
Όταν μια μητέρα πατάει την κόρνα της τη λάθος στιγμή σε ένα φανάρι, θα ανακαλύψει πόσο μακριά μπορεί να φτάσει η οργή ενός ανθρώπου που νιώθει αόρατος και είναι αποφασισμένος να δώσει ένα μάθημα στην κοινωνία χρησιμοποιώντας την ίδια για παράδειγμα. Σε μια αδιάκοπη αναζήτηση όπου αυτός είναι πάντα ένα βήμα μπροστά, η ίδια πρέπει να βρει τη δύναμη να αντισταθεί όταν οι απειλές αρχίζουν να θέτουν σε κίνδυνο ολόκληρο τον κόσμο της.
Σκηνοθεσία:
Derrick Borte
Κύριοι Ρόλοι:
Russell Crowe … Tom Cooper
Caren Pistorius … Rachel Flynn
Jimmi Simpson … Andy
Gabriel Bateman … Kyle Flynn
Austin P. McKenzie … Fred
Anne Leighton … Deborah Haskell
Michael Papajohn … Homer
Lucy Faust … Rosie
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Carl Ellsworth
Παραγωγή: Lisa Ellzey, Mark Gill, Andrew Gunn
Μουσική: David Buckley
Φωτογραφία: Brendan Galvin
Μοντάζ: Michael McCusker, Steve Mirkovich, Tim Mirkovich
Σκηνικά: Freddy Waff
Κοστούμια: Denise Wingate
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Unhinged
- Ελληνικός Τίτλος: Έκρηξη Θυμού
Παραλειπόμενα
- Ο κεντρικός ρόλος γράφτηκε για τον Nicolas Cage, αλλά εκείνος δεν τον αποδέχτηκε.
- Παρότι ήταν να κάνει πρεμιέρα τον Σεπτέμβρη του 2020, μετατέθηκε για τον Ιούλη, ώστε να γίνει η πρώτη ταινία που “θα τεστάρει τα ύδατα” εντός της εποχής του κορονοϊού. Το τεστ όμως εντέλει έγινε στη διεθνή αγορά, μια και στις ΗΠΑ τίποτα δεν ήταν έτοιμο για άνοιγμα αιθουσών τον Ιούλιο.
Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης
Έκδοση Κειμένου: 15/10/2020
Πίσω από τους θριλερικούς μηχανισμούς του και τις γενικόλογες νύξεις περί αδυσώπητων ρυθμών του σύγχρονου τρόπου ζωής, το φιλμ του Derrick Borte μοιάζει να είναι και μια αλληγορία για τον μέσο λευκό θυμωμένο άντρα που απαντά συχνά με βία θεωρώντας πως το σύστημα τού στερεί όλο και περισσότερα δικαιώματα και που βρίσκεται στο επίκεντρο της πολιτικής συζήτησης στις ΗΠΑ, κι όχι μονάχα ελέω εκλογής Trump. Κακά τα ψέματα, όμως, αν κάποιος περιμένει μια διεξοδική ανάλυση του φαινομένου αυτού εδώ, θα απογοητευθεί οικτρά.
Πρωταρχικό μέλημα εδώ είναι το σασπένς, με μια κεντρική ιδέα που παίρνει πολλά δάνεια από τη σπιλμπεργκική «Μονομαχία» (με τη σημαντική διαφορά ότι εδώ η απειλή δεν είναι απρόσωπη), της οποίας όμως η εκτέλεση δεν είναι εξίσου αξιομνημόνευτη νοηματικά κι αποτελεσματική κατασκευαστικά. Ύστερα από κάποια ενοχλητικά λάθη του Borte στο ξεκίνημα που λειτουργούν υπονομευτικά ως προς το στοιχείο της αγωνίας, τουλάχιστον όταν κλιμακώνεται η βία το σύνολο μοιάζει να πατάει πιο γερά στα πόδια του, παράγοντας ικανοποιητικές δόσεις έντασης. Παρόλο όμως που σε ψυχαγωγικό επίπεδο η «Έκρηξη Θυμού» λειτουργεί κάπως, έστω εντός των περιορισμένων πλαισίων της, ταυτόχρονα δεν διαθέτει σχεδόν τίποτα που να τη διαφοροποιεί από ένα ακόμη αναλώσιμο θρίλερ με έναν «ψυχάκια» κακό πίσω από το τιμόνι (κυριολεκτικά και μεταφορικά).
Μια καίρια αδυναμία εδώ είναι οι τεμπέλικα γραμμένοι χαρακτήρες. Η πρωταγωνίστρια της Caren Pistorius είναι σαν να τσεκάρει, αν όχι όλα, σίγουρα τα περισσότερα κουτάκια των κινηματογραφικών κλισέ που αφορούν τις ανύπαντρες μητέρες, κι εντός αυτών των πλαισίων είναι αναμενόμενο τα χέρια της να είναι δεμένα σχετικά με την ερμηνεία της. Ακόμη και το υποτιθέμενο «βαρύ χαρτί» του κακού, που υποδύεται ο Russell Crowe, αποτελεί τέτοιο λόγω της απρόσμενης αφοσίωσης του ίδιου στον ρόλο, ανεβάζοντας τα ντεσιμπέλ σε πολύ μεγάλα ύψη και προσφέροντας πολύτιμη βοήθεια στον Borte όταν εκείνος φαίνεται να φτάνει σε αδιέξοδα και δεν μπορεί να βγάλει άλλους «λαγούς» αγωνίας από το καπέλο του. Αν κάποιος μπει στη διαδικασία να θέσει τον Crowe ως ηθοποιό εκτός κάδρου, θα δει ξεκάθαρα πως ο χαρακτήρας του είναι μια τσαπατσούλικη καρικατούρα δίχως καλοσχηματισμένα κίνητρα, δίχως δραματουργική υπόσταση και δίχως συναισθηματικές διακυμάνσεις, σε μια μόνιμη κατάσταση θυμού σαν ένας μπαμπούλας σε εικοσιτετράωρη βάρδια. Κι είναι αυτή η «θολούρα» που επικρατεί ως προς την ουσία του συγκεκριμένου ρόλου, που κάνει κάποιον να αναρωτιέται τι είδε ο Crowe σε αυτόν και του δόθηκε σε τέτοιον βαθμό. Τουλάχιστον προσέδωσε ένα καλό ατού σε μια ταινία που, χωρίς την ερμηνευτική στήριξη του ίδιου, θα ήταν σίγουρα πολύ χειρότερη. Για δευτερεύοντες χαρακτήρες, δε, ούτε λόγος…
Είναι κι αυτή η ροπή που ανέκαθεν είχε το αμερικάνικο θρίλερ στο γκροτέσκο τις τελευταίες δεκαετίες, κι η οποία, επειδή έχει περάσει σε μια φάση κορεσμού λόγω του ότι η πλειοψηφία έχει συνηθίσει πλέον σε αιματηρές εικόνες, πλέον πρέπει να διαχειρίζεται με μια κάποια επιδεξιότητα για να μην εκτροχιαστεί στη γελοιότητα, όπως συμβαίνει εδώ σε δυο τρεις στιγμές. Πάντως, για να λέγονται όλα, υπάρχει και μια σκηνή κάπου στη μέση στην οποία ο τρόπος με τον οποίον υπεισέρχεται η βία είναι σχεδόν υποδειγματικός, μεταδίδοντας με μαεστρία μια πολύ έντονη αίσθηση άμεσης απειλής. Αλλά και σε γενικές γραμμές, όποιος ψάχνει απλά για ένα «τσιτωμένο» ενενηντάλεπτο, δεν θα βρει πολλά στοιχεία για να παραπονεθεί. Όμως αυτός που έχει φάει με το κουτάλι τις συμβάσεις του μοντέρνου θρίλερ, πραγματικά θα νιώσει πως βλέπει απλώς μια συρραφή από κλισέ, απλά σερβιρισμένων με μια κάπως μεγαλύτερη δόση επαγγελματισμού σε σύγκριση με μια καραμπινάτη αρπαχτή και με έναν ηθοποιό υψηλής κλάσης που παίρνει στα σοβαρά κάτι που θα μπορούσε κάλλιστα να είχε ξεπετάξει. Ενδεικτικά, μπορεί κανείς να «τεστάρει» τον εαυτό του και να προσπαθήσει να θυμηθεί ύστερα από το πέρας κάποιου χρόνου από τη θέαση του φιλμ μια σκηνή που να μην έχει μέσα τον Crowe. Αυτό από μόνο του κάτι λέει…
Βαθμολογία: