπάρχουν πολλά ευρήματα, μικρότερα και μεγαλύτερα (πιο αξιομνημόνευτο ίσως το μονοπλάνο από το «ματάκι» της πόρτας), που δείχνουν ότι το όλο εγχείρημα αποπερατώθηκε με μεράκι και όρεξη για κάτι πέραν του διεκπεραιωτικού. Επίσης δεν τσιγκουνεύεται καθόλου το αίμα, με σεκάνς που φλερτάρουν να πάνε και πέρα από τα όρια του «R», ειδικά στην κλιμάκωση. Όσοι επιθυμούν ένα θέαμα εντός κάποιων ζωνών ασφαλείας μπορεί γι’ αυτόν τον λόγο να «κλοτσήσουν» κάπως, αλλά οι απενοχοποιημένοι φαν σίγουρα θα διασκεδάσουν. Και σε μια εποχή που ο κινηματογραφικός τρόμος στοχεύει ψηλά, με σχετικά μεγαλύτερους προϋπολογισμούς κι εναλλαγές τοποθεσιών, είναι ευχάριστο το γεγονός πως το «Evil Dead Rise» υπενθυμίζει πως και με γεωγραφικό περιορισμό της δράσης «γίνεται η δουλειά», αν υπάρχει ταλέντο στη σύλληψη και την εκτέλεση. Προς τιμήν των συντελεστών, υπάρχει κι ένα χρονολογικό εύρος ως προς τις αναφορές σε μεγάλες στιγμές του είδους, από τη «Λάμψη» μέχρι το «Babadook: Οι Σελίδες του Τρόμου», ενώ δεν παραβλέπονται και οι ρίζες της σειράς με πολλά κλεισίματα του ματιού στην τριλογία που τα ξεκίνησε όλα.

Όμως υπάρχουν δημιουργικοί περιορισμοί που φαίνονται, από την άποψη ότι ορισμένα «κουτάκια» πρέπει να τσεκαριστούν για να προκύψει κάτι στουντιακό σε νοοτροπία. Γι’ αυτό και μαζί με όσα προσμετρούνται θετικά, ο θεατής αναγκάζεται να υποστεί κι ένα αρκετά βαρετό οικογενειακό δράμα που χρησιμοποιείται ως σκελετός, το οποίο μάλιστα επεξεργάζεται και αρκετά επιπόλαια, κάμποσες πονηρές ηθικοπλαστικές σπόντες που θα ταίριαζαν καλύτερα σε άλλο τύπο ταινίας και κλισέ μηχανισμούς της πλοκής (ο ανακατωσούρης έφηβος που κάνει τη ζημιά, ήρωες που απλά το παίρνουν απόφαση και από ανήμποροι και φοβισμένοι γίνονται σε δευτερόλεπτα «Ράμπο»). Όλα αυτά δείχνουν πως ο Cronin είναι από τη μια ικανός επαγγελματίας και καλός γνώστης των συμβάσεων του είδους που υπηρετεί, αλλά από την άλλη όχι ακόμη αρκετά «σοφός» και με τελειοποιημένη την τεχνική του τόσο ώστε να πάει πέρα από αυτήν την ταμπέλα. Παρατηρείται και μια παράμετρος στην οποία η εν λόγω συνέχεια «χάνει» σε σύγκριση με την προηγούμενη αναβίωση του 2013, και αυτή είναι η αισθητική της «βρομιάς» που εκεί υπερίσχυε κι ενδυνάμωνε την όλη εμπειρία, ενώ εδώ το όλο πακέτο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως πιο «καλογυαλισμένο». Και το φινάλε αφήνει μια ανάμεικτη τελική γεύση, μιας και φαίνεται από μια ρεαλιστική σκοπιά ιδιαίτερα αφύσικο με βάση τα όσα έχουν προηγηθεί.

Ίσως να βοηθούσε αν το σύνολο είχε πιο έντονη την αίσθηση του μαύρου χιούμορ, το οποίο είναι παρόν αλλά βρίσκεται σε μικρή σχετικά δοσολογία. Έτσι θα απαγκιστρωνόταν και από μια σοβαροφάνεια που σε κάποια σημεία ενοχλεί αλλά θα ήταν και πιο πιστό στο πνεύμα της saga. Γιατί και η αλληγορία που κρύβεται από πίσω γύρω από τη φύση της μητρότητας μπορεί να είναι φιλόδοξη, όμως της λείπει το βάθος για να κάνει τη διαφορά και καταλήγει κιόλας να γειώνει περαιτέρω μια δημιουργία που μοιάζει να τείνει στην αναρχία, αλλά έχει ως τελικό προορισμό τον συντηρητισμό.

Οι απανταχού «τρομοπιστοί» ενδέχεται και να ενθουσιαστούν με πολλά από τα καλά στοιχεία που εντοπίζονται, και όχι άδικα. Πρόκειται για μια πραγματικά καλή πρόταση για όποιον ψάχνει πρωτίστως εκείνες τις απολαύσεις που προσφέρει το γκρανγκινιόλ, η οποία τιμάει και σε γενικές γραμμές το brand name που εκπροσωπεί.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

18 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *