
Μια παρέα σαραντάρηδων (και κάτι…) ανδρών, όλοι στο χείλος μιας ηλικιακής κρίσης, αποφασίζουν να ιδρύσουν την πρώτη ανδρική ομάδα συγχρονισμένης κολύμβησης στη δημόσια πισίνα της περιοχής τους. Αψηφούν την ειρωνεία και τον εξευτελισμό που τους υποβάλλουν οι γύρω τους, και προπονούνται από μια ξεπεσμένη πρωταθλήτρια που προσπαθεί και η ίδια να ξεπεράσει τα προσωπικά της προβλήματα. Όλοι μαζί ξεκινούν μια απίθανη περιπέτεια, που στη διαδρομή της ανακαλύπτουν λίγη αυτοεκτίμηση, και πολλά για τους εαυτούς και για τους άλλους,
Σκηνοθεσία:
Gilles Lellouche
Κύριοι Ρόλοι:
Mathieu Amalric … Bertrand
Guillaume Canet … Laurent
Benoit Poelvoorde … Marcus
Jean-Hugues Anglade … Simon
Philippe Katerine … Thierry
Virginie Efira … Delphine
Leila Bekhti … Amanda
Marina Fois … Claire
Melanie Doutey … Clem
Jonathan Zaccai … Thibault
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Gilles Lellouche, Ahmed Hamidi, Julien Lambroschini
Παραγωγή: Alain Attal, Hugo Selignac
Μουσική: Jon Brion
Φωτογραφία: Laurent Tangy
Μοντάζ: Simon Jacquet
Σκηνικά: Florian Sanson
Κοστούμια: Elise Bouquet, Reem Kuzayli
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Le Grand Bain
- Ελληνικός Τίτλος: Κολύμπα ή Αλλιώς Βυθίσου
- Διεθνής Τίτλος: Sink or Swim
Κύριες Διακρίσεις
- Βραβείο δεύτερου αντρικού ρόλου (Philippe Katerine) στα Cesar. Υποψήφιο για καλύτερη ταινία, σκηνοθεσία, δεύτερο αντρικό ρόλο (Jean-Hugues Anglade), δεύτερο γυναικείο ρόλο (Leila Bekhti και Virginie Efira), σενάριο, φωτογραφία, μοντάζ και ήχο.
Παραλειπόμενα
- Η ιστορία αντλεί έμπνευση από ένα σουηδικό κλαμπ. Από το ίδιο επηρεάστηκε και μια βρετανική ταινία, το Swimming with Men, μέσα μάλιστα στην ίδια χρονιά.
- Επί 7 μήνες και πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα, οι ηθοποιοί εκπαιδεύτηκαν πάνω στο σπορ από τη Julie Fabre, πρώην προπονήτρια της ολυμπιακής ομάδας της Γαλλίας.
Κριτικός: Φίλιππος Χατζίκος
Έκδοση Κειμένου: 11/6/2019
Ο Μπερτράν είναι ένας μεσήλικας, άνεργος επί δύο συναπτά έτη και δυστυχής στα όρια της κατάθλιψης. Παρότι ζει με την υποστηρικτική σύζυγό του, αισθάνεται «ευνουχισμένος»: κάτι ο εμπαιγμός από την κουνιάδα του και τον χυδαίο αυτοδημιούργητο επιχειρηματία σύζυγό της, κάτι η εσωστρέφεια στην οποία έχει βυθιστεί, η χαρά στη ζωή του απουσιάζει δια παντός. Ο ίδιος νιώθει μακριά από τον ρόλο που θα έπρεπε να επιτελεί, αυτόν του νοικοκύρη που ορίζει τα του οίκου του, και αυτό τον βυθίζει ακόμα περισσότερο στη μιζέρια. Η λύση στο δράμα του έρχεται από την πιο απίθανη κατεύθυνση: ο δυστυχής Γάλλος εντάσσεται σε μια ομάδα συγχρονισμένης κολύμβησης ανδρών, όπου συναντά ανθρώπους του σιναφιού του και σταδιακά ανακτά τη χαμένη του διάθεση για ζωή.
Η παρέα που συγκροτείται αποτελείται από περίπου συνομήλικους του Μπερτράν που βρίσκονται σε παρεμφερή κατάσταση με αυτόν. Μια ομάδα από αγύμναστα σώματα, αραιά μαλλιά και τσαλακωμένες ψυχές, η κάθε μία για τον δικό της λόγο. Τούτη η μπάντα των misfits λοιπόν επιδίδεται σε ένα κατεξοχήν γυναικείο σπορ και προπονείται από μια εξίσου ταλαιπωρημένη γυναίκα, που καλείται να δώσει πνοή και σχήμα σε ένα ατίθασο και ετερόκλητο σύνολο. Το all-star-cast της ταινία υπηρετεί με άνεση τις κωμικές στιγμές, δίχως ποτέ να χάνει το μέτρο, είναι και παραπάνω από αρκετό για το ελεγχόμενο δραματικό βάθος των χαρακτήρων. Ματιέ Αμαλρίκ, Γκιγιόμ Κανέ, Μπενουά Πελβούρντ, Βιρζινί Εφιρά και Μαρίνα Φουά είναι μόνο μερικά από τα στελέχη του συνόλου που συχνά, ελλείψει υλικού, καλούνται να βγάλουν τα κάστανα από τη φωτιά και να γλυτώσουν το φιλμ από τον εκτροχιασμό, σημειώνοντας μεγάλη επιτυχία, τηρουμένων των αναλογιών.
Το φιλμ του Ζιλ Λελούς, παρά το κέφι που το διατρέχει, είναι άνισο, φέρει έντονες αρρυθμίες, ενώ η διάρκειά του είναι αδικαιολόγητα μεγάλη. Πέραν όμως αυτών, του λείπει κι ένα αληθινό δραματικό βάθος, μια δύναμη στα σημαινόμενα που αφήνονται να εννοηθούν. Ο γάλλος δημιουργός, προκειμένου να μην πλήξει τον χαρακτήρα της ελαφράς δραμεντί που διέπει το έργο του, αφήνει αναξιοποίητες μια σειρά από ευκαιρίες που θα έκαναν τους χαρακτήρες πολυδιάστατους. Ενώ λοιπόν ο καθένας κουβαλά κι ένα δικό του φορτίο, ένα προσωπικό και συμπαγές αδιέξοδο από το οποίο αποζητά να διαφύγει μέσω της κολυμβητικής ενασχόλησης, το αληθινό βάρος ο θεατής δεν το νιώθει πραγματικά, παρά μόνο το πληροφορείται.
Έτσι, και με δεδομένη την ανυποχώρητη πρόσδεση της ταινίας σε μια feelgood αύρα, η δραματική ένταση ατονεί, η κοινωνική όψη της ιστορίας υποχωρεί μπροστά στο παραμυθικό στοιχείο και οι ήρωες υπερβαίνουν τους σκοπέλους άνευ ορατών πληγών. Συνολικά, το «Κολύμπα ή Αλλιώς Βυθίσου» φέρνει έντονα στον νου μια clean-cut εκδοχή του θρυλικού «Άνδρες με τα Όλα τους». Ζωντανές ερμηνείες, feelgood μουσική επένδυση, φαρσοκωμικές καταστάσεις και συναισθηματισμοί κυριαρχούν σε μια καλοφτιαγμένη δημιουργία, από την οποία όμως λείπει το ουσιαστικό υπόβαθρο που θα έδινε μια μεγαλύτερη διάσταση στα όσα παρατίθενται.
Βαθμολογία: