
Η βιογραφία του αμφιλεγόμενου αντιπροέδρου των ΗΠΑ Ντικ Τσένεϊ και ο καθοριστικός ρόλος του στην εμπόλεμη εξωτερική πολιτική της Αμερικής επί προεδρίας Τζορτζ Μπους. Η ταινία σκιαγραφεί κωμικά και γλαφυρά πώς ένας γραφειοκράτης από την Ουάσιγκτον ανελίχθηκε αθόρυβα σε έναν από τους πιο ισχυρούς ανθρώπους στον κόσμο, σε μια περίοδο που στιγματίστηκε από την επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου και τις στρατιωτικές επιχειρήσεις των ΗΠΑ σε Ιράκ και Αφγανιστάν. Ο Τσένεϊ αναδιαμόρφωσε την Αμερική και τον κόσμο με τρόπους που εξακολουθούν να επηρεάζουν τις εξελίξεις μέχρι και σήμερα.
Σκηνοθεσία:
Adam McKay
Κύριοι Ρόλοι:
Christian Bale … Dick Cheney
Amy Adams … Lynne Cheney
Steve Carell … Donald Rumsfeld
Sam Rockwell … George W. Bush
Alison Pill … Mary Cheney
Jesse Plemons … αφηγητής (φωνή)
Lily Rabe … Liz Cheney
Tyler Perry … Colin Powell
Justin Kirk … Scooter Libby
LisaGay Hamilton … Condoleezza Rice
Shea Whigham … Wayne Vincent
Eddie Marsan … Paul Wolfowitz
Bill Camp … Gerald Ford
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Adam McKay
Παραγωγή: Megan Ellison, Will Ferrell, Dede Gardner, Jeremy Kleiner, Adam McKay, Kevin J. Messick, Brad Pitt
Μουσική: Nicholas Britell
Φωτογραφία: Greig Fraser
Μοντάζ: Hank Corwin
Σκηνικά: Patrice Vermette
Κοστούμια: Susan Matheson
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Vice
- Ελληνικός Τίτλος: Vice: Ο Δεύτερος στην Ιεραρχία
Κύριες Διακρίσεις
- Όσκαρ μακιγιάζ/κομμώσεων. Υποψήφιο για καλύτερη ταινία, σκηνοθεσία, πρώτο αντρικό ρόλο (Christian Bale), δεύτερο αντρικό ρόλο (Sam Rockwell), δεύτερο γυναικείο ρόλο (Amy Adams), αυθεντικό σενάριο και μοντάζ.
- Χρυσή Σφαίρα πρώτου αντρικού ρόλου (Christian Bale) σε κωμωδία/μιούζικαλ. Υποψήφιο για καλύτερη ταινία (κωμωδία/μιούζικαλ), σκηνοθεσία, δεύτερο αντρικό ρόλο (Sam Rockwell), δεύτερο γυναικείο ρόλο (Amy Adams) και σενάριο.
- Βραβείο Bafta μοντάζ. Υποψήφιο για πρώτο αντρικό ρόλο (Christian Bale), δεύτερο αντρικό ρόλο (Sam Rockwell), δεύτερο γυναικείο ρόλο (Amy Adams), σενάριο και μακιγιάζ/κομμώσεις.
Παραλειπόμενα
- Για τον ρόλο, ο Christian Bale χρειάστηκε να πάρει 18 κιλά, να ξυρίσει το κεφάλι του και να ασπρίσει τα φρύδια του. Όπως ο ίδιος δήλωσε, για να πετύχει να διατηρήσει τη φυσική του κατάσταση, έτρωγε συνέχεια πίτες. Κατά τα γυρίσματα, δε, επωμίζονταν τις προσθετικές που χρειάστηκαν για το στόμα και τη μύτη.
- Κατά σύμπτωση, Bale και Cheney έχουν την ίδια ημέρα γενέθλια, στις 30 Ιανουαρίου.
- Αρχικά είχε γυριστεί και μια σκηνή μιούζικαλ, αλλά ο McKay αποφάσισε να την κόψει στο μοντάζ για να κρατηθεί ένας πιο σοβαρός τόνος.
Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης
Έκδοση Κειμένου: 26/12/2018
Ενδιαφέρουσα αυτή η στροφή του Adam McKay από καθαρόαιμος κωμικός σκηνοθέτης της σχολής του «Saturday Night Live» σε μια από τις πιο ηχηρές φωνές του αμερικάνικου πολιτικού σινεμά σήμερα από το «Μεγάλο Σορτάρισμα» κι εξής, μιας κατηγορίας που μέχρι και την περίοδο της καλλιτεχνικής ακμής του Michael Moore μπορούσε μέχρι και να αλλάξει τμήματα από το κατεστημένο, το τρέχον διάστημα όμως μοιάζει πιο απαξιωμένο από το ευρύ κοινό από ποτέ. Εδώ, αν κι επιστρατεύονται κάποια χιουμοριστικά κολπάκια που ανατρέπουν την κλασική φόρμα και θυμίζουν το γενικότερο ύφος που επικρατούσε στην προηγούμενη σκηνοθετική του απόπειρα (ο σαιξπηρικός διάλογος μεταξύ Bale και Adams, το ψεύτικο φινάλε), υπάρχει μια μεγαλύτερη αυστηρότητα και σοβαρότητα και ο καταγγελτικός λόγος είναι ακόμη πιο οξύς. Ωστόσο, όσο κι αν αυτή η στάση δικαιολογείται δεδομένων των πεπραγμένων του Cheney και γενικότερα του ρεπουμπλικανικού λόμπι, ταυτόχρονα δίνεται μια εντύπωση πως ειδικά το σενάριο με τον τρόπο που αποτυπώνει τις καταστάσεις κουνάει σε υπερβολικό βαθμό το δάχτυλο στον θεατή, πως τον πιέζει να στρατευτεί αντί η τοποθέτησή του να προκύψει αβίαστα από την περιγραφή της αλήθειας. Ενδιαφέρον έχει το γεγονός πως ο ίδιος ο McKay δηλώνει δημοκρατικός σοσιαλιστής ως προς τις ιδεολογικές πεποιθήσεις του, πως αποτιμά θετικά τις θητείες Carter και Obama εδώ, αλλά η οκταετία Clinton μένει εκτός του φιλμ του, κάτι που μόνο τυχαίο δεν είναι όπως αποδεικνύεται σε ένα σύντομο αλλά καίριο στιγμιότυπο…
Μιας κι εδώ το επίκεντρο είναι το πολύ ευρύτερο πεδίο της πολιτικής σε αντίθεση με το πιο εξειδικευμένο και απαιτητικό της μακροοικονομίας που ήταν το αντίστοιχο του «Μεγάλου Σορταρίσματος», το «Vice: Ο Δεύτερος στην Ιεραρχία» έχει εξαρχής έναν πιο φιλόδοξο καμβά και ταυτόχρονα την ευκαιρία να απευθυνθεί σε μια μεγαλύτερη μερίδα του κοινού λόγω μιας περισσότερο βατής εννοιολογίας, όσο οξύμωρο κι αν ακουστεί αυτό λόγω του ότι ο προκάτοχός του καταπιανόταν με το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008 το οποίο επηρέασε σχεδόν ολόκληρη την υφήλιο. Οι πληροφορίες συσσωρεύονται, το μοντάζ δεν αφήνει να πέσει ούτε δευτερόλεπτο κάτω, τα λόγια δεν μασιούνται και κάπως έτσι δομείται ένα φιλμικό «κατηγορώ» ισχυρό και αναγκαίο για τους τωρινούς καιρούς. Βοηθάει φυσικά και το ερμηνευτικό πορτραίτο του Christian Bale σε μια από τις πιο καθηλωτικές πρωταγωνιστικές παρουσίες του 2018, επιδεικνύοντας τρομακτικό αυτοέλεγχο και ωριμότητα και χτίζοντας λιθαράκι λιθαράκι έναν χαρακτήρα που ξεπερνάει τη δημόσια εικόνα που έχει κατασκευαστεί για τον ίδιο, εσωστρεφή, μυστηριώδη, απεχθή και συνάμα γοητευτικό μέσα στη χαμηλόφωνη πανουργία του. Σπουδαία στιγμή ο τελικός μονόλογός του στο τέλος που σίγουρα έχει επηρεαστεί από παρόμοια σκηνή του εξαιρετικού «Il Divo». Αλλά και η πλειοψηφία των δεύτερων ρόλων αποτελείται από δυνατά χαρτιά: η Amy Adams συνεχίζει να δείχνει πως αποτελεί σταθερή αξία επιλέγοντας με ακρίβεια χιλιοστού την ένταση των συναισθημάτων της σε κάθε σκηνή, ο Steve Carell ξεχειλίζει από απολαυστικά δηλητηριώδη κυνισμό σε κάθε κίνηση κι εκφορά λόγου ενώ ο Sam Rockwell φαίνεται να το διασκεδάζει περισσότερο από όλους χωρίς να εκτροχιάζεται ποτέ απολύτως στην καρικατούρα.
Πέραν των υπολοίπων, πρόκειται για μια ταινία με ήθος. Όταν ο φακός απομακρύνεται από τη δημόσια σφαίρα κι εστιάζει στην ιδιωτική ζωή του αντιπροέδρου της κυβέρνησης του υιού Bush ποτέ δεν αναδίδεται μια μυρωδιά φτηνιάρικου κουτσομπολιού ή ανέντιμων πυρών σε προσωπικό επίπεδο. Ακόμη και η μοναδική επίκριση που αναμειγνύεται με αυτό το κομμάτι του βίου του αφορά πάλι το κοσμικό προφίλ της οικογένειας, όχι το τι συμβαίνει εντός των τεσσάρων τοιχών του οίκου της. Γενικότερα οι μοναδικές σοβαρές ενστάσεις είναι ο προαναφερθής διδακτισμός, ίσως και το ότι σε επίπεδο φόρμας ο McKay δε φαίνεται να ανανεώνεται, ίσως να γίνεται και ελαφρώς πιο συντηρητικός. Κατά τα άλλα είναι μια δημιουργία που κρατάει αναμμένο τον πυρσό ενός είδους που χρειάζεται ενδυνάμωση όσο περνούν τα χρόνια, και αυτό δεν είναι λίγο…
Βαθμολογία: