Jimmy’s Hall
- Jimmy's Hall
- 2014
- Ιρλανδία, Μ. Βρετανία
- Αγγλικά, Ιρλανδικά
- Βιογραφία, Δραματική, Εποχής, Ιστορική, Πολιτική
- 04 Δεκεμβρίου 2014
Ιρλανδία, 1921. Ο Τζίμι Γκράλτον χτίζει έναν χώρο, όπου οι νέοι μπορούν να παρακολουθήσουν μαθήματα, να συζητήσουν, να ονειρευτούν και πάνω από όλα να χορέψουν. Η εκκλησία όμως κι ορισμένοι πολιτικοί έχουν αντιρρήσεις και ο Τζίμι αναγκάζεται να φύγει από τη χώρα. Η αίθουσα χορού κλείνει και εγκαταλείπεται. Δέκα χρόνια μετά, ο Τζίμι επιστρέφει από την Αμερική, αποφασισμένος να φροντίσει τη μητέρα του και να κάνει μια ήσυχη ζωή. Η αίθουσα χορού είναι πια ένα ερείπιο και η κοινότητα πείθει τον Τζίμι να την ανακαινίσει. Για δεύτερη φορά, ο Τζίμι θεωρείται επικίνδυνος και μπορεί να χάσει τα πάντα.
Σκηνοθεσία:
Ken Loach
Κύριοι Ρόλοι:
Barry Ward … James ‘Jimmy’ Gralton
Simone Kirby … Oonagh
Jim Norton … πάτερ Sheridan
Aisling Franciosi … Marie
Andrew Scott … πάτερ Seamus
Francis Magee … Mossie
Karl Geary … Sean
Brian F. O’Byrne … διοικητής O’Keefe
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Paul Laverty
Παραγωγή: Rebecca O’Brien
Μουσική: George Fenton
Φωτογραφία: Robbie Ryan
Μοντάζ: Jonathan Morris
Σκηνικά: Fergus Clegg
Κοστούμια: Eimer Ni Mhaoldomhnaigh
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Jimmy’s Hall
- Ελληνικός Τίτλος: Jimmy’s Hall
Σεναριακή Πηγή
- Θεατρικό: Jimmy Gralton’s Dance Hall του Donal O’Kelly.
Κύριες Διακρίσεις
- Συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Κανών.
Παραλειπόμενα
- Το 2017, παρουσιάστηκε στο Abbey Theatre του Δουβλίνου μια μιούζικαλ θεατρική βερσιόν.
- Ο αληθινός Jimmy Gralton ήταν ο μόνος Ιρλανδός που εξορίστηκε από τη χώρα του μετά την ανεξαρτησία της Ιρλανδίας. Μετά την έξοδο της ταινίας, ξεκίνησε μια καμπάνια για να ανακληθεί ακόμα και τώρα αυτή η απόφαση, συνοδευόμενη από μια επίσημη συγνώμη προς την οικογένεια του.
Κριτικός: Γιώργος Δαβίτος
Έκδοση Κειμένου: 1/12/2014
Ως μια σοσιαλιστική παραβολή τοποθετημένη τη δεκαετία του 1930 στην αγροτική Ιρλανδία, το «Jimmy`s Hall» δραματοποιεί την ιστορία του πολιτικού ακτιβιστή Jimmy Gralton (Barry Ward), ο οποίος μετά από μία δεκαετία στη Νέα Υόρκη, επιστρέφει στην πατρίδα του. Εκεί αναδομεί την αίθουσα χορού που ο ίδιος είχε δημιουργήσει το 1921 για τους νέους ανθρώπους, ως ένα μέρος μάθησης, συζητήσεων, ανάπτυξης ιδεών καθώς και χορού και διασκέδασης. Όμως, οι ιδέες ελεύθερης σκέψης και τα ιδανικά του Jimmy δεν θα ενστερνιστούν από όλους. Με το ειρηνικό ιρλανδικό περιβάλλον να αποτελεί μια έντονη αντίθεση στα φλογερά πάθη για τις ατομικές ελευθερίες και την ελευθερία του λόγου, η νέα ταινία του Ken Loach μάς μεταφέρει στον κόσμο και τη νοοτροπία των κατοίκων της επαρχίας Λίτριμ, όπου η εκκλησία ηγείται ενός ψυχολογικού πολέμου κατά οποιουδήποτε δεν συμμορφώνεται.
Το σενάριο του Paul Laverty παντρεύει ιδανικά τα ιστορικά στοιχεία της ζωής του κομμουνιστή ηγέτη, τα οποία χέρι-χέρι με τη μυθοπλασία και κάποιες από τις προσωπικές απογοητεύσεις και εμπειρίες του Loach ως πολιτικού καλλιτέχνη, συνθέτουν μια άκρως δυνατή κινηματογραφική εμπειρία. Αν και στο παρελθόν ο πεπειραμένος σκηνοθέτης έχει επικριθεί για διαστρέβλωση ιστορικών γεγονότων με σκοπό την προώθηση της δικής του πολιτικής, στην συγκεκριμένη περίπτωση τα επιχειρήματα της ταινίας είναι απολύτως σωστά. Με τους ήρωες να αυτοπροσδιορίζονται ως κομμουνιστές, το «Jimmy`s Hall» διαθέτει μια καθολικά σοσιαλιστική οπτική, παρά μια απευθείας ενασχόληση με τις διάφορες πτυχές και μικρολεπτομέρειες της ιστορίας της αριστεράς. Ασχολείται με ένα αυστηρά εστιασμένο επιχείρημα για συναινετική, κοινόχρηστη διακυβέρνηση που προκύπτει από τους ανθρώπους, σε αντίθεση με το αυταρχικό δόγμα που επιβάλλεται εκ των άνω. Αν υπάρχει έστω και μία σπίθα στην καρδιά σου, τότε δεν θα μπορείς να ξεφύγεις από την αίσθηση της υπερηφάνειας και της ευτυχίας βλέποντας αυτούς τους εργάτες (έστω και προσωρινά) να αποφεύγουν το αυταρχικό κλομπ.
Τοποθετώντας έναν χαρακτήρα με εσωτερικό πλούτο, και όχι έναν δισδιάστατο ακτιβιστή στον κεντρικό ρόλο, ο Loach καταφέρνει όλα τα παραπάνω. Ο Jimmy είναι ένας άνθρωπός που έχει ηττηθεί, έχει ταπεινωθεί και τελικά εξοριστεί από τη χώρα του. Διαθέτει, όμως, παρασέρνοντας κι εμάς, μια πεισματάρικη επιμονή πως ό,τι και να γίνει πρέπει να αγωνιστεί. Ακόμη κι ενάντια σε τιτάνιες στρατιωτικές, πνευματικές και πολιτικές δυνάμεις, θα πρέπει να κάνει ό,τι του λέει η καρδία του. Ακόμα κι αν αυτό σημαίνει την προσωπική καταστροφή, τον τραυματισμό και την ντροπή. Με αυτό τον τρόπο, οι απογοητεύσεις και η απελπισία που ο χαρακτήρας βιώνει, μέσα από τις μικροσκοπικές στιγμές του θριάμβου, γίνονται πολύ πιο αισθητές στο κοινό, λειτουργώντας υπέροχα και ως μια πολιτική αντιπαράθεση και ως απλή διασκέδαση. Ύστερα από ένα αργό ξεκίνημα, μας κάνει γρήγορα να επενδύσουμε και να ενδιαφερθούμε για αυτούς τους καλογραμμένους χαρακτήρες, οι οποίοι επωφελούνται από τις νατουραλιστικές κι εξαίσιες ερμηνείες του καστ και τη σίγουρη σκηνοθετική μάτια που πάντα βρίσκει την κινηματογραφική ομορφιά.
Λαμβάνοντας αυτά υπόψη, το «Jimmy`s Hall» μπορεί να μην έχει τη συναρπαστική ένταση του «Ο Άνεμος Χορεύει το Κριθάρι», και τα λόγια του ίσως να μην είναι τόσο καυτά που να αγγίζουν τις ψυχές μας, μας εφοδιάζει όμως με ουσιαστικές ερωτήσεις για τους σύνθετους κόσμους της θρησκείας και της πολιτικής. Και αυτό από μόνο του μετατρέπει το νέο πόνημα του Loach σε μια παθιασμένη και κοινωνική συνειδητοποιημένη ταινία που καλό θα ήταν να δείτε.
Βαθμολογία:
Κριτικός: Χάρης Καλογερόπουλος
Έκδοση Κειμένου: 15/8/2015
Όπως και στο «The Angels’ Share» του 2012, ο Κεν Λόουτς, ίσως πια μαλακωμένος λόγω ηλικίας, ασχολείται πάντα με τα κοινωνικά προβλήματα του τόπου του, αλλά πλέον με έναν τρόπο ανάλαφρο. Εδώ έχουμε τη σύγκρουση ανάμεσα στις δυνάμεις της συντήρησης (εκκλησία, τοπικές αρχές και φασίζουσα ομάδα τραμπούκων) και τους κατοίκους, με αρχηγό τον σοσιαλιστή Γκράλτον (ιστορικό πρόσωπο), που προβάλλουν ως αντίσταση την αίθουσα ψυχαγωγίας, τέχνης, πυγμαχίας κ.λπ., η οποία εκφράζει την αυτοδιάθεση της κοινότητας. Τα στρατόπεδα και οι ιδέες είναι ξεκάθαρα, οπότε δεν μπορούμε να μιλήσουμε για ταλάντευση, για δράμα χαρακτήρων, με μόνη εξαίρεση την περίπτωση του ιερέα. Το έργο, με χιούμορ ανακατεμένο με βίαιες αντιπαραθέσεις, λειτουργεί πιο πολύ ως μπαλάντα γύρω από τον σοσιαλισμό σε μια ελεύθερη μετάφραση του, χωρίς πολιτικές συγκεκριμενοποιήσεις.
Βαθμολογία: