
Καλώς Ήρθατε στο Μάργουεν
- Welcome to Marwen
- 2018
- ΗΠΑ
- Αγγλικά, Γερμανικά, Γαλλικά
- Βιογραφία, Δραμεντί, Ζωντανή & Κιν. Σχέδιο, Φαντασίας
Όταν μια καταστροφική επίθεση αφήνει τον Μαρκ Χόγκανκαμπ διαλυμένο και χωρίς μνήμη, κανείς δεν περιμένει ότι θα ανακάμψει. Όμως, συναρμολογώντας κομμάτια από την παλιά και νέα ζωή του, ο Μαρκ δημιουργεί σχολαστικά έναν υπέροχο φανταστικό κόσμο, από όπου αντλεί δύναμη για τον θρίαμβο στον πραγματικό κόσμο. Το εντυπωσιακό του καλλιτεχνικό δημιούργημα γίνεται παρακαταθήκη για τις δυναμικές γυναίκες που τον υποστηρίζουν στο ταξίδι του.
Σκηνοθεσία:
Robert Zemeckis
Κύριοι Ρόλοι:
Steve Carell … Mark Hogancamp/σμηναγός Hogie
Leslie Mann … Nicol
Merritt Wever … Roberta
Janelle Monae … Julie
Eiza Gonzalez … Caralala
Gwendoline Christie … Anna
Leslie Zemeckis … Suzette
Neil Jackson … Kurt/δήμαρχος Meyer
Diane Kruger … Deja Thoris
Falk Hentschel … Ludwig Topf/Louis
Matt O’Leary … υπολοχαγός Benz/Carl
Stefanie von Pfetten … Wendy
Siobhan Williams … Elsa
Eric Keenleyside … Larry/καλόγερος
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Caroline Thompson, Robert Zemeckis
Παραγωγή: Cherylanne Martin, Jack Rapke, Steve Starkey, Robert Zemeckis
Μουσική: Alan Silvestri
Φωτογραφία: C. Kim Miles
Μοντάζ: Jeremiah O’Driscoll
Σκηνικά: Stefan Dechant
Κοστούμια: Joanna Johnston
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Welcome to Marwen
- Ελληνικός Τίτλος: Καλώς Ήρθατε στο Μάργουεν
Σεναριακή Πηγή
- Ντοκιμαντέρ (θέμα): Marwencol του Jeff Malmberg.
Παραλειπόμενα
- Τεχνική: Stop-motion animation και ζωντανό (motion-capture).
- Το φιλμ είναι εμπνευσμένο από ένα ντοκιμαντέρ του 2010, το Marwencol. Εκείνο εξερευνούσε με τη σειρά του τη ζωή του καλλιτέχνη και φωτογράφου Mark Hogancamp.
- Το μπάτζετ έφτασε στα 50 εκατομμύρια δολάρια, αλλά οι εισπράξεις κόλλησαν στα 13,1.
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 12/8/2019
Εδώ ξεκινάμε με μια «ήξεις αφήξεις» διαπίστωση. Η ταινία ευτυχεί που έχει το δημιουργικό άγγιγμα του Robert Zemeckis, αλλά δεν έπρεπε να το έχει! Κι αυτό επειδή ναι μεν ο Αμερικανός έχει ξαναδουλέψει ένα συγκλίνον θέμα στο επιτυχημένο Φόρεστ Γκαμπ, αλλά το παρόν έχει πτυχές που ένα τέτοιο προσωπικό ύφος θα επέτρεπε στον συγκεκριμένο σκηνοθέτη να το «παλέψει» μονάχα στις εποχές της μεγάλης του ακμής.
Για την ακρίβεια, η ιστορία του Μαρκ Χόγκανκαμπ μπορεί να προσεγγίσθηκε ορθά από το στόρι ως μια διττή πραγματικότητα ανάμεσα στην αλήθεια και τη φαντασία, αλλά ο Zemeckis δεν μπορεί να βρει τον τρόπο να δέσει ποιοτικά αυτές τις δύο καταστάσεις. Η αμφιταλάντευση ανάμεσα σε πολλαπλά είδη (από μελό ως δράμα, και από κωμωδία φαντασίας ως δράση) δεν βρίσκουν άξιο χειριστή, αφού και ο ίδιος ο δημιουργός αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στο σύνολο της καριέρας του για να βρει τρόπους να τα αποδώσει όλα αυτά. Έτσι, το καθαρόαιμο ψυχαγωγικό σινεμά των αρχών της καριέρας του αναζητάει σύμπραξη με έναν ωριμότερο Zemeckis, με αποτέλεσμα ένα ατελείωτο σκαμπανέβασμα που παραπέμπει σε «οικογενειακή ταινία για 40άρηδες»!
Από την άλλη, τα σύμβολα της φαντασίας γίνονται γρήγορα αντιληπτά από τον θεατή, μια και οι χειρισμοί του γεννημένου στο Σικάγο σκηνοθέτη επιμένουν στην αποκάλυψη τους, χωρίς όμως αυτό να χρειάζονταν. Δεν αφήνει έτσι «δουλειά» στη φαντασία του θεατή, ο οποίος μοιραία κάποια στιγμή θα έχει κάνει την επιλογή του ανάμεσα σε φαντασία και πραγματικότητα, μην μπορώντας να τις παρακολουθήσει ταυτόχρονα. Μια «δουλειά» όμως που θα έπρεπε να την κάνει με το πέρας του φιλμ, με τον Zemeckis να προσηλώνεται στο δέσιμο ειδών και νοοτροπίας, ώστε να έρθουν σε μια ομαλή υφολογική συζυγία.
Έχουμε βέβαια έναν Steve Carell οσκαρικό, ο οποίος και βγαίνει κατά κράτος θριαμβευτής από εδώ μέσα. Μοιάζει πιο ώριμος κι από τις προηγούμενες καλύτερες δουλειές του, και μακάρι όλο το φιλμ να έπεφτε στους -δραματικούς- ώμους του. Φυσικά και θα θαυμάσουμε και το stop-motion αυτόνομα, αλλά αυτή η τεχνική είναι ούτως ή άλλως μαγική εκ της γενέσις της, άρα απλά ήταν καλοδεχούμενη.
Λίγο από εδώ, λίγο από εκεί, και κυρίως ένα θέμα που δεν κρύβει ότι μέσα του υπήρχε μια σπουδαία ταινία πάνω στην ίαση της ψυχής, και θεωρώ άδικο, παρόλα τα προβλήματα, να μη θεωρηθεί τουλάχιστον ενδιαφέρον. Μια χαμένη ευκαιρία για έναν νέο Φόρεστ Γκαμπ, κάτι που ιαχεί άσχημα όταν ο δημιουργός των δύο αυτών έργων είναι ο ίδιος…
Βαθμολογία: