Blue Valentine
- Blue Valentine
- 2010
- ΗΠΑ
- Αγγλικά
- Αισθηματική, Δραματική, Ερωτική
- 03 Φεβρουαρίου 2011
Η Σίντι κι ο Ντιν, ένα κάποτε παθιασμένο ζευγάρι, είναι παντρεμένοι με μία νεαρή κόρη. Σε μία απελπισμένη προσπάθεια να σώσουν το γάμο τους, «κλέβονται» σε ένα μοτέλ. Μεταφερόμαστε έπειτα χρόνια πριν, όταν πρωτογνωρίστηκαν κι ερωτεύτηκαν, γεμάτοι ζωή κι ελπίδα.
Σκηνοθεσία:
Derek Cianfrance
Κύριοι Ρόλοι:
Ryan Gosling … Dean Pereira
Michelle Williams … Cindy Heller
Faith Wladyka … Frances `Frankie`
John Doman … Jerry
Mike Vogel … Bobby
Ben Shenkman … Δρ Feinberg
Maryann Plunkett … Glenda
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Derek Cianfrance, Joey Curtis, Cami Delavigne
Παραγωγή: Lynette Howell Taylor, Alex Orlovsky, Jamie Patricof
Μουσική: Grizzly Bear
Φωτογραφία: Andrij Parekh
Μοντάζ: Jim Helton, Ron Patane
Σκηνικά: Inbal Weinberg
Κοστούμια: Erin Benach
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Blue Valentine
- Ελληνικός Τίτλος: Blue Valentine
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για Όσκαρ πρώτου γυναικείου ρόλου (Michelle Williams).
- Υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα πρώτου αντρικού ρόλου (Ryan Gosling) σε δράμα και πρώτου γυναικείου ρόλου (Michelle Williams) σε δράμα.
- Συμμετοχή στο τμήμα Ένα Κάποιο Βλέμμα του φεστιβάλ Κανών.
Παραλειπόμενα
- Η έμπνευση για το στόρι ήρθε από το διαζύγιο των γονιών του σκηνοθέτη, όταν αυτός ήταν 20 ετών. Τον είχε καταβάλει τόσο, που έψαχνε την ευκαιρία να κάνει μια ταινία που θα τον βοηθούσε να καταλάβει πώς μια σχέση αρχίζει και τελειώνει.
- Η πρόθεση του Derek Cianfrance αρχικά ήταν να γυρίσει το δεύτερο μέρος του φιλμ, το ερωτικό κομμάτι, 6 χρόνια αργότερα, αλλά οι παραγωγοί γρήγορα τον αποθάρρυναν.
- Η ταινία ήταν να γυριστεί την Άνοιξη του 2008. Ο λόγος που αναβλήθηκε είχε να κάνει με τον θάνατο του Heath Ledger, από σεβασμό προς τη Michelle Williams, η οποία είχε στενή σχέση με τον αδικοχαμένο σταρ.
- Gosling και Williams αυτοσχεδιάζουν σε μεγάλο μέρος του φιλμ. Χαρακτηριστικά, στη σκηνή της Νέας Υόρκης δεν υπήρχε καθόλου σενάριο.
- Γυρίστηκε συνδυάζοντας Super 16mm με Red One. Το πρώτο χρησιμοποιήθηκε για τις σκηνές προ του γάμου, και το δεύτερο για έπειτα του γάμου. Εκτεταμένη χρήση φυσικού φωτός έγινε στις εσωτερικές σκηνές.
- Στις ΗΠΑ η ταινία αξιολογήθηκε με NC-17 (κυρίως λόγω της σκηνής με την αιδοιολειξία), με τον Gosling να κατηγορεί την επιτροπή για σεξισμό και μισογυνισμό. Η Weinstein Company όμως έκανε έφεση, και πέτυχε να κατεβεί ο χαρακτηρισμός στο R.
Μουσικά Παραλειπόμενα
- Ο ίδιος ο Gosling συνέθεσε κάποια τραγούδια για το φιλμ.
Κριτικός: Χάρης Καλογερόπουλος
Έκδοση Κειμένου: 28/1/2011
Ο Ντιν γνωρίζει την Σίντι που έχει μείνει έγκυος από τον πρώην της, την ερωτεύεται και της κάνει στενό μαρκάρισμα με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο. Αδιαφορεί για τις συμβάσεις, φέρεται γλυκά αλλά σαν παιδί, με χιούμορ στην συμπεριφορά του και μικρές ανώδυνες τρέλες. Η Σίντι γοητεύεται από μια τέτοια θαλπωρή (αντίθετη από το πατριαρχικό περιβάλλον τη οικογένειάς της – είμαστε στην Πενσυλβάνια), τον παντρεύεται και ζουν μαζί εδώ και έξι χρόνια με την μικρή Φράνκι. Σταδιακά θα φανεί ότι ο Ντιν αρκείται σε μια τέτοια ειδυλλιακή κατάσταση χωρίς όνειρα (του αρκεί να είναι μπογιατζής), ενώ εκείνη δουλεύει σε ένα μαιευτήριο, μάλλον βοηθός – δεν κατάλαβα ή δεν διευκρινίζεται. Η Σίντι αρχίζει να νοιώθει ασφυκτικά και ο Ντιν να γίνεται εκνευριστικός παραμένοντας ο ίδιος και μη εννοώντας το πρόβλημα. Αντιπαρατίθενται σε μικρά και μεγάλα ζητήματα αλλά η Σίντι νοιώθει ότι ο Ντιν την παρασύρει σε κυκλικούς συλλογισμούς που δεν οδηγούν πουθενά. Μοιραία κάποια στιγμή θα έρθουν σε σοβαρή σύγκρουση. Παρακολουθούμε τα γεγονότα με γυρίσματα πίσω μπρος στο χρόνο.
Ο σκηνοθέτης Derek Cianfrance (Brother Tied) που συνυπογράφει το σενάριο, δεν μπαίνει στον κόπο να δικαιολογήσει (ως πλοκή) ικανοποιητικά τους λόγους για τους οποίους δεν τα βρίσκουν. Ακόμη και το ότι ο Ντον πίνει συστηματικά το μαθαίνουμε από μια ατάκα Σχεδόν δεν το καταλαβαίνουν ούτε οι ήρωες. Απλά το βιώνουν. Καταλαβαίνουμε επί μέρους τους διαλόγους και αντιλαμβανόμαστε τις ψυχολογικές καταστάσεις. Σε ένα γάμο, σε μια σχέση δυο άνθρωποι εμπνέονται ο ένας από τον άλλο και παρακάτω όχι. Αυτή μάλλον, μέσα στη γενικότητά της, είναι η κεντρική ιδέα. Και το χρονικό ανακάτεμα, αν και προσωπικά το θεωρώ στις περισσότερες περιπτώσεις εφέ για να μοιάζει ένα έργο «βαθύτερο» απ ότι είναι, εδώ χρησιμεύει για να δοθεί έμφαση στις αντιθέσεις από τις οποίες περνάει μια σχέση.
Εκεί που το φιλμ κερδίζει είναι στον περίπου ντοκιμαντερίστικο ρεαλισμό του Cianfrance και τις ερμηνείες του Ryan Gosling (Lars and the Real Girl, Half Nelson) και της Michelle Williams (Brokeback Mountain, Shutter Island), σε μια αγαστή χημεία μεταξύ τους.
Βαθμολογία:
Κριτικός: Σταύρος Γανωτής
Έκδοση Κειμένου: 2/2/2011
Υπάρχει ο Βαλεντίνος της ευτυχίας για όσους η ζωή χαρίζει απλόχερα επιτυχία. Υπάρχει, όμως, κι αυτός της μελαγχολίας, για τις δισεκατομμύρια λούμπεν υπάρξεις που τα προβλήματα της ζωής εισβάλλουν στην αγάπη τους και την τρώνε σαν σαράκια. Ο Derek Cianfrance επιλέγει να αφηγηθεί αυτό το λούμπεν ρομάντζο με τον μοναδικό τρόπο που θα ήταν ταιριαστός: με μια αφήγηση σαν του Κασσαβέτη και με νοοτροπία Νουβέλ-Βαγκ. Αυτός ο συνδυασμός έχει εμφανιστεί κι άλλες φορές στον σύγχρονο κινηματογράφο, κυρίως τον ευρωπαϊκό, αλλά σπάνια τόσο λειτουργικά. Το αποτέλεσμα είναι μια σκληρά σινεφιλική ταινία, την οποία όμως μπορεί να παρακολουθήσει κάθε είδους κοινό. Και μόνο αυτό, είναι επίτευγμα.
Το έργο είναι αδυσώπητα ρεαλιστικό στο σημείο εκείνο που μια ταινία κινδυνεύει να χάσει το ενδιαφέρον της. Αντί όμως να αρκείται στο ντοκιουντράμα ύφος του, επεκτείνεται με πρωτόγνωρο για το είδος μυθοπλαστικό τρόπο, παίζοντας με το πριν και το τώρα μιας ιστορίας που θα μπορούσε να συμβεί στον καθέναν. Το «blue» του τίτλου παραπέμπει άμεσα στη μελαγχολία, αλλά ταιριάζει και στο λαϊκό τραγούδι, το αμερικανικό blues. Γιατί αυτό είναι το στόρι. Μια αράδα λαϊκών στίχων από αυτούς που φοβόμαστε να μη συμβούν και σε εμάς. Άψογος ο Ryan Gosling, αρτιότατη η Michelle Williams, ανεβάζουν την ποιότητα σε κάτι που δεν την έχει άμεσα ανάγκη. Η ταινία του Cianfrance θέλει να μιλήσει κι όχι να κριθεί. Να συμβουλεύσει περί μοιραίου κι όχι να αριστεύσει. Να τραγουδηθεί κι όχι να σαρώσει βραβεία. Για αυτό κινείται σε πλαίσια που γίνονται όρια, όρια αξεπέραστα λόγω των προθέσεων της. Κανέναν δεν θα ενοχλήσουν αυτά τα πλαίσια, παρά αυτούς που βρίσκονται στην αρχή του ταξιδιού και στο μυαλό τους έχουν αλλιώς το φινάλε…
Βαθμολογία: