Ο Καλόσαυρος
- The Good Dinosaur
- 2015
- ΗΠΑ
- Αγγλικά
- Κινούμενα Σχέδια, Κωμωδία, Οικογενειακή, Περιπέτεια, Φαντασίας
- 17 Δεκεμβρίου 2015
Ο αστεροειδής, που όπως γνωρίζουμε έπεσε κατά την προϊστορία στη Γη και κατάστρεψε τους δεινοσαύρους, αστοχεί (…) και οι δεινόσαυροι συνεχίζουν κανονικά την πορεία τους ως και την παρουσία του ανθρώπου. Κάπου εκεί, ένας νεαρός, ζωηρός και πανύψηλος απατόσαυρος με μεγάλη καρδιά, ο Άρλο, βρίσκεται να αναζητά νέο μέρος κατοικίας, βρίσκοντας την πιο αλλόκοτη για αυτόν συντροφιά: ένα ανθρώπινο αγόρι με το όνομα Σποτ.
Σκηνοθεσία:
Peter Sohn
Κύριοι Ρόλοι:
Raymond Ochoa … Arlo (φωνή)
Jack Bright … Spot (φωνή)
Sam Elliott … Butch (φωνή)
Anna Paquin … Ramsey (φωνή)
A.J. Buckley … Nash (φωνή)
Frances McDormand … Momma Ida (φωνή)
Marcus Scribner … Buck (φωνή)
Steve Zahn … Thunderclap (φωνή)
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Meg LeFauve
Στόρι: Bob Peterson, Peter Sohn, Erik Benson, Meg LeFauve, Kelsey Mann
Παραγωγή: Denise Ream
Μουσική: Jeff Danna, Mychael Danna
Μοντάζ: Stephen Schaffer
Σκηνικά: Harley Jessup
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: The Good Dinosaur
- Ελληνικός Τίτλος: Ο Καλόσαυρος
Κύριες Διακρίσεις
- Υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ταινίας κινουμένων σχεδίων.
Παραλειπόμενα
- Τεχνική: Computer-animated (ψηφιακό)
- Η ταινία βγήκε και τρισδιάστατη.
- Η 16η ταινία της Pixar Animation ξεκίνησε ως ιδέα το 2009, όταν σε διαφημιστικό του Ψηλά στον Ουρανό, πολλοί φαν πρόσεξαν τη λεπτομέρεια ενός δεινοσαύρου με ένα ανθρωπάκι να στέκεται πλάι του. Μέχρι να βγει η ταινία στις αίθουσες, το Good Dinosaur ήταν ήδη στα προσχέδια. Αρχικά ήταν να το αναλάβει ο Bob Peterson και να βγει το φιλμ το 2014. Αλλά ο άπειρος σκηνοθέτης συνάντησε προβλήματα και η εταιρία το έδωσε αλλού, πηγαίνοντας την έξοδο στις αίθουσες το 2015 και σπρώχνοντας το επόμενο project (Finding Dory) στο 2016.
- Και στα ελληνικά, με τις φωνές των: Σωτήρης Πιερράκος (Άρλο), Τζακ Μπράιτ (Σπόρος), Γιάννης Στεφόπουλος (μπαμπάς/Παγετός), Μαρία Πλακίδη (μαμά), Δημήτρης Σταρόβας (Μπουτς), Άντρια Ράπτη (Ράμζι), Γιώργος Ματαράγκας (Νας), Χρήστος Θάνος (Αστροπελέκι), Σοφία Παναηλίδου (Νεροποντή), Χρήστος Αμβράζης (Μπάμπα), Υακίνθη Παπαδοπούλου (Λαρλίν), Αργύρης Κανδύλης (Πέρβις), Γιάννης Κατσαρός (Ερλ), Γιάννης Τσιμιτσέλης (Ζωοσυλλέκτης), Νίκος Κατσάτσος (μικρός Μπακ), Ντένης Μακρής (ενήλικας Μπακ), Βαΐτσα Πιερράκου (μικρή Λίμπι). Σκηνοθετική επιμέλεια: Μαρία Πλακίδη. Μετάφραση: Ελένη Κουβοπούλου.
Μουσικά Παραλειπόμενα
- Αρχικά, τη μουσική ήταν να τη γράψει ο Thomas Newman.
Κριτικός: Πάνος Αχτσιόγλου
Έκδοση Κειμένου: 13/12/2015
Όταν ο πλανήτης ήταν ακόμη νέος, όταν δεν είχε ακόμη υποστεί την ευεργετική, αλλά και καταστροφική επίδραση του ανθρώπου, όταν ο ίδιος δεν πρώτευε στην κορυφή της τροφικής αλυσίδας, τα πράγματα ήταν τελείως διαφορετικά. Ή μήπως όχι; Μήπως ένα άλλο συνειδησιακά εξελιγμένο είδος θα ανέπτυσσε τελικά έναν σημαντικό αγροτικό πολιτισμό; Θα μοιραζόταν τις δουλειές του σπιτιού, θα ενίσχυε τους οικογενειακούς του δεσμούς και θα κοιτούσε να εξασφαλίσει το καλύτερο για τα παιδιά του; Μήπως πάλι θα αναζητούσε, μέσα από ένα μεγάλο και γεμάτο ανατροπές ταξίδι, το νόημα της ζωής, της συντροφικότητας και τη σημασία της συναισθηματικής συσχέτισης; Αν τελικά ο άνθρωπος δεν εξελισσόταν, ποια θα ήταν η θέση του στον κόσμο; Παρότι ψήγματα τολμηρών υποθέσεων διαφαίνονται σε στιγμές, η δεύτερη ταινία της Pixar για το 2015 έχει τελικά την επίγευση ενός απλοϊκού δημιουργήματος, πολύ μακριά από το (κατά πάσα πιθανότητα) οσκαρικό «Τα Μυαλά που Κουβαλάς», φέροντας ταυτόχρονα βαθιά κι ανεπούλωτα τα σημάδια της προβληματικής διαδικασίας παράγωγης της. Ο αρχικός σκηνοθέτης Μπομπ Πέτερσον απομακρύνθηκε μετά από διαφωνίες με το στούντιο και επακολούθησε εκτενής διόρθωση κι αναδόμηση του αρχικού σεναρίου, όπως και σχεδόν πλήρης αντικατάσταση του αρχικού καστ. Ο Πίτερ Σον, στο σκηνοθετικό του ντεμπούτο, ανέλαβε να ολοκληρώσει το κατακερματισμένο πρότζεκτ, επαναλαμβάνοντας -πειστικά είναι η αλήθεια- ένα υλικό που σίγουρα έχουμε ξαναδεί, αντί να δημιουργήσει έναν νέο, όλοδικό του κόσμο.
Το πιο εύστροφο τέχνασμα της ταινίας παραμένει το δίχως άλλο η αντιστροφή των ρόλων και της αναμενόμενης ταύτισης του θεατή, που σίγουρα δίνει πνοή στην εξαρχής φτωχική εξέλιξη της πλοκής. Όταν ο φοβισμένος κι αδύναμος δεινόσαυρος Άρλο χαθεί μακριά από το σπίτι του, θα πρέπει να συμμαχήσει με έναν λιγότερο εξελιγμένο και ακόμη τετράποδο μικρό άνθρωπο που ακούει στο όνομα Σποτ, για να βρει τον δρόμο προς την οικογένεια, αλλά και να ανακαλύψει τη φιλία. Σταδιακά, όμως (και ίσως χωρίς να επιδιώκεται από την αφήγηση), η συμπάθειά μας μεταβιβάζεται στον ασχημάτιστο ακόμη άνθρωπο, ο οποίος μένει σχετικά αλώβητος από τα γνώριμα παιδικού τύπου διδάγματα του φιλμ, καθώς και από το «ανθρωπόμορφο» χιούμορ του. Η σχέση των δύο αναπάντεχων συντρόφων, εξάλλου, αντηχεί πολλά γνωστά animation (κάτι σαν «Πώς να Εκπαιδεύσετε τον Δράκο σας», αλλά ανεστραμμένο), με τις συμβάσεις δυστυχώς να μη λείπουν, αναπαράγοντας για ακόμη μία φορά την αντίληψη ότι κάποιος πρέπει να δώσει διαπιστευτήρια θάρρους, τόλμης και γενναιότητας για να γίνει αποδεκτός από το σύνολο. Πρέπει να «κάνει κάτι μεγάλο» ως δείγμα της ενηλικίωσής του. Η έκδηλη και μεθοδευμένη πορεία της ταινίας, ειδικά στη δεύτερη πράξη, μάλλον μαρτυρά σε ποιους τελικά απευθύνεται και πού στοχεύει. Σίγουρα, πάντως, η εικονογράφηση συνεχίζει να είναι υψηλής ποιότητας, με τον καρτουνίστικο σχεδιασμό των ηρώων να μην ξενίζει έστω και στο ελάχιστο συγκρινόμενος με τον φωτο-ρεαλιστικό χαρακτήρα του υπόβαθρου. Το δε σάουντρακ των Τζεφ και Μάικλ Ντάνα, γεμάτο παιχνιδιάρικες παύσεις και χαριτωμένους ήχους, δένει όμορφα με την ιστορία αυτού του απίθανου ταξιδιού.
Συνοψίζοντας, «Ο Καλόσαυρος» μοιάζει με ένα σχέδιο που δεν κατανοήθηκε ποτέ πλήρως, αφού αποτελείται, σχεδόν καθόλη την πορεία του, από μια ασύντακτη αλληλουχία σκηνών και περιστατικών, χωρίς να βρίσκει σχεδόν ποτέ τη συνοχή του. Οι όποιες παράλληλες πλοκές περιλαμβάνουν στερεοτυπικούς χαρακτήρες (εκτός ίσως από έναν ψυχεδελικά φιλοσοφημένο δεινόσαυρο με τα πιο χαριτωμένα έμψυχα φυλαχτά που θα μπορούσες να βρεις ποτέ) και οι ομολογουμένως καθηλώθηκες οπτικά σκηνές -που πολλές φορές θυμίζουν έντονα γουέστερν- υποστηρίζονται από ένα σενάριο εξαντλημένο, ξεκάθαρο και νοηματικά εύπεπτο. Ωστόσο, ο παράξενος αυτός δεσμός των πρωταγωνιστών της ιστορίας παραμένει τρυφερός και τελικά αγγίζει την ψυχή. Ειδικά σε εκείνη τη συνταρακτική φιλμική αλληλουχία όπου ο αδέξιος δεινόσαυρος και ο μικρός άνθρωπος εφευρίσκουν έναν βουβό και νοηματικό τρόπο για να εκφράσουν την αμοιβαία τους οδύνη. Μια μαγική στιγμή επικοινωνίας χαμένη στον χρόνο και τον χώρο, που καταλήγει σε μια βαθιά και ουσιαστική συγκίνηση. Στη συνειδητοποίηση της απώλειας και τον θρήνο για έναν κύκλο που χάνει απρόοπτα το σχήμα και τη συμβολική γεωμετρικότητά του.
Βαθμολογία: