1907. Ο Οδυσσέας, γιος του μεγαλύτερου κτηματία του θεσσαλικού κάμπου, επιστρέφει σπίτι του μετά την πρώτη αποτυχημένη εξέγερση των αγροτών. Οι κτηματίες παίρνουν για τις δουλειές τους ξενομερίτες, ενώ οι ντόπιοι πεινάνε. Ο Οδυσσέας από την πρώτη στιγμή παίρνει το μέρος των αγροτών, και έρχεται σε σύγκρουση με τον αδερφό του τον Ρήγα. Δεν είναι όμως ο μόνος λόγος που τον φέρνει αντιμέτωπο με τον Ρήγα. Και τα δυο αδέρφια είναι ερωτευμένα με την Ειρήνη. Παρά τις προσπάθειες του πατέρα τους, δεν θα καταφέρουν τελικά να μονιάσουν.

Σκηνοθεσία:

Βασίλης Γεωργιάδης

Κύριοι Ρόλοι:

Νίκος Κούρκουλος … Οδυσσέας Χορμόβας

Μαίρη Χρονοπούλου … Ειρήνη

Γιάννης Βόγλης … Ρήγας Χορμόβας

Φαίδων Γεωργίτσης … Γιάγκος

Μάνος Κατράκης … πατέρας Χορμόβας

Ζέτα Αποστόλου … αισθησιακή χωριάτισσα

Νότης Περγιάλης … Μαρίνος Αντύπας

Άγγελος Αντωνόπουλος … Κώτσος

Αθηνόδωρος Προύσαλης … χωροφύλακας

Κώστας Μπαλαδήμας … παπάς

Δημήτρης Μπισλάνης … επιστάτης

Βάσος Ανδρονίδης … πάτερ Δημήτρης

Νίκος Κούρος … Θύμιος Πάζης

Ελένη Κριτή … έγκυος γυναίκα

Κώστας Γεννατάς … επιστάτης

Χριστόφορος Ζήκας … πληρωμένος φονιάς

Γιώργος Ξύδης … αμαξάς

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Νίκος Φώσκολος

Παραγωγή: Θεοφάνης Δαμασκηνός, Βίκτωρ Μιχαηλίδης, Φιλοποίμην Φίνος

Μουσική: Μίμης Πλέσσας

Φωτογραφία: Νίκος Δημόπουλος

Μοντάζ: Βασίλης Συρόπουλος

Σκηνικά: Μάρκος Ζέρβας

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Το Χώμα Βάφτηκε Κόκκινο
  • Διεθνής Τίτλος: Blood on the Land

Κύριες Διακρίσεις

  • Υποψήφιο για Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας (Ελλάδα).
  • Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ του Κάρλοβι Βάρι.

Παραλειπόμενα

  • Πρώτη συνεργασία της Φίνος Φιλμ με τη Δαμασκηνός-Μιχαηλίδης, ενώ πλέον τα δικαιώματα ανήκουν στην Καραγιάννης-Καρατζόπουλος.
  • Γυρίστηκε στον νομό Τρικάλων, την Πατουλιά και την Καλαμπάκα. Από τις γύρω περιοχές, ενεργοποιήθηκαν σε ρόλους κομπάρσων πάνω από 120 άνθρωποι. Το μεροκάματο ήταν στις 23 δραχμές.
  • Ο Μαρίνος Αντύπας είναι το μοναδικό ιστορικό πρόσωπο στο σενάριο. Λεπτομέρειες όμως πάνω στη ζωή του έχουν τροποποιηθεί.
  • Προβλήθηκε εκτός συναγωνισμού στο φεστιβάλ Κανών, αποσπώντας θετικές κριτικές.
  • Το 2019, το Θεσσαλικό Θέατρο μετέτρεψε το σενάριο σε θεατρική παράσταση.
  • Με 588.101 εισιτήρια, ήρθε στη 2η θέση ανάμεσα σε 101 ελληνικές ταινίες της σαιζόν.

Μουσικά Παραλειπόμενα

  • Ο Μίμης Πλέσσας συνέθεσε και το μοιρολόι Αητέ και Παλικάρι.

Κριτικός: Σταύρος Γανωτής

Έκδοση Κειμένου: 2/5/2020

Το ελληνικό γουέστερν που άνθησε κατά τη δεκαετία του 1960 είναι αλήθεια ότι έμοιαζε με παρωδία έναντι των σπαγγέτι επιρροών του. Ο Βασίλης Γεωργιάδης όμως δεν ήταν φυσικά η οποιαδήποτε περίπτωση στον χώρο, και δεν είχε κατά νου να ακολουθήσει τα κακά παραδείγματα των συμπατριωτών του. Κι ενώ οι βασικές του εμπνεύσεις βγαίνουν αποθεωτικά στο πανί, υπήρχε ένα σενάριο επηρεασμένο περισσότερο από την επιστημονική φαντασία, παρά τον Sergio Leone…

Μια διττή ταινία, που τη μία θέλεις να γελάσεις με τις απιθανότητες επιμέρους της πλοκής, και από την άλλη θαυμάζεις για τις ερμηνείες, τα καταπληκτικά πλάνα και τον μαεστρικό τρόπο που ο Γεωργιάδης πετυχαίνει να «καταπιεί» τη σεναριακή επιτήδευση και να βγάλει σοβαρότητα επί της οθόνης. Με Κούρκουλο, Χρονοπούλου, Βόγλη και Γεωργίτση στα καλύτερα τους, και με έναν Μάνο Κατράκη όπως πάντα αγέρωχο, το φιλμ πατάει με ασφάλεια πάνω στο καστ και δείχνει χαρακτήρα. Προσφέρει συγκίνηση, πολιτικό μήνυμα, ιστορική συνέπεια επί των μικρών και μεγαλύτερων που περιβάλλουν τη μυθοπλασία, ενώ τσακίζει κόκαλα στη σκηνή της κηδείας του Αντύπα.

Αλίμονο, όμως. Ο χαρακτήρας του Κούρκουλου έχει την τάση να εμφανίζεται εκεί που πρέπει όταν πρέπει, λες και διακτινίζεται! Από την άλλη, για χάριν «ρεαλισμού», έχουμε τα γυμνά της Ζέτα Αποστόλου να έρχονται παράλληλα με τα λόγια του Αντύπα. Τέλος, ο φροντιστής θα έπρεπε να έχει απολυθεί από νωρίς, μια και τα λάθη συνέχειας προκαλούν άθελα τους γέλιο, για να μη μιλήσουμε για τα αλλού-για-αλλού ηχητικά εφέ και την ασυνέπεια των κομπάρσων. Παθογένειες του ελληνικού σινεμά της εποχής, που λογικά πέρασαν απαρατήρητες από την ακαδημία των Όσκαρ, μια και δεν μας είχαν μάθει από την καλή, όπως κι εμείς δεν είχαμε ακόμα μάθει τι εστί Φώσκολος…

Ακόμα κι έτσι, ναι ξεχωρίζει η ταινία από τα απίθανα εκείνα μελό της δεκαετίας του 1960. Συγκαταλέγεται στις καλές στιγμές, χωρίς όμως να συγκρίνεται και με τις πραγματικά καλύτερες, που συνήθως ήταν ανεξάρτητες. Αλλά κι εκείνες… Αητέ και Παλικάρι δεν είχαν!

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

20 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

3 Σχόλια

  1. Ανώνυμος 13 Μαρτίου 2023

    ξεγελασε την ακαδημια ο γεωργιαδης (δυο φορες μαλιστα) αλλα απο το γανωτη δεν ξεφευγει τιποτα...!

    1. Σταύρος Γανωτής 13 Μαρτίου 2023

      Μαγκιά μου, φίλε μου, μέγιστη μαγκιά μου! Φυσικά και δεν είναι τρόπος αυτός που σου απαντάω, αλλά δεν μοιάζει να είσαι έτοιμος για σοβαρές αναλύσεις πάνω σε αυτονόητα μάλιστα δεδομένα... Σύνθημα εσύ, σύνθημα κι εγώ!

      1. Ανώνυμος 13 Μαρτίου 2023

        αν στα σοβαρα δινεις 2 στα 5 σε ταινια που προταθηκε για οσκαρ μηπως να αυτοπροταθεις στην ακαδημια να τους βοηθησεις? αν 'λογικά πέρασαν απαρατήρητες από την ακαδημία' ειναι το πιο λογικο πραγμα που οφειλεις να κανεις