
Όνειρα Γυναικών
- Kvinnodröm
- Dreams
- 1955
- Σουηδία
- Σουηδικά
- Αισθηματική, Δραμεντί, Κομεντί
Η Σούζαν είναι μια γυναίκα λίγο άνω των 30 ετών, και ιδιοκτήτρια πρακτορείου μοντέλων στη Στοκχόλμη. Μαζί με τη νεαρή φίλη της και κεντρικό της μοντέλο, την Ντόρις, θα ξεκινήσουν ένα επαγγελματικό ταξίδι με προορισμό το Γκέτεμποργκ. Καθώς ταξιδεύουν, αμφότερες οι γυναίκες αποζητούν το ρομάντζο: η Σούζαν με έναν παντρεμένο εραστή, και η Ντόρις με έναν ώριμο άντρα που βλέπει στη νεαρή την εκλιπούσα σύζυγο του.
Σκηνοθεσία:
Ingmar Bergman
Κύριοι Ρόλοι:
Eva Dahlbeck … Susanne Frank
Harriet Andersson … Doris
Gunnar Bjornstrand … Otto Sonderby
Ulf Palme … Henrik Lobelius
Inga Landgre … Marta Lobelius
Benkt-Ake Benktsson … Κος Magnus
Sven Lindberg … Palle Palt
Renee Bjorling … Maria Berger
Ludde Gentzel … Ferdinand Sundstrom
Naima Wifstrand … Κα Aren
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Ingmar Bergman
Παραγωγή: Rune Waldekranz
Φωτογραφία: Hilding Bladh
Μοντάζ: Carl-Olov Skeppstedt
Σκηνικά: Gittan Gustafsson
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Kvinnodrom
- Ελληνικός Τίτλος: Όνειρα [αυθεντικός]
- Διεθνής Τίτλος: Dreams
- Διεθνής Εναλλακτικός Τίτλος: Journey Into Autumn [Μεγ. Βρετανία]
- Εναλλακτικός Ελλ. Τίτλος: Όνειρα Γυναικών [φεστιβάλ/σύγχρονος]
Παραλειπόμενα
- Μία από τις ελάχιστες δημιουργίες του Ingmar Bergman που δεν έχουν λάβει καθολικά θετική κριτική, αν και το γαλλικό περιοδικό Cahiers du Cinema την είχε κατατάξει στις καλύτερες της χρονιάς (στην 6η θέση, αλλά του 1958 όταν και προβλήθηκε στη Γαλλία).
- Σύμφωνα και με το ίδιο, ο Woody Allen επηρεάστηκε από αυτή την ταινία στη δημιουργία του Μια Άλλη Γυναίκα (1988).
- Είναι ο ίδιος ο Bergman στην είσοδο του ξενοδοχείου ως ο άντρας με το σκυλάκι.
Μουσικά Παραλειπόμενα
- Η Harriet Andersson ακούγεται να ερμηνεύει το Music in the Night του Ludo Philipp.
Κριτικός: Γιώργος Ξανθάκης
Έκδοση Κειμένου: 4/12/2022
Η Susanne Frank (Eva Dahlbeck) είναι φωτογράφος μόδας με ένα επιτυχημένο πρακτορείο στη Στοκχόλμη. Η Doris (Harriet Andersson), μια ευαίσθητη και αφελής νεαρή γυναίκα, είναι το top-model της. Έχοντας τερματίσει τη σχέση της με τον φίλο της, η Doris συμφωνεί να συνοδεύσει τη Susanne σε ένα ταξίδι στο Γκέτεμποργκ για μια φωτογράφιση. Ωστόσο, το απώτερο κίνητρο της Susanne είναι να προσπαθήσει να αναζωπυρώσει τη σχέση με τον πρώην εραστή της, Henrik (Ulf Palme), ο οποίος τώρα έχει τακτοποιηθεί με σύζυγο και παιδιά. Εν τω μεταξύ, καθώς περιφέρεται στη πόλη, η Doris συναντά έναν ευγενικό μεσήλικα, τον πρόξενο Otto Sonderby (Gunnar Bjornstrand), ο οποίος της προσφέρει ακριβά δώρα και την πείθει να περάσει το απόγευμα μαζί του. Αργότερα, η Susanne ξαναβρίσκεται με τον αγαπημένο της, αλλά η επανασύνδεση αποδεικνύεται σύντομη…
Τα «Όνειρα Γυναικών» είναι μια λιτή ταινία, οι συγκρούσεις των χαρακτήρων είναι συνηθισμένες και οι επιλύσεις τους προβλέψιμες. Διαφορετική σε τόνο και θέμα, λιγότερο στυλιζαρισμένη και προκλητική από τις επόμενες ταινίες του σκηνοθέτη, μοιάζει με ένα συμβατικό μείγμα μελοδράματος και ρομαντικής κωμωδίας. Κι όμως κάτω από αυτή την επιφανειακή απλότητα κρύβεται η βαθιά ψυχολογική ανάλυση των χαρακτήρων που είναι σύμφυτη με το σινεμά του Bergman. Η ιστορία είναι τοποθετημένη στον κόσμο της μόδας, όπου οι εμφανίσεις είναι συχνά απατηλές, η ομορφιά, οι ψευδαισθήσεις και οι ερωτικές σχέσεις εύθραυστες. Η δομή της ταινίας αποκρυσταλλώνεται σε κάθε σεκάνς, υπηρετώντας τον κεντρικό θεματικό άξονα: δυσθυμία-ταξίδι-επιστροφή. Οι δύο αφηγηματικές γραμμές σε ρευστή διαπλοκή, με τις παράλληλες ιστορίες των Susanne και Doris να αντικατοπτρίζουν η μία την άλλη: πρόσκαιρη χαρά και τελική διάψευση, ένα μάταιο υπαρξιακό ταξίδι με το σημείο επιστροφής να είναι το σημείο εκκίνησης, ενώ οι ηρωίδες έχουν επιβαρυνθεί με περαιτέρω απογοητεύσεις.
Η μέθοδος του κατοπτρικού προβληματισμού που υιοθετεί η ταινία δομείται από πολλά αντιθετικά δίπολα: θηλυκό και αρσενικό, ιδανικό και πραγματικό, γνήσιο και κίβδηλο, χαρά και πόνος, νιότη και γηρατειά, έρωτας και θάνατος. Το στυλ δένεται τέλεια με τις διχοτομίες του περιεχομένου. Πιο ανοιχτόχρωμη, λιγότερο αγχωτική, λιγότερο φιλοσοφική από τις πυκνές, στοχαστικές μελέτες για την πίστη και τις ανθρώπινες σχέσεις. Ωστόσο, το χαρακτηριστικό αποτύπωμα του σουηδού δημιουργού γίνεται αισθητό παντού: από τη σαγηνευτική κινηματογράφηση με chiaroscuro του Hilding Bladh, την αριστοτεχνική χρήση των κοντινών πλάνων που μεταφέρουν, πολύ πιο βαθιά από τις λέξεις, τα συναισθήματα και τα κίνητρα των πρωταγωνιστών.
Αν και η ταινία δεν ανήκει στα μεγάλα έργα του Bergman, περιέχει μερικές δραματουργικά αριστουργηματικές σεκάνς. «Θα το μετανιώσεις σήμερα το απόγευμα;» ρωτά η Susanne τον παντρεμένο εραστή της στη λαθραία ρομαντική τους συνάντηση σε ένα ξενοδοχείο. «Θα το μετανιώσω και θα το αγαπήσω», απαντά ο ατελής, αδύναμος άντρας. Η Susanne, άρρωστη από μίσος και ζήλια, του ομολογεί ότι θα ήθελε να είχε το θάρρος να σκοτώσει τη γυναίκα και τα παιδιά του, ώστε να έχει την αποκλειστικότητα της αγκαλιάς του. Η αναπάντεχη εμφάνιση της απατημένης συζύγου θα προκαλέσει τον εξευτελισμό της Susanne, καθώς θα κατατροπωθεί από την ισχυρή αντίζηλό της, ενώ και ο δειλός εραστής της είναι φανερό ότι δεν θα εγκαταλείψει ποτέ την άνετη οικογενειακή ζωή για χάρη της.
Εξίσου ζοφερή είναι η κατάληξη και για την Doris που αποπλανάται με ακριβά φορέματα και μαργαριτάρια από τον γερασμένο διπλωμάτη. Όμως, η επιθετική επέμβαση της κόρης του, που την αποκαλεί «μικρή πόρνη», τη χαστουκίζει και την ταπεινώνει, διακόπτει βάναυσα τη ρομαντική συνάντηση. Για να επιδεινώσει τη δυστυχία της, ο διπλωμάτης στρέφεται επίσης εναντίον της και της ζητά επιτακτικά να φύγει από το σπίτι. Το κενό, πικρό βλέμμα του Bjornstrand έξω από το παράθυρο – όταν συνειδητοποιεί τον θάνατο της ερωτικής του ζωής- είναι μία από αυτές τις σκηνές στις οποίες ο Bergman διέπρεπε πάντα: σκηνές στις οποίες οι ψευδαισθήσεις των χαρακτήρων για τον εαυτό τους εκτίθενται με τον πιο σκληρό και οδυνηρό τρόπο.
Τα «Όνειρα Γυναικών» είναι μια συμβατική κομεντί για δυο γυναίκες που ελπίζουν ότι τα όνειρά τους θα ζωντανέψουν, έστω και για μία στιγμή, αλλά τελικά μετατρέπονται σε εφιάλτες και πικρή επιστροφή στην πεζή πραγματικότητα. Η ζωή αποδεικνύεται μια αλληλουχία στιγμών ανθρώπινης αμηχανίας: η σταθερότητα και η ανανέωση ως τα δύο μισά της αυθόρμητης παρόρμησης, με τους παραλληλισμούς της έξαρσης και της κόπωσης. Στο εμπνευσμένο φινάλε, η κάμερα περνά μέσα από τον καπνό του τσιγάρου για ένα κοντινό πλάνο της παγερής μάσκας της ηρωίδας, μοναχικής μέσα στο κενό «βασίλειο» της. Ο Bergman επαναπροτείνει το αναμμένο τσιγάρο και το αβυσσαλέο βλέμμα -αυτή τη φορά της Eva Dahlbeck- που κατευθύνεται στον θεατή, ένα βλέμμα που ανήκε κάποτε στην Harriet Andersson, στο «Καλοκαίρι με τη Μόνικα».
Βαθμολογία: