
Συνήθεις Ύποπτοι
- The Usual Suspects
- 1995
- ΗΠΑ
- Αγγλικά, Ουγγρικά, Ισπανικά, Γαλλικά
- Αστυνομική, Θρίλερ, Μυστηρίου, Νουάρ
- 24 Νοεμβρίου 1995
Μετά από μια έκρηξη πάνω σε ένα πλοίο, η αστυνομία ανακαλύπτει 27 πτώματα και ναρκωτικά αξίας 91 εκατομμυρίων δολαρίων. Μοναδικοί επιζήσαντες της έκρηξης είναι ένας ούγγρος μαφιόζος με σοβαρά τραύματα, κι ο Βέρμπαλ, ένας μικροαπατεώνας με μερική αναπηρία, ο οποίος συλλαμβάνεται και ανακρίνεται. Κατά τη διάρκεια της κατάθεσης του, θα αφηγηθεί πώς ακριβώς μπλέχτηκε σε αυτή την πολύπλοκη υπόθεση.
Σκηνοθεσία:
Bryan Singer
Κύριοι Ρόλοι:
Kevin Spacey … Roger ‘Verbal’ Kint
Gabriel Byrne … Dean Keaton
Stephen Baldwin … Michael McManus
Benicio Del Toro … Fred Fenster
Kevin Pollak … Todd Hockney
Chazz Palminteri … πράκτορας Dave Kujan
Pete Postlethwaite … Kobayashi
Suzy Amis … Edie Finneran
Giancarlo Esposito … πράκτορας Jack Baer
Dan Hedaya … υπαστυνόμος Jeff Rabin
Peter Greene … Redfoot
Paul Bartel … λαθρέμπορος
Clark Gregg … Δρ Walters
Louis Lombardi … Strausz
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Christopher McQuarrie
Παραγωγή: Michael McDonnell, Bryan Singer
Μουσική: John Ottman
Φωτογραφία: Newton Thomas Sigel
Μοντάζ: John Ottman
Σκηνικά: Howard Cummings
Κοστούμια: Louise Mingenbach
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: The Usual Suspects
- Ελληνικός Τίτλος: Συνήθεις Ύποπτοι
Κύριες Διακρίσεις
- Όσκαρ δεύτερου αντρικού ρόλου (Kevin Spacey) και αυθεντικού σεναρίου.
- Υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα δεύτερου αντρικού ρόλου (Kevin Spacey).
- Βραβείο Bafta σεναρίου και μοντάζ. Υποψήφιο για καλύτερη ταινία.
Παραλειπόμενα
- Ο τίτλος προήλθε από στήλη του περιοδικού Spy, ενώ προγενέστερα αφορούσε μια ατάκα του Claude Rains από την Καζαμπλάνκα.
- Ο Bryan Singer συνάντησε τον Kevin Spacey σε ένα πάρτι του φεστιβάλ του Sundance του 1993 (εκεί που παρουσίαζε την πρώτη του ταινία), και χωρίς να υπάρχει ακόμα κάποια καθαρή ιδέα για νέο σχέδιο, του είχε εκφράσει τη θέληση του να συνεργαστούν στην επόμενη του δουλειά. Τη μόνη ένδειξη για την πλοκή την είχε δώσει ο σεναριογράφος McQuarrie, περιγράφοντας ότι “θα αφορά μια παρέα εγκληματιών που θα συναντηθούν σε αναγνώριση υπόπτων”. Πρώτα έτσι προέκυψε η ιδέα για την αφίσα και έπειτα το στόρι.
- Ο καίριος για την ταινία “αόρατος” χαρακτήρας του Keyser Soze βασίστηκε πάνω στον John List, έναν ψυχοπαθή δολοφόνο από το Νιου Τζέρσεϋ, που το 1971 είχε αφανίσει όλη την οικογένεια του και είχε εξαφανιστεί επί 20 έτη. Το όνομα του προέκυψε από έναν πρώην προϊστάμενο του McQuarrie σε νομική εταιρία, με όνομα Kayser Sume. Από την ίδια του εργασία, αλλά από απλούς συναδέλφους, δανείστηκε και τα ονόματα των υπόλοιπων χαρακτήρων.
- Πέρασαν 5 μήνες ώστε ο McQuarrie να βρει το τελικό σενάριο που ήθελε ο Singer, μετά από 9 διαδοχικές προσπάθειες. Κανένα όμως στούντιο δεν έδειχνε ενδιαφέρον, μέχρι που βρέθηκε χρηματοδότηση από την Ευρώπη. Αυτοί όμως ήθελαν ένα καστ πρώτης γραμμής, και λόγω αυτού προτάσεις έγιναν στους Christopher Walken, Tommy Lee Jones, Jeff Bridges, Charlie Sheen, James Spader, Al Pacino και Johnny Cash για τον μικρό ρόλο του Redfoot (ώστε να ήταν δυνατόν να πληρωθεί ένας τέτοιος ηθοποιός). Για το υπόλοιπο καστ προβλέπονταν μόνο μεροκάματα, κι αυτά κάτω του συνηθισμένου. Όταν τα χρήματα αυτά στέρεψαν, ο Singer πέτυχε να κλείσει συνεργασία με την PolyGram.
- Το διαθέσιμο μπάτζετ ήταν μόλις 5,5 εκατομμύρια δολάρια, με τα γυρίσματα να ολοκληρώνονται μέσα σε 35 ημέρες. Οι σκηνές της ανάκρισης πήραν 6 ημέρες, και περατώθηκαν πριν την υπόλοιπη ταινία.
- Ο Singer περιέγραφε την ταινία ως μια συνάντηση του Με Διπλή Ταυτότητα (1944) με το Ρασομόν (1950), με τη δομή όμως να προέρχεται από τον Πολίτη Κέιν.
- Υπό τον φόβο να μπερδέψει το κοινό ένα ξενικό όνομα όπως του Keyser Soze, οι διανομείς αποφάσισαν να κυκλοφορήσουν δύο βδομάδες πριν την πρεμιέρα μια αφίσα με τίτλο “Who is Keyser Söze?”, ώστε να γίνει οικείο.
- Το φιλμ έκανε πρεμιέρα εκτός συναγωνισμού στο φεστιβάλ Κανών, και η ανταπόκριση ήταν άμεσα θετική. Ξεκίνησε σε περιορισμένο κύκλωμα τις προβολές στις ΗΠΑ, αλλά και πάλι τα νέα ήταν θετικά και επεκτάθηκε η διανομή του. Έτσι, παρότι κόστισε μόλις 6 εκατομμύρια δολάρια συνολικά, έφτασε να εισπράξει 67. Το σενάριο του θεωρείται ακόμα ένα από τα καλύτερα του αμερικανικού σινεμά, ενώ έκτοτε το ακολουθεί cult φήμη.
- Το 2017 και με το ξέσπασμα του σκανδάλου γύρω από τον Kevin Spacey, ο Gabriel Byrne ομολόγησε ότι τα γυρίσματα είχαν διακοπεί 2 ημέρες, επειδή ο Spacey κατηγορήθηκε ότι “την έπεφτε” σε νεαρό ηθοποιό. Ο σκηνοθέτης όμως -που κατηγορήθηκε εξίσου για παρόμοια αδικήματα- είχε σταθεί στο πλάι του και το ζήτημα είχε ξεπεραστεί. Το 2018 όμως ο Kevin Pollak πρόσθεσε σε όλο αυτό ότι ο Spacey είχε σεξουαλικό δεσμό με τον γάλο εραστή του σκηνοθέτη, και το θετικό αρχικά κλίμα ανάμεσα στα μέλη του καστ, κατά τις τελευταίες πλέον ημέρες των γυρισμάτων είχε πια διαλυθεί.
Κριτικός: Γιώργος Ξανθάκης
Έκδοση Κειμένου: 29/3/2025
Μετά από μια έκρηξη πάνω σε ένα πλοίο στο λιμάνι του Σαν Πέδρο, η αστυνομία ανακαλύπτει 27 πτώματα και ναρκωτικά αξίας 91 εκατομμυρίων δολαρίων. Μοναδικοί επιζήσαντες είναι ένας γεμάτος εγκαύματα Ούγγρος, μέλος του πληρώματος, που ψελλίζει έντρομος το όνομα «Keyzer Soze», και ο «Verbal» Kint (Kevin Spacey), ένας μικροαπατεώνας με μερική αναπηρία, ο οποίος συλλαμβάνεται και ανακρίνεται. Κατά τη διάρκεια της κατάθεσής του, ο Kint περιγράφει στον ντετέκτιβ Kujan (Chazz Palminteri ) πώς ακριβώς μπλέχτηκε στη συγκεκριμένη υπόθεση, μαζί με τέσσερις άλλους σεσημασμένους μικρο-κακοποιούς (Gabriel Byrne, Benicio Del Toro, Stephen Baldwin και Kevin Pollak). Έξι εβδομάδες πριν, η αστυνομία συνέλαβε αυτούς τους πέντε «συνήθεις ύποπτους» για μια κλοπή όπλων. Μετά την ανάκρισή τους και καθώς τα στοιχεία εις βάρος τους ήταν ελάχιστα, αφέθηκαν ελεύθεροι. Κατά τη διάρκεια όμως της κράτησής τους, αποφάσισαν να κάνουν μια “δουλειά” όλοι μαζί. Έτσι, λίγες μέρες αργότερα, οργάνωσαν το σχέδιο και διέπραξαν με επιτυχία μια ληστεία η οποία όμως τους έφερε πολύ κοντά στην αύρα θανάτου ενός αρχιερέα του εγκλήματος, ενός φαντάσματος που μόνο το άκουσμα του ονόματος του προκαλεί ρίγη τρόμου… του Keyzer Soze. Ο Verbal Kint τον περιγράφει ως “τον ίδιο τον διάβολο”, μια μυθική ενσάρκωση του απόλυτου Κακού. Σύμφωνα με τα θρυλούμενα, κάποτε επέστρεψε στο σπίτι για να βρει τη σύζυγό του βιασμένη από τους ούγγρους αντιπάλους του και τα παιδιά του σε ομηρία. Τότε για να δείξει τη απροσμέτρητη δύναμη της θέλησής του, ο Soze σκότωσε τη γυναίκα του και παιδιά του, και στη συνέχεια εξολόθρευσε όλους τους εχθρούς του, τις συζύγους και τα παιδιά τους. «Και μετά έτσι ξαφνικά… χάθηκε» λέει ο Verbal Kint στον έκπληκτο ανακριτή.
Ο τρόπος αφήγησης που επιλέγει ο Singer είναι ιδιοφυής. Η αρχή της ταινίας είναι το παρόν, και αυτό το παρόν βρίσκεται λίγες στιγμές πριν το τέλος της ιστορίας, μιας ιστορίας που ξεκινάει εβδομάδες πριν και ξεδιπλώνεται μπροστά στην οθόνη μέσα από τη διήγηση ενός -πιθανόν- αναξιόπιστου αφηγητή. Η μεγάλη όμως ανατροπή έρχεται στο τέλος, εκεί που ο θεατής νομίζει ότι όλα έχουν ειπωθεί και το μυστήριο έχει λυθεί. Τότε είναι που έρχονται τα πάνω κάτω, και ο θεατής άναυδος προσπαθεί να βάλει σε μια τάξη τα πράγματα στο μυαλό του και να καταλάβει ακριβώς αυτό που έχει συμβεί -κάτι που γίνεται εύκολα καθώς τα πάντα μπαίνουν σε μια σειρά, αφού το υπέροχα σπειροειδές σενάριο του Christopher McQuarrie δεν αφήνει κανένα απολύτως κενό.
Ο Singer δημιουργεί ένα αριστοτεχνικό, προκλητικό μυστήριο που είναι ευχάριστα παλιομοδίτικο -τα σκηνικά, οι χαρακτήρες και η αυθάδης διάθεση θυμίζουν Raymond Chandler- αλλά και απόλυτα νεωτερικό, σε ένα πανούργο παιχνίδι με μύθους και μεθόδους αφήγησης. Το παράδοξο της αντίληψης που εγείρει η ταινία φέρνει στον νου το απόφθεγμα του ρώσου συγγραφέα Nikolaj Gogol ότι «όλα είναι μια εξαπάτηση, όλα είναι ένα όνειρο, όλα δεν είναι όπως φαίνονται». Αυτό μπορεί να αποτελέσει τη βάση για γενικεύσεις φιλοσοφικής, μεταφυσικής, σχεδόν μυστικιστικής φύσης, που συναντά την κατάθεση του Charles Baudelaire, ο οποίος προειδοποίησε ότι «το πιο λεπτό τέχνασμα του διαβόλου είναι να μας διαβεβαιώσει ότι δεν υπάρχει».
Βαθμολογία:
0 κακή | 1 μέτρια | 2 ενδιαφέρουσα | 3 καλή | 4 πολύ καλή | 5 αριστούργημα