
Αντίο, Ηλίθιοι
- Adieu les Cons
- Bye Bye Morons
- 2020
- Γαλλία
- Γαλλικά, Αγγλικά
- Δραμεντί, Μαύρη Κωμωδία, Περιπέτεια, Πολιτικό Θρίλερ, Σάτιρα
- 16 Σεπτεμβρίου 2021
Όταν η 43χρονη κομμώτρια Σιζ Τραπέ μαθαίνει για τη βαρύτατη ασθένεια της, αποφασίζει να αναζητήσει εκείνο το παιδί που εγκατέλειψε όταν ήταν ακόμα στα 15 της. Εν μέσω ενός κυκεώνα γραφειοκρατίας, ο δρόμος της διασταυρώνεται με τον 50χρονο κι εξουθενωμένο Ζαν-Μπαπτίστ, αλλά και τον Σερζ, έναν τυφλό αρχειοθέτη με έντονη τάση στην υπεραισιοδοξία. Οι τρεις τους τώρα βάζουν μπρος για μια απίθανη και θεαματική αναζήτηση.
Σκηνοθεσία:
Albert Dupontel
Κύριοι Ρόλοι:
Virginie Efira … Suze Trappet
Albert Dupontel … Jean-Baptiste Cuchas
Nicolas Marie … Serge Blin
Jackie Berroyer … Δρ Lint
Michel Vuillermoz … ο ψυχίατρος
Laurent Stocker … Κος Tuttle
Bouli Lanners … ο γιατρός
Terry Gilliam … ο κυνηγός
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Albert Dupontel
Παραγωγή: Catherine Bozorgan
Μουσική: Christophe Julien
Φωτογραφία: Alexis Kavyrchine
Μοντάζ: Christophe Pinel
Σκηνικά: Carlos Conti
Κοστούμια: Mimi Lempicka
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Adieu les Cons
- Ελληνικός Τίτλος: Αντίο, Ηλίθιοι
- Διεθνής Τίτλος: Bye Bye Morons
Κύριες Διακρίσεις
- Βραβείο καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, δεύτερου αντρικού ρόλου (Nicolas Marie), σεναρίου, φωτογραφίας και σκηνικών στα Cesar. Υποψήφιο για πρώτο αντρικό ρόλο (Albert Dupontel), πρώτο γυναικείο ρόλο (Virginie Efira), μουσική, μοντάζ, κοστούμια και ήχο.
Παραλειπόμενα
- Η ταινία αφιερώθηκε στον Terry Jones, μέλος των Monty Python, που έφυγε από τη ζωή στις αρχές του 2020.
- Η παρουσία του Terry Gilliam σε γκεστ-ρόλο δεν είναι τυχαία, αν και ο συσχετισμός με τον θάνατο του Terry Jones αποτελεί συγκυρία. Ο Albert Dupontel χρησιμοποιεί τους Monty Python ως πηγή έμπνευση του για το φιλμ, αλλά και συγκεκριμένα το Μπραζίλ (1985) του Terry Gilliam, από το οποίο δανείζεται και ονόματα χαρακτήρων ως φόρο τιμής.
Κριτικός: Σοφία Γουργουλιάνη
Έκδοση Κειμένου: 15/9/2021
Βασικό συστατικό της τέχνης θα είναι πάντα η τόλμη αναζήτησης κι ανεύρεσης μιας προσωπικής ταυτότητας κι ενός διακριτού καλλιτεχνικού στίγματος. Χωρίς να διεκδικεί τις δάφνες της παρθενογένεσης, ο καλλιτέχνης έχει το χρέος της συνέπειας απέναντι στο καλλιτεχνικό του όραμα. Ο Albert Dupontel κινείται εδώ ακριβώς στον αντίποδα της θέσης αυτής, δημιουργώντας ένα κακόγουστο κολάζ επιρροών που δεν καταλήγει ποτέ σε μία κάποια ολοκληρωμένη κινηματογραφική πρόταση.
Διαθέτει ένα σενάριο που επιχειρεί σκληρά να πατήσει στις βάσεις του σουρεαλισμού και να επενδύσει σε ένα φαρσικό χιούμορ της ευφυίας των Monty Python. Είτε όμως από έλλειψη ευφυίας, είτε από απλή έλλειψη χιούμορ, δεν καταφέρνει ποτέ να φανεί ούτε στο ελάχιστο αστείος, αλλά ούτε και ευφυής.
Ενώ η σκηνοθεσία δεν βρίσκει πουθενά καμία τόλμη που θα μπορούσε να αναδείξει ένα μέτριο σενάριο σε αισθητική πρόταση. Κινείται λοιπόν στα ρηχά νερά μιας βαρετής αισθητικής που ποντάρει στην -πλέον- μπανάλ ατμόσφαιρα της αστικής Γαλλίας. Και δεν καταφέρνει ούτε στιγμή να εισχωρήσει στα ενδότερα των σινεφιλικών μας ματιών.
Οι ερμηνείες έχουν κι αυτές καθοδηγηθεί προς την πλευρά του γκαγκ και της πρόκλησης εύκολου γέλιου. Ένα γέλιο που θα αποβεί όμως τελικά μοιραία κι οριστικά εξαφανισμένο από προσώπου οθόνης. Συμπερασματικά, πρόκειται για ένα θέαμα που βρίθει βαρεμάρας και ατολμίας.
Βαθμολογία: