O ανεκδιήγητος επιθεωρητής Κλουζό αναλαμβάνει την υπόθεση της Μαρία Γκαμπρέλι, η οποία κατηγορείται για τον φόνο του εραστή της. Ο Κλουζό, πεπεισμένος για την αθωότητα της, προσπερνάει με σουρεαλιστική άνεση όλα τα στοιχεία που αποδεικνύουν μπροστά στα μάτια του την ενοχή της, κάνοντας τον γενικό επιθεωρητή Ντρέιφους ψυχολογικό ράκος.

Σκηνοθεσία:

Blake Edwards

Κύριοι Ρόλοι:

Peter Sellers … επιθεωρητής Jacques Clouseau

Elke Sommer … Maria Gambrelli

George Sanders … Benjamin Ballon

Herbert Lom … επίτροπος Charles Dreyfus

Graham Stark … αστυνομικός Hercule LaJoy

Tracy Reed … Dominique Ballon

Vanda Godsell … μαντάμ LaFarge

Martin Benson … Maurice

Andre Maranne … αστυνόμος Francois Chevalier

Burt Kwouk … Cato Fong

Douglas Wilmer … Henri LaFarge

Tutte Lemkow … κοζάκος χορευτής

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Blake Edwards, William Peter Blatty

Παραγωγή: Blake Edwards

Μουσική: Henry Mancini

Φωτογραφία: Christopher Challis

Μοντάζ: Bert Bates, Ralph E. Winters

Σκηνικά: Michael Stringer

Κοστούμια: Margaret Furse

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: A Shot in the Dark
  • Ελληνικός Τίτλος: Λαγωνικό 24 Καρατίων

Άμεσοι Σύνδεσμοι

Σεναριακή Πηγή

  • Θεατρικό: L’Idiote του Marcel Achard.
  • Θεατρικό: A Shot in the Dark του Harry Kurnitz.
  • Σενάριο (χαρακτήρας): Ο Ροζ Πάνθηρ των Maurice Richlin, Blake Edwards.

Κύριες Διακρίσεις

  • Υποψήφιο για Bafta βρετανικών κοστουμιών.

Παραλειπόμενα

  • Εδώ πλάθεται ουσιαστικά το σύμπαν του επιθεωρητή Κλουζό, με τους βασικούς ήρωες που θα τον ακολουθήσουν σε επόμενα σίκουελ. Herbert Lom, Burt Kwouk και Andre Maranne θα γίνουν μόνιμοι στη σειρά, ενώ ο Graham Stark θα επανεμφανιστεί στα Ίχνη του Ροζ Πάνθηρα. Το πιο παράδοξο όμως είναι με την περίπτωση της Μαρία Γκαμπριέλι, που θα βρεθεί ξανά στο Ο Γιος του Ροζ Πάνθηρα (1993) ως η μητέρα του γιου του Κλουζό, αυτή τη φορά υπό τη μορφή της Claudia Cardinale, της πριγκίπισσας Ντάλα δηλαδή της ορίτζιναλ ταινίας.
  • Αμέσως μετά την επιτυχία στον Ροζ Πάνθηρα, ο Sellers προσεγγίσθηκε για τη θεατρική διασκευή έργου του Harry Kurnitz, αλλά δεν έμεινε διόλου ευχαριστημένος από το ήδη έτοιμο σενάριο των Alec Coppel και Norman Krasna. Τότε, ο παραγωγός Walter Mirisch ζήτησε από τον Blake Edwards να το αναλάβει, αντί του Anatole Litvak που είχε τη θέση ως τότε. Αρχικά ο Edwards αρνήθηκε, αλλά μετά από πιέσεις δέχτηκε με τον όρο ότι θα γράψει ο ίδιος το σενάριο, αλλά κι ότι ο κεντρικός ήρωας θα αντικατασταθεί με τον Κλουζό (και τις κωμικές συνέπειες του…).
  • Παρότι η συνεργασία τους υπήρξε μακρά, Edwards και Sellers ορκίστηκαν μετά από αυτή την ταινία ότι δεν θα δούλευαν ποτέ ξανά μαζί. Ο  όρκος τους πατήθηκε μετά από 4 χρόνια. Σύμφωνα με τον Edwards, ο πρωταγωνιστής του εξαφανίστηκε επί μία εβδομάδα διαμέσου των γυρισμάτων, κι επιστρέφοντας φανερώθηκε ότι είχε πάει απλά διακοπές. Ο σκηνοθέτης ήταν έτοιμος να τον “δολοφονήσει”, μέχρι που ο Sellers τού μίλησε για έναν γάλλο ξενοδόχο που συνάντησε, και του “δάνεισε” την αστεία του προφορά. Έτσι γεννήθηκαν λέξεις όπως το “beump” και το “meuths”. Αυτό όμως που έφερε τη ρήξη ανάμεσα τους ήταν ο αυτοσχεδιαστικός χαρακτήρας των γυρισμάτων, που συχνά έβρισκε αντίθετο τον σκηνοθέτη.
  • Η φίρμα DePatie-Freleng Enterprises παρείχε κι εδώ το καρτούν των τίτλων, αλλά αυτή τη φορά χωρίς τον Ροζ Πάνθηρα, αφού φυσικά δεν υπάρχει κανένας συσχετισμός αυτού και της συγκεκριμένης ταινίας. Αυτή ήταν και η μία από τις δύο φορές στο franchise που συνέβη κάτι παρόμοιο (η άλλη ήταν στο Ο Επιθεωρητής Κλουζό του 1968).
  • Ο Walter Matthau, που εμφανίζονταν στο θεατρικό, ήταν αρχικά να εμφανιστεί κι εδώ, ως  βοηθός του Κλουζό.
  • Για τον ρόλο της Μαρία Γκαμπριέλι, η Sophia Loren ήταν έτοιμη να τον αναλάβει, αλλά ασθένησε. Επόμενη επιλογή ήταν η Romy Schneider, που όμως είχε ήδη υποχρεώσεις, ενώ ακούστηκε και το όνομα της Shirley MacLaine. Η Elke Sommer, που πήρε εντέλει τον ρόλο, έβαλε από την τσέπη της 100 χιλιάδες δολάρια για να ακυρώσει δύο ταινίες που θα έκανε στη Γερμανία, θέλοντας έτσι να εισχωρήσει στα πλάνα της MGM.
  • Ο χαρακτήρας του Burt Kwouk ονομάστηκε Kato από τον αντίστοιχο στο κόμικ Green Hornet. Επειδή όμως προέκυψαν θέματα πνευματικής ιδιοκτησίας, το όνομα άλλαξε σε Cato.

Μουσικά Παραλειπόμενα

  • Ο Henry Mancini έγραψε για την ταινία και το τραγούδι The Shadows of Paris. Παρότι δεν αναφέρεται πουθενά το όνομα της τραγουδίστριας, σύγχρονες αναφορές επιβεβαιώνουν ότι ήταν η Gina Carroll.

Κριτικός: Σταύρος Γανωτής

Έκδοση Κειμένου: 16/7/2021

Όχι μόνο ο καλύτερος Ροζ Πάνθηρας, αλλά και μία από τις πιο αστείες κωμωδίες όλων των εποχών! Ο Peter Sellers ξαμολιέται όσο δεν παίρνει, και αναπλάθει εκ του μηδενός έναν χαρακτήρα που είχε εντυπωσιάσει στον ορίτζιναλ Πάνθηρα σε κάτι που μόνο αυτός κατάλαβε πώς το πέτυχε…

Η περίπτωση του επιθεωρητή Ζακ Κλουζό ξεπερνάει το απλούστατο ερώτημα τού πώς αυτός ο άνθρωπος ανήκει στην ηγεσία της ένδοξης γαλλικής αστυνομίας. Πηγαίνει πίσω σε αναζητήσεις που ακόμα και ο Φρόιντ δεν ολοκλήρωσε. Κανείς δεν θα μας πει πώς γεννήθηκε αυτό το «πλάσμα», ούτε πώς εξηγούνται τα κατορθώματα του. Το μόνο που μας δικαιολογεί η πλοκή, είναι ότι δεν πρόκειται να διορθωθεί ποτέ, επειδή πολύ απλά δεν αντιλαμβάνεται ούτε στο ελάχιστο πως είναι μηχανή παραγωγής καταστροφής.

Μπορεί η υπόθεση που προήλθε από το τρίπρακτο θεατρικό του Μαρσέλ Ασάρτ να έχει από μόνη της μια πλάκα κι ένα ενδιαφέρον, το δύσκολο για τον θεατή είναι να την παρακολουθήσει στο ελάχιστο. Από πολύ νωρίς, έχεις κολλήσει το βλέμμα και το μυαλό σου πάνω στον Κλουζό, και προετοιμάζεσαι ψυχολογικά για το επόμενο «χτύπημα» του. Και τα χτυπήματα αυτά είναι απανωτά, ακόμα κι αν άπαντες οι χαρακτήρες γύρω του συμπεριφέρονται φυσιολογικά. Όλοι; Όχι, μια και ο «κομίσιονερ» Σαρλ Ντρέιφους είναι ο κεντρικός «σάκος του μποξ» των κατορθωμάτων του επιθεωρητή του, και στο πρόσωπο του Herbert Lom έχουμε τον δεύτερο πιο ακαταμάχητο χαρακτήρα της σειράς, που αναγάγει σε κόμικ την όλη ιστορία. Το έξυπνο βέβαια εδώ, είναι πως ο Ντρέιφους δεν παρουσιάζεται ως το «διαμάντι» του σώματος, και ο θεατής γελάει με όλη του την άνεση, δίχως την παραμικρή ενοχή. Είναι κάτι σαν θεία δίκη, έστω κι αν αυτή έρχεται μέσω… δυστυχήματος.

Για όσους όμως νόμιζαν ότι ο Blake Edwards απολαμβάνει κι αυτός μια κωμωδία «αυτοτρεχούμενη» από τον πρωταγωνιστή της, κάνει λάθος. Η δουλειά του έχει γίνει στην εντέλεια, μαζί με το μακάβριο στοιχείο που λογικά πρόσθεσε ο William Peter Blatty (χρόνια πριν γράψει τον Εξορκιστή) επί του σεναρίου. Προσέξτε ιδιαίτερα την πρώτη σκηνή στη βίλα, δάνειο από τη θεατρική καταγωγή του έργου, αλλά κι αυτή με το φλαμένγκο, που μπορεί να καταγραφεί ως σκηνή ανθολογίας.

Δεν ξεπεράσαμε σε αναρχία τους αδελφούς Marx ή τους Monty Python (ήταν και μπόλικοι αυτοί) ούτε σε φιλμική μαγεία τον Chaplin, αλλά στιγμές σαν αυτήν είναι που καθιέρωσαν την κωμωδία σε κάτι παραπάνω από το απλοϊκό «να σε κάνω να γελάσεις».

Βαθμολογία:


Κριτικός: Γιώργος Ξανθάκης

Έκδοση Κειμένου: 24/7/2021

«Πιστεύω τα πάντα και δεν πιστεύω τίποτα. Τους υποψιάζομαι όλους… και δεν υποψιάζομαι κανέναν»: επιθεωρητής Clouseau!

Ο επιθεωρητής Clouseau (Peter Sellers) καλείται στην εξοχική κατοικία του εκατομμυριούχου Benjamin Ballon (George Sanders) για να διερευνήσει τη δολοφονία του σοφέρ του, Miguel Ostos. Ο σοφέρ διατηρούσε ερωτική σχέση με μια από τις υπηρέτριες, τη Maria Gambrelli (Elke Sommer), που θεωρείται βασική ύποπτη καθώς ο Miguel πυροβολήθηκε στην κρεβατοκάμαρά της και η ίδια βρέθηκε με το όπλο στα χέρια. Όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι αυτή είναι η δολοφόνος, αλλά ο Clouseau είναι πεπεισμένος για την αθωότητά της, επειδή ένοιωσε άμεση έλξη για εκείνη. Ο αυστηρός αστυνομικός διευθυντής Dreyfus (Herbert Lom), συνειδητοποιώντας ότι κατά λάθος ανατέθηκε στον Clouseau μια υπόθεση υψηλού προφίλ, αναλαμβάνει προσωπικά τον έλεγχο της έρευνας.

Για τους δικούς του λόγους, ο Ballon ασκεί πολιτική επιρροή για να επαναφέρει τον ανορθόδοξο και φαινομενικά ανίκανο ντετέκτιβ στην υπόθεση. Ακολουθεί μια σειρά από νέες δολοφονίες του προσωπικού του Ballon, με βασική ύποπτη πάντοτε τη Maria. Οι ενέργειες του Clouseau εκθέτουν την αστυνομία στον τύπο, και ο Dreyfus οδηγείται σε καλπάζουσα παραφροσύνη, ενώ πτώματα ενόχων και αθώων συσσωρεύονται…

Το «Λαγωνικό 24 Καρατίων», δεύτερη ταινία στη σειρά του επιθεωρητή Clouseau, προήλθε από το γαλλικό θεατρικό έργο «L’Idiote» του Marcel Achard, το οποίο έκανε πρεμιέρα στο Παρίσι το φθινόπωρο του 1960. Περίπου έναν χρόνο αργότερα ο Harry Kurnitz παρουσίασε την προσαρμογή του, «A Shot in the Dark», στο Μπρόντγουεϊ. Στο σενάριο της ταινίας ο Blake Edwards συνεργάστηκε με τον William Peter Blatty, μετέπειτα σεναριογράφο του «Εξορκιστή».

Η ιστορία είναι απίστευτα απλή, με λίγες βασικές ανατροπές για να κρύψει την ταυτότητα του δολοφόνου μέχρι το τέλος, και υπάρχει κυρίως για να δώσει τη δυνατότητα στον Peter Sellers να επιφέρει το χάος και την καταστροφή σε όποιον χώρο κινείται.

Αν ο Edwards γνωρίζει κάτι άριστα είναι το να σκηνοθετεί κωμωδίες, και η προσωπική άποψη του για το λάπστικ δεν λειτούργησε ποτέ καλύτερα από ότι εδώ. Ο Edwards αξιοποιεί την «επανάληψη» ως πηγή γέλιου -το επαναλαμβανόμενο θέαμα του Clouseau να μεταφέρεται λανθασμένα στη φυλακή, οι αιφνιδιαστικές επιθέσεις καράτε του οικιακού βοηθού Cato (Burt Kwouk), οι επικρίσεις του Clouseau στον μόνιμα απορημένο συνεργάτη του, Lajoy (Graham Stark), αλλά κυρίως η ξεκαρδιστική συστροφή των ματιών και ο νευρικός κλονισμός του Dreyfus που του προκαλούν τις γκάφες του Clouseau και τελικά οι απέλπιδες απόπειρες του να τον εξοντώσει.

Τα κωμικά γκαγκ του «Λαγωνικού» αποκαλύπτουν τις ιδιότητες μιας παράλογης κωμωδίας με έντονα μετα-γλωσσικά χαρακτηριστικά. Το σύμπαν του Clouseau είναι παράλογο και εντελώς ανήθικο, με τον καθένα να δρα με απόλυτη ιδιοτέλεια .Ο  ανίκανος επιθεωρητής, ειδικευμένος σε γελοίες μεταμφιέσεις και λανθασμένες συλλήψεις, παρακολουθεί με αδιατάραχτη ηρεμία έναν κόσμο που του φαίνεται απλός και γραμμικός, αλλά στον οποίο βρίσκονται σε εξέλιξη ίντριγκες, καταδιώξεις, εγκλήματα. Όλα είναι προφανή σε όλους εκτός από αυτόν. Παρόλα αυτά, χάρη σε μια παράδοξη σειρά συμπτώσεων -που αγγίζει τα όρια της μεταφυσικής- καταφέρνει να απονείμει δικαιοσύνη, ανακαλύπτοντας ακούσια τους εγκληματίες. Ακόμη και ο θάνατος είναι εντελώς παράλογος και απρόβλεπτος. Στο φινάλε του φιλμ μια βόμβα που προοριζόταν για τον Clouseau ανατινάζει το μεγαλύτερο μέρος του καστ, ολοκληρώνοντας την κάθαρση.

Ο Clouseau είναι μια αξιοθρήνητη αποτυχία, τόσο ως ντετέκτιβ όσο και ως καρδιοκατακτητής. Ωστόσο, όπως όλοι οι ηλίθιοι είναι άτρωτος και αήττητος, οδηγώντας τον γραφειοκράτη Dreyfus να δηλώσει σε μια κρίση παράνοιας: «Δώστε μου δέκα άντρες όπως ο Clouseau και θα μπορούσα να καταστρέψω τον κόσμο»!

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

24 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *