Κριτική | Ο Καθρέφτης Έχει Δύο Πρόσωπα (1996)
Συντάκτης: Σταύρος Γανωτής
Μπορεί η Barbra Streisand να έγραψε στη συλλογική μνήμη -για τα καλά κιόλας- ως τραγουδίστρια και ηθοποιός, αλλά είναι κρίμα που δεν μνημονεύεται εξίσου και ως σκηνοθέτρια (έστω και με τρεις μόλις ταινίες). Έχει αυτό το κάτι που επενδύει στα μικρά, αλλά σου αντλεί τα μεγάλα.
Εδώ βρίσκεται στο κατεξοχήν κινηματογραφικά στοιχείο της, που είναι η κομεντί. Απορεί κανείς που τη δοκιμάζει υπό τη σκηνοθετική ιδιότητα για πρώτη φορά, όσο έμπειρη κι αν ήταν ερμηνευτικά πάνω σε αυτήν. Με το Γεντλ ως πρότυπο για το πού θέλει να επενδύσει, πετυχαίνει εν ολίγοις να σου καρφώσει ένα χαμόγελο από τα πρώτα κιόλας λεπτά της θέασης, και να παραμένει αναλλοίωτο ακόμα και στα σημεία προς το φινάλε που η συγκίνηση παίρνει τα ηνία. Είναι αυτή η κομεντί που γεννήθηκε μέσα στη δεκαετία του 1930 από τον Frank Capra, επηρέασε όσο καμία άλλη το χτίσιμο της παγκόσμιας κομεντί στη μεγάλη οθόνη, αλλά ήδη το 1996 κινδύνευε από την επιβολή εκ των στούντιο μιας σεναριακής συνταγής, που δυστυχώς έμελλε να πετύχει εμπορικά και να καθιερωθεί.
Ο Καθρέφτης έχει ένα πολύ απλό στόρι, που θα σας θυμίσει άμεσα το Ένα Κορίτσι για Δύο με τον Αλεξανδράκη και τη Λάσκαρη. Κι όμως αυτό διανθίζεται εδώ με το απρόοπτο της στιγμής, εκείνες τις στιγμιαίες και μη μηχανικές αντιδράσεις που σου οικειοποιούν την εικόνα και σε κάνουν να ερωτευτείς τους χαρακτήρες. Το χιούμορ δεν είναι το δυνατό σημείο, δεν υπήρχε τέτοια πρόθεση, αλλά κρύβεται παντού και εργάζεται ύπουλα στο υποσυνείδητο μας, που πιάνει τον εαυτό του να συμπάσχει με όσα βλέπει, να θέλει να συμμετέχει στους διαλόγους, να αυτοσαρκάζεται με αθώο αλλά και ευχάριστα πιπεράτο τρόπο. Είναι η κομεντί του μεσήλικα, που δεν έχει όμως χάσει επαφή με τον νεανικό του εαυτό, με το φιλμ να δανείζεται κάτι από όλες τις ηλικίες και να διατηρεί μια φρεσκάδα σε όλες του τις εκφάνσεις.
Όπως ο Jeff Bridges έχει το χάρισμα να ανταποκρίνεται σε κάθε τύπου κωμική προσωπικότητα, η Streisand έχει το αντίστοιχο να εισβάλει στη χιουμοριστική αλήθεια της καθημερινότητας μας με έναν γουντιαλενικό τρόπο, στερούμενο βέβαια τη βαθιά φιλοσοφική και ψυχαναλυτική του πλευρά. Είναι ένα ελαφρύ σινεμά, που όμως δεν κάνει χάρες ποιότητας, μια και υπηρετείται με σοβαρότητα και με βάθος στην παράδοση των κωμικών προτύπων δεκαετιών. Δεν είναι φάρσα, κι όμως είναι φαρσικό το υπόστρωμα του, που θέλει την κεντρική ηρωίδα να παρακάμπτει τις βασικές της συναισθηματικές αρχές, μην έχοντας πρώτο λόγο στα εμφανισιακά πρότυπα της κοινωνίας. Και θα φτάσει ακόμα και να παντρευτεί αυτό τον συμβιβασμό της, για να μη χάσει τη μισή ευκαιρία που της δίνεται για να μη γεράσει πλάι στη μητέρα της. Βέβαια, εδώ έχουμε παράλληλα χολιγουντιανό παραμύθι, και το ασχημόπαπο θα μεταμορφωθεί σε κύκνος. Αλλά και πάλι το twist θα έρθει υπό τη συνοδεία ονειρικής μουσικής, όταν είναι το ασχημόπαπο που θα πάρει τα εύσημα και όχι ο κύκνος που απλά θα υπηρετούσε τα πρότυπα της λίμνης.
Τα λέω λίγο ποιητικά, αλλά είναι απλά το αποτέλεσμα εκείνου του καρφωμένου χαμόγελου που φταίει, και όχι απόρροια κάποιας δημιουργίας που ήθελε το κάτι παραπάνω από αυτό που πετυχαίνει. Παραμένει ένα ελαφρύ σινεμά, τόσο όμως γλυκό που επιτρέπεται να αφήσεις τον εαυτό σου να αισθανθεί λιγότερα «έξυπνος» εμπρός του.
Βαθμολογία:
0 κακή | 1 μέτρια | 2 ενδιαφέρουσα | 3 καλή | 4 πολύ καλή | 5 αριστούργημα