
Συμπέθεροι από Σόι
- Cocorico
- Oh La La
- 2024
- Γαλλία
- Γαλλικά, Γερμανικά, Αγγλικά, Πορτογαλικά
- Κωμωδία, Σάτιρα
- 18 Ιουλίου 2024
Για να παντρευτούν, η Αλίς και ο Φρανσουά οργανώνουν μια συνάντηση μεταξύ των δυο οικογενειών τους, που προέρχονται από πολύ διαφορετικά υπόβαθρα. Για την περίσταση, η Αλίς αποφασίζει να προσφέρει στους γονείς της εξετάσεις DNA. Τα αποτελέσματα θα ανατινάξουν τις βεβαιότητες όλων! Τι θα μπορούσε να είναι χειρότερο για έναν συντηρητικό αστό να μάθει ότι δεν είναι 100% Γάλλος, ή για έναν περήφανο γάλλο πωλητή αυτοκινήτων ότι έχει πραγματικά γερμανική καταγωγή;
Σκηνοθεσία:
Julien Herve
Κύριοι Ρόλοι:
Christian Clavier … Frederic Bouvier-Sauvage
Marianne Denicourt … Catherine Bouvier-Sauvage
Didier Bourdon … Gerard Martin
Sylvie Testud … Nicole Martin
Chloe Coulloud … Alice Bouvier-Sauvage
Julien Pestel … Francois Martin
Patrick Prejean … Κος Martin
Johann Dionnet … Κος Ribeiro
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Julien Herve
Παραγωγή: Thierry Desmichelle, Julien Herve, Remi Jimenez, Philippe Mechelen, Caroline Mougey
Μουσική: Matei Bratescot
Φωτογραφία: Jerome Almeras
Μοντάζ: Stephan Couturier
Σκηνικά: Laure Lepelley-Monbillard
Κοστούμια: Emmanuelle Youchnovski
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Αρνητική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Cocorico
- Ελληνικός Τίτλος: Συμπέθεροι από Σόι
- Διεθνής Εναλλακτικός Τίτλος: Oh La La
Παραλειπόμενα
- Πετυχημένος στο εμπορικό σινεμά σεναριογράφος, αλλά μόλις δεύτερη σκηνοθετική δουλειά για τον Julien Herve, μετά την πρώτη του έξι χρόνια πριν.
- Εμπορική επιτυχία στη χώρα του, ξεπερνώντας σε κέρδη τα 12 εκατομμύρια ευρώ.
Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης
Έκδοση Κειμένου: 14/7/2024
Χωρίς καμία διάθεση υπερβολής, υπάρχουν επεισόδια ελληνικών κωμικών σειρών για την τηλεόραση που έχουν πολύ πιο στιβαρή αλλά και καλοδουλεμένη δομή από το φιλμ του Julien Herve. Είναι εντυπωσιακό το πόσο τεμπέλικα αναπτύσσεται το κεντρικό σεναριακό εύρημα, στον βαθμό που από άποψη πλοκής θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι δεν συμβαίνει σχεδόν τίποτα που να υποδηλώνει εξέλιξη όσο κυλάνε τα λεπτά. Ακόμη και η θεατρικότητα που χαρακτηρίζει μεγάλο μέρος της δράσης δεν δίνει την εντύπωση ότι επιστρατεύτηκε για να δώσει έναν άλλον αέρα στο όλο εγχείρημα, αλλά γιατί ήταν η πιο εύκολη οδός.
Όπως συμβαίνει σχεδόν σε όλες τις κωμωδίες στις οποίες συμμετέχει ο Christian Clavier στο καστ τα τελευταία χρόνια, τα περισσότερα αστεία επικεντρώνονται στο να είναι μη πολιτικώς ορθά, και ίσως και να είναι αυτός ο πρωταρχικός τους στόχος πιο πολύ και από το να βγάζουν γέλιο. Και το αναμενόμενο αποτέλεσμα είναι πως προκύπτει ένα σύνολο πολύ λιγότερο αστείο από αυτό στο οποίο λογικά θα στόχευαν οι συντελεστές. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, έρχεται και μια τελευταία σκηνή που υπόσχεται σίκουελ (αμερικανοποιήθηκε και η ευρωπαϊκή κινηματογραφία…), πατώντας πιθανότατα πάλι πάνω σε παρόμοιας υφής χιούμορ, στοχεύοντας σε εύκολα και γρήγορα χαχανητά που εκμεταλλεύονται στερεοτυπικές το λιγότερο αντιλήψεις. Το ότι φυσικά τα καλαμπούρια τέτοιου τύπου έρχονται σε ευθεία αντίθεση με τα δήθεν μηνύματα που έρχονται στην πορεία περί ανεκτικότητας και ανοίγματος προς την πρόοδο είναι κάτι που υπήρχε σαν πρόβλημα και σε προηγούμενες πρόσφατες προσθήκες στη φιλμογραφία του Clavier. Ίσως αυτή η αντιφατική στρατηγική που να επαναλαμβάνεται έχει πιάσει έναν «παλμό», να μην είναι τυχαία από μαρκετίστικης άποψης αν κοιτάξει κανείς τα εισιτήρια στη Γαλλία…
Το ότι δεν βυθίζεται ολοκληρωτικά το «καράβι» οφείλεται στις ερμηνευτικές προσπάθειες τόσο του Clavier όσο και (μπορεί και κυρίως) του Didier Bourdon, που ενώ δεν αποτελούν και το απαύγασμα της κωμικής φινέτσας, πετυχαίνουν στο να φιλτράρουν με κέφι και αυτοσαρκασμό τα άγχη δύο «περπατημένων» αντρών, φαινομενικά διαφορετικών αλλά τελικά με πολλά κοινά σημεία. Όσα (όχι πολλά) πραγματικά διασκεδαστικά στιγμιότυπα εντοπίζονται, οφείλονται στις προσπάθειές τους.
Αντικρίζοντας κανείς τη συνολική εικόνα, θέτει κάποια ερωτήματα. Πόσο υγιές είναι αυτό που έχει επικρατήσει στερεοτυπικά ως «έλα μωρέ, κωμωδία πάμε να δούμε, να γελάσουμε, όχι κάτι παραπάνω» από τη στιγμή που καθιστά πιο εύκολο το να «χωνευτούν» προβληματικά προϊόντα σαν το συγκεκριμένο; Και μήπως με το τι επιλέγουμε να γελάσουμε φανερώνει πιο πολλά για εμάς από όσα νομίζουμε; Γιατί, εντάξει, καλές ταινίες του συγκεκριμένου είδους πάντα γυρίζονταν, γυρίζονται και θα γυρίζονται, μετράει όμως και η αναλογία πάνω στο σύνολο της αξιόλογης παραγωγής έναντι της πιο αναλώσιμης. Και όσο συνεχίζεται να επιβραβεύεται το ευτελές, αυτό και θα αναπαράγεται περισσότερο.
Βαθμολογία: