Godzilla
- Godzilla
- Γκοτζίλα
- 2014
- ΗΠΑ
- Αγγλικά, Ιαπωνικά
- Δράσης, Επιστημονικής Φαντασίας, Έπος, Θρίλερ, Καταστροφής, Περιπέτεια, Τέρατα
- 15 Μαΐου 2014
Ένα γιγάντιο ραδιενεργό τέρας ξυπνάει από τον λήθαργο του και σπέρνει τον τρόμο. Κι ενώ τα τέρατα δεν είναι μονάχα ένα, ο υπολοχαγός Φορντ φαντάζει ως ο μόνος που μπορεί να τερματίσει αυτή την καταστροφή.
Σκηνοθεσία:
Gareth Edwards
Κύριοι Ρόλοι:
Aaron Taylor-Johnson … Ford Brody
Ken Watanabe … Δρ Ishiro Serizawa
Elizabeth Olsen … Elle Brody
Bryan Cranston … Joe Brody
Juliette Binoche … Sandra Brody
Sally Hawkins … Δρ Vivienne Graham
David Strathairn … ναύαρχος William Stenz
Richard T. Jones … πλοίαρχος Russell Hampton
Carson Bolde … Sam Brody
Victor Rasuk … λοχίας Tre Morales
Patrick Sabongui … αντιπλοίαρχος Marcus Waltz
Jared Keeso … Jump Master
Al Sapienza … Huddleston
Brian Markinson … Whelan
Ken Yamamura … Takashi
Hiro Kanagawa … Hayato
Garry Chalk … Stan Walsh
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Max Borenstein
Στόρι: Dave Callaham
Παραγωγή: Jon Jashni, Mary Parent, Brian Rogers, Thomas Tull
Μουσική: Alexandre Desplat
Φωτογραφία: Seamus McGarvey
Μοντάζ: Bob Ducsay
Σκηνικά: Owen Paterson
Κοστούμια: Sharen Davis
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Godzilla
- Ελληνικός Τίτλος: Godzilla
- Εναλλακτικός Ελλ. Τίτλος: Γκοτζίλα
Άμεσοι Σύνδεσμοι
- Γκοτζίλα, το Τέρας του Αιώνος (1954)
- Γκοτζίλα (1998)
- Κονγκ: Η Νήσος του Κρανίου (2017)
- Γκοτζίλα ΙΙ: Ο Βασιλιάς των Τεράτων (2019)
- Γκοτζίλα vs Κονγκ (2021)
- Godzilla Minus One (2023)
- Γκοτζίλα x Κονγκ: Η Νέα Αυτοκρατορία (2024)
Σεναριακή Πηγή
- Χαρακτήρας: Godzilla της Toho.
Παραλειπόμενα
- Το 2010, η εταιρία Legendary Pictures ανακοίνωσε πως είχε εξασφαλίσει τα δικαιώματα από την ιαπωνική εταιρία Toho, με πιθανή χρονολογία εξόδου το 2012. Τότε ανακοινώθηκε και πως το φιλμ δεν θα είναι σίκουελ του Γκοτζίλα του 1998, αλλά reboot βασισμένο κατευθείαν στην κλασική «Kaiju» ταινία του 1954.
- Ο σχεδιασμός είχε ξεκινήσει για μια μικρού μήκους τρισδιάστατη ταινία IMAX το 2004 (Godzilla 3D to the Max). Το 2009 όμως η Legendary αποφάσισε να το μετασχηματίσει σε μεγάλου μήκους 3D ταινία.
- Αναφορά του 2010 ήθελε σύμπτυξη των σεναρίου αυτού και του Pacific Rim, με τον Guillermo del Toro ως σκηνοθέτη. Ο ίδιος ο μεξικανός δημιουργός ήταν που επιβεβαίωσε πως δεν υπήρχε η παραμικρή αλήθεια σε αυτό το δημοσίευμα.
- Για τον ρόλο του Φορντ, υποψήφιοι ήταν οι: Joseph Gordon-Levitt (αρνήθηκε), Henry Cavill, Scoot McNairy και Caleb Landry Jones.
- Η τελική επεξεργασία του σεναρίου έγινε από τον Frank Darabont, χωρίς να φαίνεται αυτό στα κρέντιτ.
- Ο Andy Serkis παρείχε συμβουλευτικό ρόλο για τις motion-capture σκηνές, όντας έμπειρος από εμψύχωση ψηφιακών όντων. Ο T.J. Storm όμως είναι ο motion-capture ερμηνευτής του Γκοτζίλα.
- Ο Erik Aadahl βελτίωσε τον ήχο του βρυχηθμού του τέρατος με βάση την ταινία του 1954, ενώ εκτιμήθηκε ότι αυτός “ακούγονταν” σε απόσταση περίπου 5 χιλιομέτρων.
- Ο Γκοτζίλα “είναι” 108,2 μέτρα ύφος, κάτι που τον κάνει τον ψηλότερο στην ιστορία των ταινιών του.
- Οι εταιρίες που συνεργάστηκαν για τα ειδικά εφέ ήταν οι: Moving Picture Company (MPC), Double Negative, Weta Digital, Amalgamated Dynamics, ComputerCafe/CafeFX, Lidar VFX, Scanline VFX, Stereo D και The Third Floor.
- Ένα κάμεο του Akira Takarada, που όφειλε την καριέρα του στην παλιά σειρά Γκοτζίλα, κόπηκε από την ταινία, αλλά παρόλα αυτά παρέμεινε το όνομα του στα κρέντιτ. Ο Edwards αργότερα δήλωσε πως μετάνιωσε οικτρά για το “κόψιμο” του.
- Τα γυρίσματα μοιράστηκαν ανάμεσα στον Καναδά και τις ΗΠΑ (κυρίως Χαβάη). Στους τίτλους όμως έναρξης βλέπουμε τη Γαλλική Πολυνησία.
- Μέσα σε δύο ημέρες, το πρώτο trailer είχε ξεπεράσει τις 9 εκατομμύρια θεάσεις στο YouTube.
- Μία από τις πρώτες τελικές κόπιες πήγε στην Toho, που απάντησε με θετική κριτική για όσα είδαν. Η Legendary επίσης διοργάνωσε ειδικές προβολές για τους στρατευμένους.
- Η ταινία βγήκε και τρισδιάστατη.
- Ο στόχος επιτεύχθηκε στα ταμεία, με εισπράξεις 529 εκατομμύρια δολάρια, κι ενώ το κόστος ήταν κι αυτό υψηλό (160 το μπάτζετ, συν 100 εκ. δολάρια για την προώθηση). Η επιτυχία ώθησε την Toho να δημιουργήσει για πολλοστή φορά κι ένα δικό της reboot, που κυκλοφόρησε το 2016 με τίτλο Shin Godzilla, αλλά και τη Legendary στο να χτίσει πάνω του το δικό της MonsterVerse.
Κριτικός: Δημήτρης Κωνσταντίνου-Hautecoeur
Έκδοση Κειμένου: 14/5/2014
Ας είμαστε ειλικρινείς, η ταινία θα βρει αναμφίβολα το κοινό της. Οι φαν των ταινιών καταστροφής θα απολαύσουν τη δυνατή σκηνοθεσία, τα φοβερά εφέ, την εντυπωσιακή εικόνα και γενικώς το υψηλό τεχνικό επίπεδο. Οι φαν του Godzilla θα μείνουν με το στόμα ανοιχτό στη θέα ενός τέρατος γιγάντιου κι εκπληκτικά επιβλητικού, ασύγκριτα πιο καλοφτιαγμένου, φυσικά, από το αντίστοιχο του 1998, αλλά και πολύ πιο κοντά στο πρωτότυπο λουκ του. Αν ο πολύς θόρυβος σας φέρνει πονοκέφαλο εννοείται ότι θα μείνετε μακριά, ωστόσο προσωπικά έχω έντονες ενστάσεις ακόμα και για τους παραπάνω λόγους που θα κάνουν το φιλμ να εκτιμηθεί.
Μου θύμισε πολύ την περίπτωση του -τρομακτικά απογοητευτικού- περσινού «Άνθρωπος από Ατσάλι». Το ότι και τα δύο προέρχονται από τις ίδιες εταιρίες παραγωγής, δεν μπορεί παρά να επιβεβαιώνει τη σύγκριση. Αμφότερα αποτελούν θύματα της (μετα-νολανικής) μόδας των σκοτεινών, σοβαροφανών blockbuster. Μόνο που ο Nolan χρησιμοποιούσε τη σοβαροφάνειά του υποστηρίζοντάς την με στιβαρά σενάρια, κάτι που καθόλου δεν φαίνεται να απασχολεί το στεγνά εμπορικό Χόλιγουντ.
Ο νέος «Godzilla», λοιπόν, ξεκινά πολλά υποσχόμενος, με ένα αληθινά επιβλητικό πρώτο ημίωρο-45λεπτο να χτίζει εντυπωσιακή ένταση, πριν την εμφάνιση του πρώτου τέρατος. Κάπου εκεί χάνουμε τον Bryan Cranston και στη θέση του παίρνουμε μερικά απειλητικά γιγάντια τέρατα. Κάπου εκεί, επίσης, χάνουμε και σχεδόν κάθε αίσθηση καθηλωτικής αγωνίας και υποψία ανθρώπινων χαρακτήρων και στη θέση τους παίρνουμε… όλη την υπόλοιπη θορυβώδη διάρκεια της ταινίας.
Οι σεναριογράφοι σιγά-σιγά απομακρύνονται και αφήνουν όλο τον χώρο στον σκηνοθέτη Gareth Edwards να κάνει την υπόλοιπη δουλειά. Είπαμε, καλά την κάνει, εντυπωσιακά εφέ, εικόνες και λοιπά, αλλά του λείπει αυτό στο οποίο το παράκανε ο Emmerich: μια λίγο πιο ανάλαφρη διάθεση. Τουλάχιστον ο «Godzilla» του 1998, μέσα στην ανοησία του, ήταν ειλικρινής. Αυτός εδώ το παρακάνει από την αντίθετη μεριά (όπως ακριβώς και το «Άνθρωπος από Ατσάλι»), προσπαθώντας να δείξει τόσο σοβαρός, που γρήγορα ξεφουσκώνει και χάνει το ενδιαφέρον του. Όχι μόνο δεν υπάρχει σχεδόν καθόλου χιούμορ, μα δεν υπάρχουν ούτε και χαρακτήρες για τους οποίους να νοιαστείς, ώστε να δικαιολογηθεί η σοβαροφάνεια. Όλοι οι ανθρώπινοι χαρακτήρες του φιλμ λειτουργούν ως γλάστρες που τρέχουν από δω κι από κει, καταφέρνοντας μόνο να αφαιρέσουν κινηματογραφικό χρόνο από τα τέρατα.
Ας το δούμε κι από την καθαρά geek πλευρά. Από τη μία, οι άνθρωποι απομακρύνουν χωρίς λόγο τον φακό από τα πολύ πιο ενδιαφέροντα τέρατα. Μα κι από την άλλη, αυτά δεν είναι ούτε ένα, ούτε δύο, αλλά τρία κι έτσι ο κινηματογραφικός χρόνος τού τόσο εντυπωσιακά καλοφτιαγμένου Γκοτζίλα μειώνεται ακόμα περισσότερο. Είναι βέβαια ευρηματικές οι απεικονίσεις των τερατο-μαχών από την οπτική των ανθρώπων (κι όχι πάντα της κάμερας-«παντογνώστη»), ωστόσο αισθάνεσαι μέσα σ` όλα αυτά την περίφημη σαύρα να είναι σχεδόν κομπάρσος!
Αν και σίγουρα λοιπόν θα εκτιμηθεί για το δυνατό τεχνικό του επίπεδο (στα πλαίσια του οποίου, ωστόσο, τα άλλα τέρατα θα άξιζαν ένα ευρηματικότερο design), ο «Godzilla» είναι μια θορυβώδης ταινία καταστροφής που πλήττεται από κουραστική σοβαροφάνεια, αλλά κι απόλυτη απουσία σεναρίου και ενδιαφερόντων χαρακτήρων για να την αιτιολογήσουν. Να με συγχωρέσετε, αλλά εγώ δεν βρίσκω κάτι διασκεδαστικό σε αυτό.
Βαθμολογία: