Οι Δικοί μου Άνθρωποι
- Tesnota
- Closeness
- 2017
- Ρωσία
- Ρωσικά
- Δραματική, Δραματικό Θρίλερ, Σινεφίλ
- 05 Απριλίου 2018
1998, Ναλτσίκ, Βόρειος Καύκασος, Ρωσία. Η 24χρονη Ιλιάνα εργάζεται στο γκαράζ του πατέρα της, ώστε να τα βγάλουν πέρα. Ένα απόγευμα, η πολυμελής οικογένεια και οι φίλοι της μαζεύονται για να γιορτάσουν τον αρραβώνα του μικρότερου αδελφού της, Νταβίντ. Αργότερα, το νεαρό ζευγάρι απάγεται, και καταφτάνει απαίτηση για λύτρα. Σε μια τέτοια εγκλωβισμένη εβραϊκή κοινωνία, το ανακάτεμα της αστυνομίας δεν τίθεται. Πώς θα μαζέψει η οικογένεια τα χρήματα για να σώσουν τον Νταβίντ; Η Ιλιάνα και οι γονείς της, ο καθένας με τον δικό του τρόπο, θα φτάσουν ακόμα και στα άκρα αν χρειαστεί, παρότι ρισκάρουν και τον ίδιο τους τον εαυτό.
Σκηνοθεσία:
Kantemir Balagov
Κύριοι Ρόλοι:
Darya Zhovnar … Ilana ‘Ila’ Koft
Olga Dragunova … Adina Koft
Atrem Cipin … Avi Koft
Veniamin Kac … David Koft
Nazir Zhukov … Zalim
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Kantemir Balagov, Anton Yarush
Παραγωγή: Eduard Pichugin, Aleksandr Sokurov, Nikolay Yankin
Φωτογραφία: Artem Emelianov
Μοντάζ: Kantemir Balagov
Σκηνικά: Alexey Paderin
Κοστούμια: Lidiya Kryukova
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Tesnota
- Ελληνικός Τίτλος: Οι Δικοί μου Άνθρωποι
- Διεθνής Τίτλος: Closeness
Κύριες Διακρίσεις
- Βραβείο FIPRESCI για τη συμμετοχή στο τμήμα Ένα Κάποιο Βλέμμα του φεστιβάλ Κανών.
Παραλειπόμενα
- Μεγάλου μήκους ντεμπούτο για τον Kantemir Balagov.
- Γυρίστηκε μέσα σε 26 ημέρες.
Κριτικός: Φίλιππος Χατζίκος
Έκδοση Κειμένου: 7/11/2017
Στη ρωσική ύπαιθρο του 1998, ένας νεαρός νεόνυμφος εβραίος απάγεται. Τα ζητούμενα λύτρα κινούνται σε δυσθεώρητα ύψη. Ο πατέρας, η μητέρα και η αδερφή του αναζητούν τρόπο να αντιμετωπίσουν την κατάσταση, στρεφόμενοι αρχικά στην εβραϊκή κοινότητα της περιοχής.
Ο 26χρονος Καντεμίρ Μπαλαγκόφ, καθιστά εξ αρχής σαφές ότι η βασική του ιστορία είναι απλά ένας καμβάς. Επιθυμεί να μιλήσει για πολλά πράγματα ταυτόχρονα μέσα σε δύο ώρες και το τελευταίο που προσπαθεί είναι να προσδώσει οποιονδήποτε αγωνιώδη τόνο στο έργο του. Η βασική σύλληψή του λειτουργεί στην εντέλεια, καθώς με πρόσχημα την απαγωγή του νεαρού ο σκηνοθέτης οδηγεί τους χαρακτήρες του σε μια σειρά από συγκρούσεις που τους φωτίζουν πολύπλευρα.
Ο πατέρας είναι τόσο συγκαταβατικός που καταλήγει άβουλος. Η μητέρα θέλει να αναλάβει άμεσα δράση, να ελευθερώσει το τέκνο της με κάθε τίμημα. Και η κόρη, που τοποθετείται στο κέντρο της αφήγησης, είναι η ενσάρκωση της συγκρουσιακής συνθήκης. Αρνείται να συμβιβαστεί με τις συχνά παλαιολιθικές νοοτροπίες των γονέων της, αλλά δε μπορεί να επιλύσει το πρόβλημα μόνη της. Είναι ερωτευμένη με έναν χριστιανό, αλλά δε μπορεί να διαφύγει της ταυτότητάς της. Στον πυρήνα της, δε μπορεί να δεχτεί ότι η μοίρα της είναι προδιαγεγραμμένη και ψάχνει συνεχώς την έξοδο κινδύνου, αναζητώντας τη ρήξη με ο, τι απειλεί να την καταδικάσει στην παντοτινή μιζέρια.
Κάτω από όλα αυτά, ο Μπαλαγκόφ θέλει να μιλήσει για την ρωσική πραγματικότητα της ταραγμένης εποχής που ακολούθησε τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης. Μια περίοδο στην οποία κυριάρχησαν τα τυφλά φυλετικά μίση και η ανέχεια. Έχοντας ως βασική κινητήριο δύναμη τη συγκλονιστική ερμηνεία που αποσπά από την Ντάρια Ζόβναρ, δημιουργεί μια ηρωίδα που αναζητά με πάθος το ζωτικό της χώρο στο πιο αφιλόξενο δυνατό περιβάλλον. Απεικονίζοντας εξαιρετικά τα συναισθήματα ντροπής και την ενοχή των ηρώων του, ο Ρώσος σκηνοθέτης ουσιαστικά αναρωτιέται μέχρι ποιο σημείο μπορεί η μισαλλοδοξία να συντρίβει την ατομικότητα. Μπορεί κανείς να τοποθετήσει τον εαυτό του εναντίον όσων από πάντα ακούει ότι θα πρέπει να σέβεται; Μπορεί να έρθει σε ρήξη με τα κοινώς αποδεκτά ως ιερά και όσια, όπως η φυλή, η θρησκεία και η οικογένεια;
Πρόθεση του σκηνοθέτη είναι να γεννήσει απορίες, όχι να προσφέρει λύσεις. Και αυτό το καταφέρνει με χαρακτηριστική άνεση και δυσβάσταχτη ένταση. Τα συχνά κοντινά πλάνα του στα πρόσωπα, ιδίως σε αυτό της Ζόβναρ, δημιουργούν έναν αυθεντικό συναισθηματικό χείμαρρο. Όπως όμως συχνά συμβαίνει με τις πρώτες μεγάλου μήκους ταινίες πολλών δημιουργών, είναι τόση η επιθυμία του να μιλήσει για τα πάντα που τελικά μοιάζει να μην εστιάζει σε τίποτα συγκεκριμένο. Έτσι, ο θεατής είναι εύκολο να αφαιρεθεί και να αισθανθεί ότι παρακολούθησε μια σειρά νύξεων για σοβαρά θέματα χωρίς κεντρικό άξονα. Παράλληλα, ο ρυθμός είναι σε σημεία εξοντωτικά αργός, αν και είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τη συγκεκριμένη δημιουργία με άλλο αφηγηματικό τέμπο.
Στη ασφυκτικό «Closeness» υπάρχουν όλα τα στοιχεία μιας αληθινά σπουδαίας ταινίας. Ο Μπαλαγκόφ διαθέτει οξύ κοινωνικοπολιτικό αισθητήριο, την απαραίτητη ευαισθησία ώστε να μην καταστεί μονομερής η αφήγησή του και ζωηρή σκηνοθετική φαντασία. Με δεδομένο το νεαρό της ηλικίας του, είναι σαφές ότι το ρωσικό σινεμά έχει να περιμένει πολλά από αυτόν. Διδάχτηκε, άλλωστε, από τον Αλεξάντερ Σοκούροφ, έναν πραγματικό τιτάνα του χώρου.
Βαθμολογία: