Συντάκτης: Γιώργος Ξανθάκης

Ο σπουδαίος ισπανός auteur Luis Buñuel (1900-1983) είχε μια αρκετά πολύπλοκη καλλιτεχνική καριέρα που μπορεί να χωριστεί σε τρεις περιόδους: την πρώιμη avant-garde σουρεαλιστική (1929-1933) σε Γαλλία και Ισπανία • την πιο συμβατική μεξικανική περίοδο (1946-1965) • την ώριμη σουρεαλιστική με κομψές σάτιρες των δεκαετιών του 1960 και του 1970.

Στη μεξικανική περίοδό του ο Bunuel σκηνοθέτησε περίπου 20 ταινίες, από τις οποίες μερικές διαθέτουν κάποια νουάρ στοιχεία. Το αδιαμφισβήτητο αριστούργημα αυτής της περιόδου είναι το «Los Olvidados», μια βαθιά επιδραστική ταινία -καταθλιπτικό πορτρέτο άπορων παιδιών εγκλωβισμένων σε συντριπτική φτώχεια και βία στις φτωχογειτονιές της Πόλης του Μεξικού.

Συγκρατημένος από τη μεξικανική κινηματογραφική βιομηχανία που απαιτούσε σαφή αφηγηματική δομή, ο Buñuel διαχέει αρμονικά τις εικόνες αναρχίας και ελεύθερης συσχέτισης μέσα στον νατουραλισμό της βίας, χαρίζοντας στην ταινία μια θαυμαστή ισορροπία που απουσίαζε από τα πρώιμα σουρεαλιστικά έργα του.

Με αγάπη, αλλά χωρίς οίκτο, ο Buñuel ξεδιπλώνει την ιστορία μιας συμμορίας παιδιών παραγκουπόλεων που γίνονται παραβάτες ως άμυνα ενάντια στη φτώχεια, την έλλειψη στοργής, τη σκληρότητα της αστυνομίας και την απειλή των παιδεραστών στους δρόμους της πόλης.

Η αφήγηση επικεντρώνεται στα αλληλένδετα πεπρωμένα δύο συγκεκριμένων ανήλικων παραβατών, του σκληρού Jaibo (Roberto Cobo) και του νεότερου, ασθενέστερου Pedro (Alfonso Mejía). Φτιαγμένη στο ύφος των ιταλών νεορεαλιστών, με μη επαγγελματίες ηθοποιούς και φυσικές τοποθεσίες, η ταινία είναι ασυμβίβαστα βάναυση και απαισιόδοξη στην απεικόνιση μιας ομάδας απελπισμένων άθλιων που προορίζονται να ζήσουν και να πεθάνουν στη αφάνεια και στις στερήσεις, ακόμη και τα πιο βασικά αγαθά που προσφέρει η σύγχρονη κοινωνία. Ο Bunuel είπε κάποτε ότι «Θα ήθελα να κάνω ακόμη και τον πιο συνηθισμένο θεατή να αισθανθεί ότι δεν ζει στον καλύτερο δυνατό κόσμο», και ο σκηνοθέτης μάς εισάγει άμεσα στον ζωντανό εφιάλτη που κατοικείται από τους χαρακτήρες στο «Los Olvidados». Αφού βασανίσει τον τυφλό μουσικό Δον Carmelo (Miguel Inclan), ο αρχηγός της συμμορίας Jaibo χτυπά μέχρι θανάτου τον έφηβο πληροφοριοδότη, του οποίου η μαρτυρία τον έστειλε στο αναμορφωτήριο. Ο Pedro, ο οποίος είναι μάρτυρας της δολοφονίας, προσπαθεί να αποφύγει τα προβλήματα, αλλά ο Jaibo τον ακολουθεί στη δουλειά και στο σπίτι του, όπου αποπλανεί τη μητέρα του αγοριού. Ακόμα και στα όνειρά του, ο Pedro δεν μπορεί να ξεφύγει από τον απειλητικό δολοφόνο. Στους χαρακτήρες του Jaibo και του Pedro, του αφελούς θύματός του, ο Buñuel κάνει μια λεπτή διάκριση μεταξύ διαφθοράς και παραβατικότητας.

Το «Los Olvidados», του οποίου ο τίτλος μεταφράζεται ως «οι ξεχασμένοι», είναι γεμάτο με μπουνιουελικά μοτίβα και εμμονές -τα γυναικεία πόδια, τους τυφλούς, τους ανάπηρους, τα κοκόρια και τα κοτόπουλα. Ο ρεαλισμός του Bunuel δεν έχει όμοιό του σε ολόκληρη την ιστορία του κινηματογράφου: δεν υποκύπτει στον συναισθηματισμό, ούτε αφήνει τον εαυτό του να μαγευτεί από τις σειρήνες του λυρισμού. Είναι στεγνός, ξερός και βάναυσος, αλλά ταυτόχρονα ισχυρά ουμανιστικός. Οι φτωχοί δεν υποφέρουν ευγενικά, οι ανάπηροι δεν είναι άγιοι και τα ανθρώπινα όντα υποβαθμίζονται στο επίπεδο των ζώων. Τα θύματα βρίσκουν κάποιον άλλο κάτω από αυτά στην τροφική αλυσίδα για να εκφοβίσουν. Ο θρυλικός κινηματογραφιστής Gabriel Figueroa μετατρέπει την άθλια φτώχεια της γειτονιάς σε ένα βρώμικο, ακατάστατο τοπίο που μεταμορφώνεται τη νύχτα όταν ο φωτισμός νουάρ μαλακώνει τους άδειους δρόμους.

Η νοσηρή σκληρότητα που επιδεικνύουν οι χαρακτήρες της ταινίας, καθώς βασανίζουν και καταστρέφουν χωρίς συνείδηση, ταιριάζει με την εξίσου γκροτέσκα κοινωνία που τους έχει εκθρέψει. Ωστόσο, το μοναδικό κινηματογραφικό ύφος του Bunuel, κεντημένο με κυνισμό και ποίηση, καθιστά την ταινία συνταρακτική. Αξιομνημόνευτη είναι η ονειρική σεκάνς, στην οποία ο Pedro φαντάζεται την αδιάφορη μητέρα του ως Παναγία. Το όνειρο είναι μια υποσυνείδητη έκφραση της ενοχής και των επιθυμιών του και τελειώνει ως εφιάλτης, στον οποίο η μητέρα του ταΐζει κρέας τον άσπονδο φίλο του, Jaibo.

Η ταινία συγκλονίζει τον θεατή για την απαισιόδοξη, αμείλικτα ρεαλιστική απεικόνιση της ματαιότητας στις ζωές των εγκαταλελειμμένων παιδιών των παραγκουπόλεων. Το τελικό πλάνο, του πεταμένου πτώματος ενός παιδιού στα σκουπίδια που ακολουθείται από μια ορμητική κίνηση της κάμερας προς τον σκοτεινό ουρανό, είναι παραλυτική χωρίς να προσφέρει ούτε μία στάλα λύτρωσης. Τελικά, είναι οι άνθρωποι εγγενώς καλοί ή κακοί ή η ανηθικότητα πηγάζει από τις κοινωνικές συνθήκες; Ο André Bazin χαρακτήρισε το «Los Olvidados» ως «μια ταινία που μαστιγώνει το μυαλό σαν πυρωμένο σίδερο».

Βαθμολογία:

0 κακή | 1 μέτρια | 2 ενδιαφέρουσα | 3 καλή | 4 πολύ καλή | 5 αριστούργημα

| μπείτε και στη σελίδα της ταινίας για περισσότερα

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΑΙ...

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *