Ένας 45άρης πατέρας δύο παιδιών βασανίζεται καθημερινά από τα οικογενειακά του προβλήματα, ενώ ταυτόχρονα εκτελεί χρέη διαχειριστή σε μια πολυκατοικία με χαλασμένη αποχέτευση. Μέσα σε όλα αυτά, εισβάλει στη ζωή του μια νεαρή κοπέλα που του ζητάει να περνούν λίγες ώρες μαζί.
Σκηνοθεσία:
Περικλής Χούρσογλου
Κύριοι Ρόλοι:
Περικλής Χούρσογλου … Παύλος Λάμπρου
Ευαγγελία Ανδρεαδάκη … Νίκη
Ευσταθία Τσαπαρέλη … Γιάννα
Κώστας Βουτσάς … Ισίδωρος
Κατερίνα Γιουλάκη … Βιολέτα Λάμπρου
Κωνσταντίνος Χούρσογλου … Ηλίας Λάμπρου
Ιορδάνης Χούρσογλου … Νίκος Λάμπρου
Νίκος Γεωργάκης … Γιάννης
Μενέλαος Ντάφλος … ο θείος της Γιάννας
Πέτρος Πετράκης … Χάρης
Ασπασία Κοκόση … Λένα
Κωνσταντίνα Σαββίδη … Πόπη
Όλγα Δαμάνη … Ελένη
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Περικλής Χούρσογλου
Παραγωγή: Περικλής Χούρσογλου
Μουσική: Γιάννης Αρζιμάνογλου
Φωτογραφία: Σταμάτης Γιαννούλης
Μοντάζ: Kenan Akkawi
Σκηνικά: Αναστασία Αρσένη
Κοστούμια: Αναστασία Αρσένη
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Ο Διαχειριστής
- Διεθνής Τίτλος: The Building Manager
Κύριες Διακρίσεις
- Βραβείο FIPRESCI στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.
- Υποψήφιο για δεύτερο αντρικό ρόλο (Κώστας Βουτσάς) στα βραβεία Ίρις.
Παραλειπόμενα
- Ο Περικλής Χούρσογλου αναλαμβάνει για πρώτη φορά τον ρόλο ερμηνευτή στο σινεμά, και μάλιστα πρωταγωνιστή. Καθόλου τυχαία επί της θεματικής, και τα παιδιά του επί του φιλμ ερμηνεύονται από τα πραγματικά του παιδιά.
- Ντεμπούτο στον κινηματογράφο για την Ευσταθία Τσαπαρέλη και την Ασπασία Κοκόση.
Κριτικός: Χάρης Καλογερόπουλος
Έκδοση Κειμένου: 24/2/2010
Ταινία-πυξίδα που δείχνει κατά πού πρέπει να στραφεί ο ελληνικός κινηματογράφος για να προκόψει. Αρκετά με τους μοιραίους έρωτες, τα υπαρξιακά αδιέξοδα και τους «πειραματισμούς» (συνήθως, καταφύγια τεμπελο-νάρκισσων σκηνοθετών ), καιρός για ρεαλισμό, για μια ματιά στην κατάσταση των πραγμάτων όπως αυτή παρουσιάζεται μέσα στην καθημερινότητά μας. Η ζωή του ήρωα της ταινίας είναι τόσο δραματική όσο όλων μας. Αρκεί να συσσωρευτούν κάποιες αναποδιές για να μας οδηγήσουν στην απελπισία. Στην περίπτωση εδώ: οικονομική στενότητα, ατασθαλίες της μητέρας του (Γιουλάκη) στην διαχείριση της πολυκατοικίας (όπου και το πατρικό διαμέρισμα), ένας υδραυλικός (Βουτσάς) συνηθισμένος στις κομπινούλες και τις μίζες, μια νεαρή ανθοπώλισσα έτοιμη να χαρίσει στον παντρεμένο μια ερωτική απόδραση, μια ανάσα από τις σκοτούρες και μια σύζυγος-μητέρα πολύ σωστή, πολύ μειλίχια και ευπροσήγορη έτσι που καταντάει στα μάτια του βαρετή ή τουλάχιστον αόρατη. Ο ήρωας έχει αρχές (ή απλά αναστολές; δειλία;) αλλά όταν στριμώχνεται μοιχεύει ή εκστομίζει βάναυσα λόγια στην συνέλευση, τις ίδιες κουβέντες για τις οποίες στην αρχή της ταινίες είχε κριτικάρει την μητέρα του. Εν τέλει ο ήρωας της ταινίας δεν είναι «ήρωας» δεν είναι «γοητευτικός», δεν είναι ούτε «καλός» ούτε «κακός», είναι όπως ο κάθε άνθρωπος που προσπαθεί να διαχειριστεί τον ρόλο του στην κοινωνία (εδώ, στην πολυκατοικία) και να κρατήσει και τις εσωτερικές του ισορροπίες, εύστοχα ή άστοχα, ανάλογα τις περιστάσεις – δηλαδή ο Χούρσογλου υιοθετεί θαρραλέα μια υλιστική φιλοσοφική θέση όσον αφορά την δόμηση της ηθικής ως υπάλληλης στις ανάγκες.
Εξαιρετική κινηματογραφική αφήγηση, με αξιοθαύμαστη οικονομία πλάνων που περιορίζουν τους διαλόγους μόνο σε απαραίτητες ατάκες και ερμηνευτικός ρεαλισμός από όλους. Υπάρχουν όμως τα μείον που δεν αφήνουν το φιλμ να ανέβει στο επίπεδο του «μικρού αριστουργήματος». Υπάρχουν κρίσιμα πλάνα και στιγμές στα οποία παίζει μεγάλο ρόλο η κατάλληλη ατάκα και η κατάλληλη απόδοση. Είναι οι στιγμές που αναδεικνύονται αμφίσημα συναισθήματα και καταστάσεις, εκεί όπου το δραματικό παίζει με το γελοίο, εκεί όπου κάποιος ή κάποια είναι επιθετικοί και αδύναμοι ταυτόχρονα, ή αδύναμοι και με αντοχή, ή καίριοι και μαζί άστοχοι κ.λπ. Είναι τα κομβικά σημεία που η χημεία του ίδιου του φιλμ δένει ή όχι και είναι τα σημεία που εν τέλει δεν επιτυγχάνονται και τόσο. Ο ίδιος ο Χούρσογλου, η Βαγγελιώ Ανδρεαδάκη και η Ευσταθία Τσαπαρέλη σε αυτά τα δύσκολα περάσματα παραμένουν πιστοί στην ρεαλιστική τους ερμηνεία αλλά ανεπαρκείς – έπρεπε υπογείως να επιστρατεύσουν κάποια υποκριτικά κόλπα για να «ηλεκτρίσουν» σωστά τις κρίσιμες αυτές στιγμές ή έπρεπε η σκηνοθεσία σε αυτά τα σημεία να «παραστρατήσει» και να γίνει πιο φευγάτη. Σημειώνουμε την άψογη παρουσία των Γιουλάκη και Βουτσά και από σκηνές την ιδιαίτερης έμπνευσης και ευαισθησίας «συνομιλία» του ήρωα με την οστεοθήκη του πατέρα του.
Βαθμολογία: