Μια νεαρή κοπέλα, η Μάριον, έχοντας βαρεθεί τη ζωή που κάνει, κλέβει 40 χιλιάδες δολάρια από το αφεντικό της και κατευθύνεται προς την Καλιφόρνια οδικώς, εκεί όπου μένει ο εραστής της, Σαμ. Κουρασμένη, καταλήγει στα μισά του δρόμου σε ένα απόμερο μοτέλ. Ιδιοκτήτης και μόνος εργαζόμενος εκεί είναι ένας ήσυχος νεαρός, με το όνομα Νόρμαν Μπέιτς…

Σκηνοθεσία:

Alfred Hitchcock

Κύριοι Ρόλοι:

Anthony Perkins … Norman Bates

Janet Leigh … Marion Crane

Vera Miles … Lila Crane

John Gavin … Sam Loomis

Martin Balsam … Milton Arbogast

John McIntire … σερίφης Al Chambers

Simon Oakland … Δρ Fred Richman

Frank Albertson … Tom Cassidy

Patricia Hitchcock … Caroline

Vaughn Taylor … George Lowery

Lurene Tuttle … Κα Chambers

John Anderson … California Charlie

Virginia Gregg … Norma Bates (φωνή)

Jeanette Nolan … Norma Bates (φωνή)

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Joseph Stefano

Παραγωγή: Alfred Hitchcock

Μουσική: Bernard Herrmann

Φωτογραφία: John L. Russell

Μοντάζ: George Tomasini

Σκηνικά: Robert Clatworthy, Joseph Hurley

Κοστούμια: Rita Riggs

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Psycho
  • Ελληνικός Τίτλος: Ψυχώ
  • Εναλλακτικός Τίτλος: Alfred Hitchcock’s Psycho

Άμεσοι Σύνδεσμοι

Σεναριακή Πηγή

  • Μυθιστόρημα: Psycho του Robert Bloch.

Κύριες Διακρίσεις

  • Υποψήφιο για Όσκαρ σκηνοθεσίας, δεύτερου γυναικείου ρόλου (Janet Leigh), φωτογραφίας και σκηνικών.
  • Χρυσή Σφαίρα δεύτερου γυναικείου ρόλου (Janet Leigh).

Παραλειπόμενα

  • Το μυθιστόρημα του 1959 από τον Robert Bloch είχε ως έμπνευση την αληθινή περίπτωση του Ed Gein. Συγγραφέας και ψυχοπαθής δολοφόνος τύχαινε να κατοικούσαν μόλις 64 χιλιόμετρα μακριά ο ένας από τον άλλον.
  • Η βοηθός του Hitchcock, η Peggy Robertson, ήταν που διάβασε μια θετική κριτική στους New York Times για το μυθιστόρημα, και προώθησε το βιβλίο στον μαιτρ. Η Paramount Pictures είχε όμως ήδη απορρίψει τη συγκεκριμένη ιδέα, ωθώντας τον Hitchcock να αγοράσει ο ίδιος τα δικαιώματα για 9μιση χιλιάδες δολάρια. Αμέσως όρισε στη Robertson να αγοράσει όσες το δυνατόν κόπιες από το βιβλίο μπορούσε να βρει, ώστε να μην αποκαλυφθούν σε πολλούς οι εκπλήξεις της ιστορίας. Ήταν μια περίοδος που ο Alfred Hitchcock ήταν απογοητευμένος από την Paramount, που είχε μόλις απορρίψει δύο σχέδια του, και για το συγκεκριμένο δεν του παρείχαν το συνηθισμένο μπάτζετ που έπαιρνε (δεν πίστευαν σε κανένα σημείο ότι θα γίνονταν επιτυχία). Έτσι, αποφάσισε να κατεβάσει τα στάνταρ του μπάτζετ του, να επιστρέψει στο ασπρόμαυρο, αλλά και να χρησιμοποιήσει το τεχνικό επιτελείο της σειράς Alfred Hitchcock Presents. Η Paramount συνέχισε τον πόλεμο, λέγοντας ότι όλα τα πλατό της ήταν κλεισμένα, με τον δημιουργό να βρίσκει ως εναλλακτική λύση τη Shamley Productions (με γυρίσματα σε περιφερειακά πλατό των Universal Studios). Η ανεξάρτητη εταιρία έδωσε το οκ, με τη συμφωνία να διανείμει την ταινία η Paramount (μετά από λίγα χρόνια τα δικαιώματα πουλήθηκαν στη Universal). Για να ολοκληρωθεί η συγκεκριμένη συμφωνία, ο Hitchcock δεν πήρε καθόλου μισθό, και αντί αυτού θα πληρώνονταν με το 60% των εισπράξεων.
  • Το πρώτο σενάριο παραδόθηκε από τον James P. Cavanagh, με τον Hitchcock όμως να το παρομοιάζει με επεισόδιο τηλεοπτικής σειράς τρόμου. Τότε προσφέρθηκε ο Joseph Stefano, που όμως είχε εργαστεί μονάχα σε μία ταινία προηγουμένως, με τον δημιουργό να παραμερίζει το θέμα εμπειρίας και να τον εμπιστεύεται. Οι αλλαγές σε σχέση με το βιβλίο δεν ήταν πολλές, με τη σημαντικότερη να αφορά τον χαρακτήρα του Μπέιτς, που ειδικά όταν προσλήφθηκε ο Anthony Perkins, έγινε με παρέμβαση του Hitchcock ένας πιο “νορμάλ” ήρωας (και όχι πλέον αλκοολικός, ούτε λάτρης του μεταφυσικού και της πορνογραφίας).
  • Το ξενοδοχείο του Μπέιτς κατασκευάστηκε στο ίδιο πλατό που γυρίστηκε το κλασικό και βωβό Φάντασμα της Όπερας, και υπάρχει ακόμα και σήμερα στα Universal Studios, ως μέρος της τουριστικής ξενάγισης. Πρότυπο στον σχεδιασμό του αποτέλεσε ο πίνακας House by the Railroad του Edward Hopper.
  • Η επιλογή του ασπρόμαυρου έγινε μεν για να κρατηθεί το μπάτζετ κάτω του ενός εκατομμυρίου δολαρίων, αλλά το ήθελε ο Hitchcock και για τη σκηνή του φόνου στο ντους, αφού δεν θα ήταν πλέον οπτικά τόσο αιματηρή.
  • Το επιτελείο κόστισε μόλις 62 χιλιάδες δολάρια επί του συνόλου, ενώ η επιρροή του δημιουργού έριξε και τις απαιτήσεις της Janet Leigh στο ένα τέταρτο από τη συνηθισμένη της αμοιβή.
  • Perkins και Leigh είχαν κάθε ευκαιρία να αυτοσχεδιάσουν με τους χαρακτήρες τους, υπό τον όρο να μη χρειάζεται να κουνηθεί η κάμερα εκτός προγραμματισμού.
  • Οι 35 mm κάμερες με φακούς 50 mm εξασφάλιζαν μια οπτική πολύ κοντά στο πώς βλέπει και το ανθρώπινο μάτι, μια επιλογή που έγινε για να κάνει πιο άμεση την επαφή του θεατή με την εικόνα.
  • Η διάσημη σκηνή του ντους -μία από τις πλέον διάσημες της έβδομης τέχνης- αποδείχτηκε και η δυσκολότερη κατά τα γυρίσματα, ειδικά το ζουμ στο φινάλε της. Τόσο η Leigh είχε πρόβλημα στο κλείσιμο των ματιών της με το νερό να πέφτει συνεχώς πάνω της, όσο και ο κάμεραμαν χρειάζονταν να ζουμάρει με την κάμερα στο χέρι. Κυρίως όμως είναι μια σκηνή που γέννησε μεγάλη φιλολογία αλλά και μύθους. Επίκεντρο στη διαφωνία είναι το πόσα ξεχωριστά πλάνα τη συνθέτουν, με τον δημιουργό να είχε μιλήσει τόσο για 70 (για μια σκηνή 45 δευτερολέπτων), όσο όμως και για 78. Σε ντοκιμαντέρ του 2018 η αναφορά θέλει να ήταν “78 Shots & 52 Cuts That Changed Cinema Forever”, αλλά ο ιστορικός κινηματογράφου Philip J. Skerry μέτρησε μόνο 60, μια άποψη που προσυπέγραψαν οι Richard Schickel και Frank Capra σε βιβλίο τους το 2001. Σε σχέση με μύθους, οι πιο δημοφιλείς μιλάνε για τη χρήση παγωμένου νερού ώστε να γίνει πιο ρεαλιστική η ερμηνεία της ηθοποιού, αλλά και ότι τη σκηνή γύρισε στην πραγματικότητα ο σχεδιαστής των τίτλων Saul Bass.
  • Το καθιερωμένο κάμεο του Alfred Hitchcock διαφέρει από τις άλλες ταινίες του, μια και ο σκηνοθέτης γίνεται ορατός έξω από παράθυρο. Η υπεύθυνη των κοστουμιών, η Rita Riggs, το δικαιολόγησε με το ότι ο δημιουργός ήθελε να εμφανιστεί κοντά στην κόρη του, την Pat Hitchcock, ενώ άλλοι επιμένουν ότι έτσι δεν θα αποσπούσε το κοινό από την πλοκή.
  • Η ταινία δοκίμασε τα στάνταρ της διαβόητης επιτροπής αξιολόγησης μέσω του κώδικα Χέιζ, και παράλληλα αυτά των πρώτων κριτικών που δεν ήταν σίγουρα διθυραμβικές. Παρόλα αυτά, το κόστος των 806,947 χιλιάδων δολαρίων απέφερε από τα ταμεία το ποσό των 50 εκατομμυρίων δολαρίων. Χρόνο με τον χρόνο η φήμη της ταινίας ολοένα και αυξάνονταν, σε σημείο να είναι η πλέον αναγνωρίσιμη του Hitchcock. Δεν ήταν τόσο τα -αποτυχημένα- σίκουελ και ένα -εξίσου αποτυχημένο- έγχρωμο ριμέικ από τον Gus Van Sant που ανανέωσαν τη φήμη της, όσο η ενασχόληση με αυτήν από τόσους και τόσους ιστορικούς τέχνης και κριτικούς, δημιουργώντας έναν θρύλο δίχως προηγούμενο, κι ένα από τα αρχέτυπα των ταινιών slasher. Τέλος, ήταν η τηλεοπτική σειρά Bates Motel του 2013 που έφερε τον μύθο σε μια πιο σύγχρονη γενιά, όπως και η ταινία Χίτσκοκ (2012) που αναπαριστά τα γυρίσματα της.

Μουσικά Παραλειπόμενα

  • Ο Hitchcock επέμεινε η μουσική να γραφτεί από τον Bernard Herrmann, ακόμα κι αν ήταν ο μόνος που δεν δέχονταν περικοπή του μισθού του. Οι περικοπές έγιναν εντέλει στα εργαλεία που είχε στη διάθεση του ο συνθέτης. Ακόμα κι έτσι, θεωρείται μία από τις καλύτερες μουσικές δουλειές σε ταινία του Hitchcock, με τον μαιτρ να παραδέχεται ότι το 33% της επίδρασης του φιλμ προέρχονταν από τη μουσική.

Κριτικός: Δημήτρης Κωνσταντίνου-Hautecoeur

Έκδοση Κειμένου: 11/11/2010

Καθαρόαιμη ταινία τρόμου, η πιο κλασική και ίσως η καλύτερη όλων των εποχών, από τον διδάξαντα Χίτσκοκ. Αυτή που έβαλε τα θεμέλια και αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για κάθε σύγχρονη ταινία τρόμου, αυτή που γέννησε το slasher (και αποτελεί ακόμα μία από τις πιο τρομαχτικές σε αυτόν τον τομέα), μόνο που το συνδύασε και με αριστοτεχνικά, προσεγμένα πλάνα και απίστευτα υποβλητική ατμόσφαιρα (κάτι στο οποίο συνέβαλε και το ασπρόμαυρο), αγωνία και ένα ανατριχιαστικό φινάλε που άφησε εποχή -μαζί με όλη την υπόλοιπη ταινία… Ο Πέρκινς, με την εξαιρετική ερμηνεία του, δημιούργησε έναν από τους πιο γνωστούς κινηματογραφικούς δολοφόνους -επομένως έχουμε και κάποιους από τους πιο γνωστούς κινηματογραφικούς φόνους…

Γνωστός, από προηγούμενες ταινίες του Χίτσκοκ, τρόπος κλιμάκωσης της ιστορίας και παραπλάνησης του θεατή, σασπένς, τρόμος (προφανώς στην εποχή του θα ήταν απίστευτα τρομαχτικό) που ταλαντεύεται μεταξύ ψυχολογικού θρίλερ και slasher ταινίας τρόμου και συνολικά μία από τις καλύτερες ταινίες του Χίτσκοκ -αν όχι η καλύτερη…

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

34 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *