Ο γάμος της Κολέτ με τον συγγραφέα Ανρί Γκοτιέ Βιλάρ την απομάκρυνε από την απλοϊκή ζωή της επαρχίας και την εισήγαγε στη θορυβώδη ζωή του Παρισιού, όπου κι ανέπτυξε το συγγραφικό της ταλέντο μεταξύ άλλων. Τα πρώτα της βιβλία εκδόθηκαν με το ψευδώνυμο του άντρα της «Βίλλι» και έγιναν ανάρπαστα. Εύστροφη, δυναμική και γεμάτη αυτοπεποίθηση, η Κολέτ δεν ήταν μόνο μια χαρισματική συγγραφέας, ηθοποιός και δημοσιογράφος, αλλά και μια πρωτεργάτρια του φεμινιστικού κινήματος που αγωνιζόταν για τα δικαιώματα της γυναίκας σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία.

Σκηνοθεσία:

Wash Westmoreland

Κύριοι Ρόλοι:

Keira Knightley … Gabrielle Colette

Dominic West … Henry ‘Willy’ Gauthier-Villars

Eleanor Tomlinson … Georgie Raoul-Duval

Aiysha Hart … Polaire

Fiona Shaw … Sido

Denise Gough … Mathilde de Morny/Missy

Robert Pugh … Jules

Rebecca Root … Rachilde

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Richard Glatzer, Wash Westmoreland, Rebecca Lenkiewicz

Στόρι: Richard Glatzer

Παραγωγή: Elizabeth Karlsen, Pamela Koffler, Michel Litvak, Christine Vachon, Gary Michael Walters, Stephen Woolley

Μουσική: Thomas Ades

Φωτογραφία: Giles Nuttgens

Μοντάζ: Lucia Zucchetti

Σκηνικά: Michael Carlin

Κοστούμια: Andrea Flesch

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Colette
  • Ελληνικός Τίτλος: Colette
  • Εναλλακτικός Ελλ. Τίτλος: Κολέτ [τηλεόραση]

Παραλειπόμενα

  • Ο Wash Westmoreland είχε κάνει μια πρώτη αποτυχημένη προσπάθεια να προωθήσει το αρχικό του σενάριο στον κινηματογράφο το 2001.
  • Στα γυρίσματα στη Βουδαπέστη έκανε τόσο ζέστη, που ο Dominic West φορούσε μέσα από τα βαριά του ρούχα εποχής ένα γελέκο γεμάτο δροσερό νερό.

Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης

Έκδοση Κειμένου: 16/10/2018

Η πραγματική προσωπικότητα γύρω από την οποία περιστρέφεται το φιλμ είναι τόσο ιδιάζουσα και μοναδική, ειδικά για τα δεδομένα της εποχής, που πραγματικά θα ήθελε προσπάθεια για να μην παραχθεί ένα τουλάχιστον ενδιαφέρον αποτέλεσμα. Πράγματι, ενώ σκηνοθετικά ο Wash Westmoreland (που είχε αναπτύξει το σενάριο μαζί με τον εκλιπόντα πλέον σύζυγό του Richard Glatzer) είναι ακαδημαϊκός ως το κόκαλο, η περίπτωση της Colette είναι τόσο έξω από τα αυστηρά στεγανά της περιόδου όπου έζησε ώστε αυτή η αντισυμβατικότητά της παρασέρνει και το πνεύμα της ταινίας και μπορεί εύκολα να ξεγελάσει τον θεατή που δεν μπορεί να ξεχωρίσει τη θεματολογία από το ύφος. Παρά την ασφαλή του εν γένει προσέγγιση όμως, το “Colette” δεν είναι μια βιογραφία εξ’ ολοκλήρου κατασκευασμένη για να ικανοποιήσει τις προδιαγραφές των Όσκαρ. Ίσα ίσα, η ανάλαφρη ατμόσφαιρα που επικρατεί, στα όρια του βουλεβάρτου, μπορεί και να τσαντίσει όσους θα επιθυμούσαν ακόμη μια παραδοσιακά σοβαρή αληθινή ιστορία. Αυτός ο τόνος όμως ταιριάζει περισσότερο και στο πνεύμα του κομματιού του λογοτεχνικού έργου της συγκεκριμένης συγγραφέως στο οποίο εστιάζει το φιλμ. Η ευθυμία αυτή όχι μόνο καθιστά τη θέαση πιο ευχάριστη, αλλά βοηθά εμμέσως και το φεμινιστικό μήνυμα που βρίσκεται στον πυρήνα δίνοντάς του μια πιο εμψυχωτική διάσταση, ικανότερη να εμπνεύσει και να ενθουσιάσει από το να μείνει στην καταγγελία.

Είναι κρίμα που όσον αφορά την ενσάρκωση της διαβόητης Γαλλίδας, η Keira Knightley αποδεικνύεται κάπως λίγη. Αδιαμφισβήτητα έχει δείξει πως έχει δυνατότητες, όμως ενώ εδώ είναι αξιοπρεπέστατη, αυτό δεν αρκεί για έναν τόσο πληθωρικό ρόλο. Το ερμηνευτικό της στυλ είναι υπερβολικά διακριτικό και λεπτεπίλεπτο για να “απογειώσει” έναν τόσο ιδιαίτερο χαρακτήρα. Η έκπληξη του φιλμ ακούει στο όνομα Dominic West: η ζωτικότητα που λείπει από τη συμπρωταγωνίστριά του αναπληρώνεται από τον ίδιο πλάθοντας με μοναδικό τρόπο έναν απολαυστικά αντιπαθή αντιήρωα, επιδεικνύοντας ένα ταμπεραμέντο που κανένας προηγούμενος ρόλος του δεν του είχε επιτρέψει να ξεδιπλώσει. Από την άλλη, είναι ένα κάποιο φάουλ σε μια ταινία τόσο γυναικοκεντρική αυτός που να μένει ερμηνευτικά στο μυαλό να είναι ο πρώτος ανδρικός ρόλος. Δεν αποδυναμώνεται μεν σε κρίσιμο βαθμό το κεντρικό μήνυμα, θα ήταν όμως πολύ ισχυρότερο με μια δυναμικότερη υποκριτικά Knightley ή έστω μια πιο ορμητική αντικαταστάτρια. Αν είναι να ακουστεί πάντως το “Colette” για κάποια κατηγορία της Ακαδημίας Κινηματογράφου και Τεχνών, το μεγαλύτερο “σιγουράκι” είναι αυτή των κοστουμιών, στα οποία έχει γίνει τρομερή δουλειά όχι μονάχα στο σχεδιασμό αλλά και στον τρόπο χρήσης τους, ευρηματικά συμπληρωματικός στη δραματουργία, που υποδηλώνει έξοχα τις εσωτερικές εναλλαγές από τις οποίες περνούν οι ήρωες.

Πέραν των πιο… οσκαρόφιλων που μπορεί να τους ξενίσει μια βιογραφία που δεν είναι αγιογραφία (όχι από την άποψη του αν περιγράφει θετικά τη συγκεκριμένη προσωπικότητα, που το κάνει και δεν υπάρχει τίποτα απολύτως μεμπτό με αυτό, αλλά με το αν την εξυμνεί σε τόσο δυσθεώρητα ύψη που πλέον έχει υπεράνθρωπη υπόσταση) και δεν αισθάνεται ότι οφείλει να ξεδιπλώσει την αφήγησή της έτσι ώστε να νομίζει πως πρόκειται για τη σπουδαιότερη ιστορία από καταβολής κόσμου, ενδέχεται να απογοητευθούν και οι φίλοι της παραδοσιακής ταινίας εποχής, που κυλά με πιο βραδείς ρυθμούς και συγκαλύπτει τον όποιο ερωτισμό υπάρχει κάτω από τόνους υφάσματος. Ο Westmoreland ανατρέπει αυτά τα δύο στοιχεία, προσφέροντας μια εκσυγχρονισμένη εκδοχή της συγκεκριμένης κατηγορίας έχοντας προφανώς ως στόχευση κι ένα νεαρότερο σε ηλικία κοινό που δε μεγάλωσε με Ivory. Σίγουρα έτσι χάνει πόντους όσον αφορά το καλλιτεχνικό βάρος της φόρμας του, ωστόσο οι προθέσεις εδώ είναι ευγενείς: γίνεται μια θυσία προκειμένου να μεταλαμπαδευθεί και σε λιγότερο μυημένους κινηματογραφικά θεατές μια ιστορία που έχει αρκετά να πει στη σημερινή εποχή της ανάδυσης ολοένα και περισσότερων καινούριων φεμινιστικών κινημάτων. Το αποτέλεσμα είναι ψυχαγωγικό κι επιμορφωτικό, αλλά και ταυτόχρονα κάπως “μικρό” για τα κυβικά του αντικειμένου του.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

19 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *