Η Άννα Μπρόνσκι είναι δασκάλα βιολιού σε ένα μουσικό γυμνάσιο. Παρά την αντίθεση όλων των άλλων δασκάλων, η Άννα αναλαμβάνει την εισαγωγή ενός μαθητή, του Αλέξανδρου Παρασκευά, στον οποίο κι εντοπίζει ένα αξιοσημείωτο ταλέντο. Αποφασισμένη να τον προετοιμάσει για την ενδιάμεση εξέταση, παραμελεί την οικογένειά της, τον γιο της, Γιόνας, τον οποίο και φέρνει σε ανταγωνισμό με τον νέο της μαθητή, και τον σύζυγό της, Φιλίπ. Ο συνάδελφός της, Κρίστιαν, με τον οποίο έχει σχέση, την πείθει να συμμετάσχει σε ένα κουιντέτο. Όταν αποτυγχάνει κατά τη διάρκεια της κοινής τους συναυλίας, η πίεση αυξάνεται και εστιάζει πλέον όλη της την προσοχή στον μαθητή της, Αλέξανδρο. Την ημέρα των εξετάσεων τα γεγονότα παίρνουν μια τραγική τροπή…

Σκηνοθεσία:

Ina Weisse

Κύριοι Ρόλοι:

Nina Hoss … Anna Bronsky

Ilja Monti … Alexander Paraskevas

Simon Abkarian … Philippe Bronsky

Serafin Mishiev … Jonas Bronsky

Jens Albinus … Christian Wels

Thorsten Merten … Κος Schupelius

Sophie Rois … Κα Kohler

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Δάφνη Χαριζάνη, Ina Weisse

Παραγωγή: Pierre-Olivier Bardet, Felix von Boehm

Φωτογραφία: Judith Kaufmann

Μοντάζ: Hansjorg Weissbrich

Σκηνικά: Susanne Hopf

Κοστούμια: Petra Kray

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Das Vorspiel
  • Ελληνικός Τίτλος: Η Ακρόαση
  • Διεθνής Τίτλος: The Audition
  • Εναλλακτικός Τίτλος: Vorspielen

Κύριες Διακρίσεις

  • Βραβείο γυναικείας ερμηνείας (Nina Hoss) στο φεστιβάλ του Σαν Σεμπάστιαν.
  • Βραβείο γυναικείας ερμηνείας (Nina Hoss) στο φεστιβάλ της Στοκχόλμης.

Παραλειπόμενα

  • Δεύτερη σκηνοθεσία για την ηθοποιό Ina Weisse, με την πρώτη όμως να είναι το 2008. Και στις δύο αυτές ταινίες συνεργάστηκε με τη θεσσαλονικιά Δάφνη Χαριζάνη (η οποία και παίζει τσέλο, κάτι που αποδείχτηκε χρήσιμο για το σενάριο).
  • Πρωτόλεια κινηματογραφική εμπειρία για τον νεαρό Ilja Monti, όπου ερμηνεύει ο ίδιος με το βιολί επί της ταινίας.

Κριτικός: Ορέστης Μαλτέζος

Έκδοση Κειμένου: 28/9/2021

Δεν θεωρώ πως η Nina Hoss κατέχει στη συνείδηση του σινεφίλ κοινού της χώρας μας τη θέση που της αξίζει, με τον τρόπο που το έχουν καταφέρει φερειπείν η Isabelle Huppert ή ακόμα και η Diane Kruger χάρη στο “In the Fade” του δημοφιλή Fatih Akin. Η παράλειψη αυτή ίσως να προκύπτει από το γεγονός ότι ακόμα και η διασημότερη πρόσφατη ταινία της, το “Phoenix” του Christian Petzold, δεν έφτασε τα επίπεδα αναγνωρισιμότητας ενός “Elle”. Κι αυτή η αδικία με ωθεί να ξεκινήσω με τούτη την αναφορά σε μια άξια πρωταγωνίστρια που με τις εξευγενισμένες και εσωστρεφείς ερμηνείες της κατορθώνει να ανυψώσει το υλικό με το οποίο καταπιάνεται μετατρέποντας από μόνη της την τελική ταινία σε κάτι άξιο θέασης.

Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι και η «Ακρόαση», όπου η Hoss υποδύεται μια καθηγήτρια βιολιού, και παρά τον σαφή στόχο της ιστορίας που είναι η μετατροπή ενός δειλού κι άτολμου ανήλικου σε ικανό μουσικό με τεχνική, η καρδιά της βρίσκεται στο ανθρωποκεντρικό κομμάτι που περιστρέφεται γύρω από τον χαρακτήρα της Hoss. Τα εμφανή προβλήματα που ταλανίζουν τη γυναίκα αυτή δεν οφείλονται στις φαινομενικά τεταμένες σχέσεις με την οικογένειά της ούτε στις εργασιακές της προστριβές με συναδέλφους της, αλλά πηγάζουν από μια βαθιά εσωτερική κρίση. Πρόκειται για έναν χαρακτήρα με ψυχικό κόσμο που βράζει, και αν ο θεατής παρακολουθεί ακόμα και με ελάχιστο ενδιαφέρον την εξέλιξη αυτής της βραδυφλεγούς ταινίας, δεν διστάζω να πω πως αυτό οφείλεται εξολοκλήρου στη Hoss, αφού οι σκηνές που επιχειρούν να εξωτερικεύσουν το είναι της φαντάζουν στην καλύτερη των περιπτώσεων άβολες, ενώ στη χειρότερη προκαλούν ένα αμήχανο γέλιο.

Ίσως να οφείλεται στη σεναριακή στερεοτυπική παρουσίαση μιας γυναικείας καθημερινότητας, στο ότι η ταινία άτσαλα ξεδιπλώνει τη σαφή ψυχική κατάπτωση αυτή της γυναίκας επιστρατεύοντας τη σχέση με τον γιο, τον άντρα και τον εν δυνάμει εραστή της, ή ίσως πάλι αυτός και να ήταν ο στόχος της σκηνοθέτιδας και σεναριογράφου Ina Weisse εξαρχής, θέλοντας να την παρουσιάσει παγιδευμένη στην προδιαγεγραμμένη ζωή της. Δυστυχώς αυτό είναι κάτι που δεν μπορούμε να το διακρίνουμε από το τελικό αποτέλεσμα που βλέπουμε στην οθόνη χωρίς την ανάλυση μιας καλλιτεχνικής πρόθεσης που θα όριζε τη ματιά μας ως θεατές. Αυτό όμως που αναγνωρίζουμε είναι πως η Hoss τουλάχιστον το γνωρίζει, και αν ήταν αποκλειστικά στο χέρι της, με τον τρόπο που θα ήταν λόγου χάρη με τη μορφή ενός θεατρικού μονολόγου, θα μπορούσε να το μεταδώσει και σε εμάς. Σε αυτή την ταινία, όμως, με την πληθώρα των σκηνών που κάνουν την προσοχή μας να παραπαίει από τα πραγματικά ουσιώδη περιστατικά της ιστορίας, αυτή η γνώση μάς είναι απαγορευμένη.

Η πρωταγωνίστρια παραμένει καθ’ όλη τη διάρκεια αποκομμένη από τους συμπληρωματικούς χαρακτήρες, επιτυχώς χάρη στη Hoss με το πολυεπίπεδο αίσθημα θυμού και τα ξαφνικά συγκρατημένα ξεσπάσματά της, στερημένη από τη διακαή επιθυμία της να αφεθεί και να λυθεί σε έναν προσωπικό θρήνο, και ανεπιτυχώς από την παρουσία των υπόλοιπων ηθοποιών που οι χαρακτήρες τους δεν αποκτούν ποτέ μια αντίστοιχη υπόσταση και αφήνονται να υπάρχουν ως απλοί ρόλοι, ο ρόλος του συζύγου, ο ρόλος του πατέρα, και ούτω καθεξής. Ακόμα και ο ρόλος του μαθητή, ίσως της ουσιαστικότερης σχέσης που δημιουργείται μέσα στην ταινία, όσο κι αν ο πρωτοεμφανιζόμενος Ilja Monti φορά ικανοποιητικά τα χαρακτηριστικά του, αυτά παραμένουν επιφανειακά.

Όσον αφορά τον σκοτεινό τόνο που διέπει την ταινία μέσω της μουσικής και της φωτογραφίας της και προμηνύει το δυσάρεστο φινάλε, αυτό έρχεται μάλλον άκομψα και απότομα αφήνοντας την επιθυμητή ουσία να αιωρείται τόσο σε επίπεδο πλοκής όσο και στις προσδοκίες των θεατών, καθιστώντας το εντέλει άκαρδο μέσα στην ατέλειά του.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

11 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *