Συντάκτης: Γιώργος Ξανθάκης

O Francisco (Arturo de Córdova), ένας μεσήλικας -που παρά την ηλικία του εξακολουθεί να είναι παρθένος- πλούσιος και αξιοσέβαστος, μορφωμένος και θρησκευόμενος, ερωτεύεται με την πρώτη ματιά μια νεαρή γυναίκα, την Gloria (Delia Garcés), που είδε στην εκκλησία. Αν και είναι αρραβωνιασμένη με άλλον, τη γοητεύει με τους αριστοκρατικούς τρόπους του, την παντρεύεται και διαμένουν στην πολυτελή έπαυλή του. Ωστόσο, η κοινή ζωή τους δηλητηριάζεται από τις εντελώς αβάσιμες και παράλογες σκηνές ζηλοτυπίας του Francisco. Τα βίαια ξεσπάσματά του ακολουθούνται από ειλικρινείς εκκλήσεις για συγχώρεση. Ωστόσο, σιγά-σιγά ο Francisco διολισθαίνει στην απόλυτη παράνοια. Αφού προσωρινά εκτονώνει το παραλήρημά του στην κορυφή ενός καμπαναριού (μια σκηνή που θα μπορούσε να έχει εμπνεύσει τον Hitchock στο «Vertigo» του 1958), στη συνέχεια προβαίνει σε εικονική εκτέλεση της Gloria με άσφαιρα πυρά, φθάνοντας μάλιστα στο σημείο να επιχειρήσει να της ράψει τα γεννητικά όργανα, προκειμένου να διαφυλάξει την πίστη της σε εκείνον -μια ακραία και σουρεαλιστική αναπαράσταση της επιθυμίας του ανθρώπου για απόλυτο έλεγχο. Όταν η Gloria εξαφανίζεται για να ζήσει μια φυσιολογική ζωή, αυτός θα νοσηλευτεί σε φρενοκομείο και μετά θα κλειστεί οικειοθελώς σε μοναστήρι για να κατευνάσει τα πάθη της σάρκας και το πνεύματός του.

Το «El» αποτελεί ένα παραληρηματικό πορτρέτο της εμμονικής ανδρικής επιθυμίας, καθώς περιγράφει την επώδυνη μετάβαση από το «Amour Fou» στον τυφλά παρανοϊκό φόβο ότι η νεαρή και όμορφη σύζυγός δεν μπορεί να ανταποκριθεί στα διαρκώς κλιμακούμενα πρότυπα ηθικής και αγνότητας. Μέσω του γκροτέσκο, ο Buñuel επιτίθεται στην αστική τάξη που είναι άπληστα προσκολλημένη στην ιδιοκτησία και στον μισαλλόδοξο καθολικισμό. Ο παρθένος άντρας είναι ένας «βλάσφημος Χριστός» που θέλει να κατέχει την υποτακτική φροντίδα μιας «Μαγδαληνής». Η έπαυλη, η έδρα των ιδεοληπτικών του ψευδαισθήσεων, και η εκκλησία, η έδρα εξίσου νοσηρών τελετουργιών, είναι εναλλάξιμα περιβάλλοντα, περιβάλλοντα βασανιστηρίων και ειδεχθών πρακτικών.

Η ταινία συγκεντρώνει πολλά από τα εννοιολογικά σήματα κατατεθέντα του Buñuel, όπως η θρησκευτικός φονταμενταλισμός, η σεξουαλική καταστολή, η ανοησία του αστικού καπιταλισμού, η θρησκευτικο-κοινωνική ευπρέπεια, ο φετιχισμός, η φαλλοκρατική αντίληψη της κατοχής μιας νεαρότερης γυναίκας μέσω του πλούτου.

Χαρακτηριστική είναι η απεικόνιση της ιεροτελεστίας της Μεγάλης Πέμπτης, με τον ιερέα να πλένει και να φιλά τα πόδια ενός αγοριού -υπονοώντας την παιδεραστία, τη λάγνα διάθεση τού υπηρέτη σε αντίθεση με την παρθενία του πάμπλουτου αφεντικού του, η σκηνή της παράνοιας μέσα στην εκκλησία με τον Francisco να βλέπει το εκκλησίασμα εναλλάξ σιωπηλό και χλευαστικό απέναντί του και καταλήγει με την επίθεσή του στον ιερέα. Το φινάλε υπογραμμίζει τόσο την πτώση όλων των κοινωνικών μασκών όσο και την αμφιβολία αν ο Francisco θεραπεύτηκε.

Η σκηνοθετική προσέγγιση του Buñuel, τόσο παραισθησιακή όσο και εντομολογική, είναι τόσο πειστική που ο διάσημος ψυχαναλυτής Jacques Lacan χρησιμοποίησε την ταινία ως ενδεικτικό παράδειγμα στα σεμινάριά του. Ίσως και να μην υπάρχει ταινία σε ολόκληρη τη φιλμογραφία του Buñuel τόσο σπαρακτική και απελπισμένη, όσο το «El».

Βαθμολογία:

0 κακή | 1 μέτρια | 2 ενδιαφέρουσα | 3 καλή | 4 πολύ καλή | 5 αριστούργημα

| μπείτε και στη σελίδα της ταινίας για περισσότερα

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΑΙ...

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *