
Ο Ρικάρντο, ένας διακεκριμένος ισπανός βιολόγος, επιστρέφει στην πατρίδα των παιδικών του χρόνων για να προστατεύσει τη λίμνη της περιοχής. Τη λίμνη όμως αυτή την εκμεταλλεύονται ποικιλοτρόπως με παράνομους τρόπους οι ντόπιοι, και η σύγκρουση είναι αναπόφευκτη.
Σκηνοθεσία:
Inaki Sanchez
Κύριοι Ρόλοι:
Raul Arevalo … Ricardo
Paz Vega … Claudia
Joaquin Climent … Eusebio
Roberto Alamo … Tomas
Susi Sanchez … Francisca
Daniela Casas … Julia
Juan Gea … επιθεωρητής Banos
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Inaki Sanchez
Παραγωγή: Ramiro Acero
Μουσική: Xema Fuertes, Amadeo Moscardo
Φωτογραφία: Guillem Oliver
Μοντάζ: Marta Salas
Σκηνικά: Juana Mula
Κοστούμια: Giovanna Ribes
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: El Lodo
- Ελληνικός Τίτλος: Υγρή Γη
- Διεθνής Τίτλος: Wetland
Παραλειπόμενα
- Γυρίστηκε σε εθνικό δρυμό της περιοχής της Βαλένθια.
Κριτικός: Φίλιππος Χατζίκος
Έκδοση Κειμένου: 20/7/2022
Ο βιολόγος Ρικάρντο, μετά από σειρά επιτυχημένων δράσεων στο εξωτερικό, επιστρέφει μαζί με τη σύζυγο και την κόρη του στη γενέτειρά του προκειμένου να εργαστεί για την προστασία της τοπικής λίμνης. Δυστυχώς για εκείνον όμως, η λίμνη αποτελεί τον κεντρικό άξονα των αγροτικών εργασιών της περιοχής και έτσι, μολονότι κινδυνεύει να στερέψει, εξακολουθεί να γίνεται αντικείμενο άλογης εκμετάλλευσης από τον ντόπιο πληθυσμό. Ο Ρικάρντο θα χρειαστεί να αντέξει στην ολομέτωπη επίθεση που του εξαπολύουν οι αγρότες, οι οποίοι αρνούνται να περιορίσουν την υδροληψία, αλλά και να αντιμετωπίσει την οικογενειακή κρίση από την οποία επιχείρησε να ξεφύγει ερχόμενος σε αυτόν τον απόμακρο τόπο.
Στο φιλμ του ο Ινιάκι Σάντσεθ Αριέτα εγκαθιστά ευθύς εξαρχής έναν μελαγχολικό τόνο, ο οποίος πλαισιώνει την αφήγηση μέχρι το τέλος και αποτελεί το δυνατότερο χαρτί της ταινίας, μαζί με τα απειλητικά πλάνα του «βάλτου» που σταδιακά καταπίνει κάθε προσπάθεια του Ρικάρντο για σωτηρία του φυσικού τοπίου και της οικογενειακής του γαλήνης (El Lodo ο πρωτότυπος τίτλος, τουτέστιν η λάσπη). Δυστυχώς όμως το κυρίως κείμενο του έργου πάσχει και μάλιστα σοβαρά˙ οι διάλογοι μοιάζουν επιπόλαιοι και συντείνουν στη δημιουργία μελοδραματικού κλίματος, διασπώντας την αύρα του ατμοσφαιρικού θρίλερ. Ο ρυθμός είναι υπερβολικά βραδείας καύσης, αφαιρώντας έτσι την ένταση από τις ούτως ή άλλως βεβιασμένα τοποθετημένες δραματικές κορυφώσεις. Τελικώς, κανένα από τα θέματα της ταινίας δεν αναδύεται με ενδιαφέρον: η οικογενειακή τραγωδία διαπλέκεται με την περιβαλλοντική καταστροφή, και ενώ τα επιμέρους στοιχεία υπόσχονται μία ιστορία πολλαπλών επιπέδων και αναγνώσεων, τελικώς η ταινία αδυνατεί να σταθεί σε οποιοδήποτε από αυτά.
Ο Αριέτα μπορούσε και όφειλε να αντλήσει περισσότερα από τους δύο βασικούς πρωταγωνιστές, καθώς τόσο ο Ραούλ Αρέβαλο όσο και η Παθ Βέγκα είναι ηθοποιοί φιλότιμοι και αξιόπιστοι, αλλά εδώ πέφτουν θύματα ενός σεναρίου που αδικεί κατάφωρα τους χαρακτήρες τους. Ειδικά η τελευταία εξαναγκάζεται να εκφωνήσει ατάκες εξωπραγματικές, ενώ τελεί σε μία υστερική κατάσταση που δεν προκύπτει ως φυσική απόληξη των δραματουργικών όρων της ταινίας. Παράλληλα, ανεκμετάλλευτη παραμένει κατά βάση και η σύνθεση της τοπικής κοινωνίας, που φέρνει κάτι στο νου από τον Βασιλιά του Νίκου Γραμματικού, αλλά δίχως τη σταδιακά πνιγηρή επιθετικότητα προς τον «ξένο» που καθοδηγεί την όλη τραγωδία.
Με λίγα λόγια, ο Αριέτα δεν καταφέρνει να αναδείξει ούτε τις περιβαλλοντικές (και ταξικές) προεκτάσεις της ιστορίας, αλλά ούτε και την οικογενειακή τραγική συνθήκη του βασικού ήρωα. Του πιστώνεται θετικά η δημιουργία της ατμόσφαιρας, που όμως είναι αδύνατο να διατηρήσει το ενδιαφέρον καθ’ όλη τη διάρκεια και να κρύψει τις κραυγαλέες κατασκευαστικές ατέλειες του σεναρίου και ιδίως των διαλόγων. Δίχως την απαραίτητη εμβάθυνση στις σχέσεις των χαρακτήρων και την απαιτούμενη ένταση στην αφήγησή του, το Wetland καταλήγει ένα άνευρο θρίλερ δίχως σαφή προσανατολισμό.
Βαθμολογία: