
Κι Αύριο, ο Κόσμος Όλος
- Und Morgen die Ganze Welt
- And Tomorrow the Entire World
- 2020
- Γερμανία
- Γερμανικά
- Δραματική, Δραματικό Θρίλερ, Νεανική, Πολιτική
Μανχάιμ, Γερμανία. Η Λουίζα, πρωτοετής φοιτήτρια νομικής, ξεκόβει από το συντηρητικό οικογενειακό περιβάλλον της και γίνεται μέλος ενός αντιφασιστικού κοινοβίου. Καθώς οι διαφωνίες ανάμεσα στους πιο μετριοπαθείς και στους θερμόαιμους ως προς τη δράση φουντώνουν, η Λουίζα βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα κρίσιμο ερώτημα: η βία δικαιολογείται στη μάχη κατά του φασισμού;
Σκηνοθεσία:
Julia von Heinz
Κύριοι Ρόλοι:
Mala Emde … Luisa
Noah Saavedra … Alfa
Tonio Schneider … Lenor
Luisa-Celine Gaffron … Batte
Andreas Lust … Dietmar
Michael Wittenborn … Joachim
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: John Quester, Julia von Heinz
Παραγωγή: Fabian Gasmia, Julia von Heinz
Μουσική: Matthias Petsche
Φωτογραφία: Daniela Knapp
Μοντάζ: Georg Soring
Σκηνικά: Christian Kettler
Κοστούμια: Maxi Munzert
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Und Morgen die Ganze Welt
- Ελληνικός Τίτλος: Κι Αύριο, ο Κόσμος Όλος
- Διεθνής Τίτλος: And Tomorrow the Entire World
Κύριες Διακρίσεις
- Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Βενετίας.
- Επίσημη πρόταση της Γερμανίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ.
Κριτικός: Φίλιππος Χατζίκος
Έκδοση Κειμένου: 29/10/2021
Η Λουίζα, μια νεαρή φοιτήτρια νομικής, γόνος εύπορης οικογένειας μεγαλοαστικών συνηθειών, εντάσσεται σε μια αντιφασιστική οργάνωση. Στην πορεία προς μια ατελή ενηλικίωση της πολιτικής σκέψης ριζοσπαστικοποιείται, θαυμάζει τους γοητευτικούς εμπνευστές της οργανωμένης αντιφασιστικής πάλης, αλλά και βιώνει τη σκιά που αφήνουν τα πρώτα αναπάντητα πολιτικά ερωτήματα περί των ορίων της δράσης, ενώ παράλληλα γνωρίζει ποικίλες εκφάνσεις της σεξουαλικότητας και της φιλίας.
Το φιλμ της Γιούλια φον Χάιντς σφύζει από ζωή και νεανικό παλμό. Το μοντάζ θέτει την ένταση στα κόκκινα και υπαγορεύει την αγωνία, ενώ παράλληλα ο τρόπος που η γερμανίδα δημιουργός ακολουθεί την πορεία των ακτιβιστών στις πιο τεταμένες στιγμές της καταφέρνει να αιχμαλωτίσει εκείνες τις στιγμές που μυρίζουν μπαρούτι. Το φασιστικό τέρας θεριεύει και το σφρίγος των νεαρών στην αντιμετώπισή του είναι ζηλευτό. Άλλωστε, η Λουίζα αντιλαμβάνεται τη σιωπηρή ανοχή όσων δεν αγανακτούν ως τροφή των φασιστών.
Δυστυχώς, όμως, ό,τι κερδίζει η ταινία σε πάθος μοιάζει να το στερείται σε ακρίβεια και πολιτική εμβάθυνση, καθώς σε μεγάλο μέρος της επιλέγει να αθροίσει σχηματικές συμπεριφορές εντός και εκτός των τεκταινόμενων στην antifa οργάνωση. Σαφώς και υπάρχει κάποια αληθοφάνεια σε όλα αυτά, είναι άλλωστε ιδωμένα μέσα από ένα μυαλό που στερείται τις ζυμώσεις που το καθηλώνουν στην απραξία και ερμηνεύει τον κόσμο ενώ παράλληλα τον γνωρίζει. Δυστυχώς, όμως, και παρά την όχι ιδιαίτερα σύντομη διάρκεια του έργου (110 λεπτά), πολλές οδοί που διαβαίνει το σενάριο μοιάζουν προκαθορισμένες, ενώ και οι περισσότερες θεματικές δεν αξιοποιούνται στο βαθμό που θα στήριζαν τη δραματουργία του έργου.
Υπάρχουν επί της αρχής γόνιμοι προβληματισμοί σχετικά με την τοξική αρρενωπότητα σε έναν χώρο κατά τεκμήριο προοδευτικό, τη βία ως μέσο ταξικής και αντιφασιστικής πάλης και το κατά πόσο τα αιτήματα του χώρου έχουν πραγματική επαφή με τη σύγχρονη κοινωνία ή δίνουν ακόμα αναφορά σε ρομαντικοποιημένες αγωνιστικές ουτοπίες του παρελθόντος. Ενώ όμως γεννούν το πρωτογενές ενδιαφέρον, μοιάζουν να παραμένουν ιντριγκαδόρικες διακηρύξεις παρά αφηγηματικά θεμέλια της ιστορίας.
Παρά τις σημαντικές υπεραπλουστεύσεις, όμως, η Γιούλια φον Χάιντς πασχίζει να αποφύγει τις εύκολες απαντήσεις. Παραμένει υπέρ το δέον γοητευμένη από το πολιτικό βάρος των ίδιων των ερωτημάτων που θέτει, αλλά αφηγείται μια ιστορία που θα παραπέμψει όσους έχουν παρεμφερείς προσλαμβάνουσες σε παλλόμενες στιγμές. Μέρες και νύχτες που το πολιτικό αίνιγμα του κόσμου έμοιαζε ικανό να λυθεί στην ακατάστατη έδρα μιας συλλογικότητας που μπορεί να κλείνει τα μάτια μπροστά στις εγγενείς αντιφάσεις της, αλλά είναι αποφασισμένη να μην εγκαταλείψει την κοινωνική πάλη για τον εξοβελισμό αποτρόπαιων φασιστικών μορφωμάτων δια παντός.
Βαθμολογία: