Χωρισμένο σε δύο μέρη, το φιλμ ακολουθάει την πορεία του Ντομινίκ Στρος-Καν από τα κεντρικά του ΔΝΤ στη Νέα Υόρκη, ένα μαγιάτικο σαββατοκύριακο. Το πρώτο μέρος ασχολείται με τη σύλληψη του γενικού διευθυντή του οργανισμού, βασισμένο σε ρεπορτάζ, βίντεο-ντοκουμέντα κι αναφορές. Το δεύτερο μέρος πηγαίνει στην πολυτελή έπαυλη στην Τριμπέκα, όπου ο Στρος-Καν πέρασε τέσσερις μήνες έγκλειστος υπό παρακολούθηση, στο πλάι της συζύγου του, Αν Σινκλέρ. Αυτό το δεύτερο κομμάτι είναι καθαρά μυθοπλαστικό.

Σκηνοθεσία:

Abel Ferrara

Κύριοι Ρόλοι:

Gerard Depardieu … Devereaux

Jacqueline Bisset … Simone Devereaux

Marie Moute … Sophie Devereaux

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Abel Ferrara, Christ Zois

Παραγωγή: Adam Folk

Φωτογραφία: Ken Kelsch

Μοντάζ: Anthony Redman

Σκηνικά: Tommaso Ortino

Κοστούμια: Ciera Wells

 

  • Κυριότερη Προβολή στην Ελλάδα: Διανομή στις αίθουσες.
  • Παγκόσμια Κριτική Αποδοχή (Μ.Ο.): Θετική.

Τίτλοι

Αυθεντικός Τίτλος: Welcome to New York

Ελληνικός Τίτλος: Καλώς Ήρθες στη Νέα Υόρκη

Παραλειπόμενα

  • Ο Abel Ferrara έκανε έρευνα δύο ετών για να καταλήξει στο σενάριο της ταινίας, αλλά και να μαζέψει το αρχειακό υλικό που χρειάζονταν.
  • Ο χαρακτήρας του Depardieu δεν αναφέρεται στην ταινία ως Ντομινίκ Στρος-Καν, αλλά ως Κος Ντεβερό.
  • Ο Strauss-Kahn είχε απειλήσει ότι θα καταθέσει μήνυση για συκοφαντία.
  • Στις ΗΠΑ η ταινία βγήκε ως “αυστηρά ακατάλληλη”. Ενώ ζητήθηκε από τον σκηνοθέτη να την περικόψει για να βγει τουλάχιστον ως R, αυτός δήλωσε αηδιασμένος και δεν προέβη σε κανένα νέο μοντάζ.

Μουσικά Παραλειπόμενα

  • Εδώ ακούγονται για πρώτη φορά το America The Beautiful και το After All Is Said And Doneμε τον Paul Hipp, αλλά βγήκαν σε άλμπουμ τον επόμενο χρόνο, στον προσωπικό δίσκο του καλλιτέχνη.

Εξωτερικοί Σύνδεσμοι

Κριτικός: Πάνος Αχτσιόγλου

Έκδοση Κειμένου: 30/9/2014

Η νέα ταινία του Έιμπελ Φεράρα ξεκινά με την υποτιθέμενη συνέντευξη του βασικού της πρωταγωνιστή Ζεράρ Ντεπαρτιέ, ο οποίος δηλώνει ευθύς εξαρχής ότι θεωρεί τον εαυτό του αναρχικό, ότι δεν πιστεύει στους πολίτικους (προφανώς εξαιρεί τους Ρώσους) και ότι υποδύεται καλύτερα τους χαρακτήρες τούς οποίους μισεί. Οι δηλώσεις του αυτές μοιάζουν ακατανόητες, κοιτώντας την πορεία του άλλοτε καλύτερου γάλλου ερμηνευτή τα τελευταία χρόνια. Όπως ακατανόητη ως προς το ύφος και τη δομή της μοιάζει και η εν λόγω ταινία. Βασισμένο στην πολύκροτη υπόθεση Στρος-Καν, το φιλμ παρουσιάζει έναν παντοδύναμο γάλλο τραπεζίτη (εδώ ονομάζεται Ντεβερό), έναν αυτάρεσκο, γλοιώδη, παχύσαρκο τύπο, ο οποίος κατηγορείται για σεξουαλική κακοποίηση μιας έγχρωμης καμαριέρας στη σουίτα του ξενοδοχείου του στη Νέα Υόρκη. Η ταινία (η οποία προβλήθηκε για πρώτη φορά στις φετινές Κάνες, ξεσηκώνοντας πλήθος αντιδράσεων) ενημερώνει ότι θεωρείται απλώς ελευθέρα εμπνευσμένη από την υπόθεση του τότε γενικού διευθυντή του ΔΝΤ, παρόλο που χρησιμοποιούνται πραγματικές συνεντεύξεις τύπου ή εικόνες από την αληθινή φυλακή στην οποία είχε εγκλειστεί για λίγο ο γάλλος πολιτικός.

Ο Φεράρα υιοθετώντας ντοκιμαντερίστικα πλάνα ξεδιπλώνει την πλοκή η οποία εξαντλείται ήδη από την πρώτη ώρα, καθιστώντας διαδικαστικό το δεύτερο μέρος. Χωρίς να αφήνει καμία αμφιβολία, παρουσιάζει τον ένοχο με αφοπλιστικό ρεαλισμό, χωρίς ίχνος ρεβιζιονισμού ή εμβάθυνσης πάνω στα κίνητρα, τις αιτίες, την πολιτική διάσταση του συμβάντος. Για τον σκηνοθέτη, τα πράγματα είναι έτσι όπως φαίνονται και τίποτε παραπάνω. Ο Ντεβερό είναι απλά ένας άνδρας (ή καλύτερα ένα μόνιμα ξαναμμένο μωρό) που παίρνει ό,τι θέλει απλώνοντας το χέρι, απλά γιατί μπορεί. Ακόμη κι όταν φτάνει στον απόλυτο εξευτελισμό (σκηνή του γδυσίματος στη φυλακή), ο ίδιος δείχνει προκλητικά αδιάφορος, ενώ το θέαμα ενός ξεχειλωμένου ανθρώπου, μεταλλαγμένου από τη χλιδή και την καλοπέραση, είναι το λιγότερο αποκρουστικό. Ίσως αυτό που γίνεται κατανοητό γρήγορα, κυρίως μέσω της εικονογράφησης του κεντρικού χαρακτήρα, είναι το γεγονός ότι η διαφθορά, η δύναμη κι ο πλούτος έχουν μολύνει τόσο βαθιά τον συγκεκριμένο άνθρωπο, κάνοντάς τον να ζει μια παράλληλη πραγματικότητα, χωρίς αλήθειες, χωρίς συνέπειες, χωρίς αιτίες για τις πράξεις του. Η προσπάθεια εξάλλου να χρεώσει την αντίδρασή του σε ψυχολογικά προβλήματα, πέφτει στο κενό όταν ο ίδιος βλέπει ότι δεν θα του αποφέρει το αποτέλεσμα που επιθυμεί. Έτσι, αυτό που μένει είναι τελικά ένα μηδενιστικό βλέμμα, ένα δύσθυμο αδιέξοδο, ένα κενό, τόσο ειλικρινές όσο τρομακτικό.

Η βασική αδυναμία του φιλμ, πέρα από την ανούσια μεγάλη διάρκεια και τις ακατάληπτα μακροσκελείς σκηνές σεξ που χάνουν οποιαδήποτε νοηματική άξια, είναι η παράλογη ελαφρότητα (όσο οξύμωρο κι αν ακούγεται) με την οποία η σκηνοθεσία αντιμετωπίζει το θέμα. Κάνεις δεν δείχνει να ενδιαφέρεται για το θύμα, το οποίο κι εμφανίζεται ελάχιστα. Οι όποιοι σεναριακοί υπαινιγμοί γύρω από το σύστημα εξουσίας, τη δίψα για ισχύ και τον κοινωνικό ρατσισμό περιορίζονται από την ίδια την εξέλιξη της υπόθεσης, δεν υποστηρίζονται από τη δραματουργία και δίνουν μια επιφανειακή, ημιτελή εντύπωση. Οι ακατανόητα δίγλωσσοι διάλογοι του πρωταγωνιστή με την επίσης γαλλίδα γυναίκα του υποπίπτουν σε θεατρινισμούς (όμορφη άλλα παγωμένη κι ανέμπνευστη η Ζακλίν Μπισέ), ενώ ο μονόλογός του λίγο πριν το φινάλε μοιάζει ασυνάρτητος, εσκεμμένος, χωρίς ουσία. Ο ίδιος ο κύριος ρόλος, παρότι ερμηνεύεται με συνέπεια από έναν ασθμαίνοντα, ξελιγωμένο Ντεπαρτιέ που περιφέρει την τεράστια, τύπου Jabba the Hutt κοιλιά του, μουγκρίζοντας κι αγκομαχώντας σε κάθε του κίνηση, φαίνεται ανολοκλήρωτος, σαν να βγήκε από τις σελίδες σκανδαλοθηρικού περιοδικού. Εντούτοις, το κερδισμένο στοίχημα βρίσκεται στην περίεργη αίσθηση που τροφοδοτείται διαρκώς από τον σκηνοθέτη (σίγουρα συμβάλλει και ο πρωταγωνιστής σε αυτό), ότι Ντεβερό και Ντεπαρτιέ συγκλίνουν επικίνδυνα, θυμίζοντας τη διάσημη παρατήρηση του Γκοντάρ ότι κάθε φιλμ βασισμένο σε μυθοπλασία είναι ταυτόχρονα κι ένα ντοκιμαντέρ πάνω στους ηθοποιούς που το απαρτίζουν.

Χωρίς να γίνεται πλήρως αντιληπτός ο τίτλος του, πάρα τα εισαγωγικά διαπιστευτήρια περί μυθοπλασίας τα οποία δεν γίνονται ποτέ ιδιαίτερα πιστευτά, ίσως γιατί εισάγονται καθαρά για λόγους προστασίας του σκηνοθέτη και των σεναριογράφων, το «Καλώς Ήρθες στη Νέα Υόρκη» ορίζεται περισσότερο ως μια λεπτομερής περιγραφή των συμβάντων της υπόθεσης Στρος-Καν (η οποία παρεμπιπτόντως έληξε με εξωδικαστικό συμβιβασμό), πάρα ως μια ολοκληρωμένη δημιουργία που έχει κάτι να πει, πέρα από το προφανές. Θεωρώντας απόλυτα περιττή την οποιαδήποτε ανάλυση πάνω στη δύναμη του χρήματος, την απλή, ξεκάθαρη σεξουαλική (και όχι μονό) βία πάνω στους ασθενέστερους, την κατάχρηση της εξουσίας και την ξεδιάντροπη διάλυση θεσμών κι αξιών, αυτό που ίσως τελικά μένει από αυτό το ωμό, κτηνώδες φιλμ είναι η απόγνωση, όχι τόσο στο καταληκτικό βλέμμα του Ντεβερό, αλλά σε αυτό της νέας οικιακής βοηθού, πάνω στο οποίο αποτυπώνονται οι φόβοι όλων αυτών που δεν έχουν άλλη επιλογή, πάρα να συνδιαλλαγούν με το τέρας.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

13 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *