Η Νόρμα είναι μια ξεπεσμένη σταρ του βωβού κινηματογράφου, που ζει με τον μπάτλερ Μαξ, πρώην σκηνοθέτη και άνδρα της στη Sunset Boulevard. Η Νόρμα, που ονειρεύεται την επιστροφή της στην οθόνη, συναντά τον Τζο, έναν ασήμαντο σεναριογράφο, που κυνηγημένος από τους πιστωτές του βρίσκει καταφύγιο στην έπαυλή της υποσχόμενος να τη βοηθήσει να κάνει ένα δυναμικό comeback στο σινεμά. Αμέσως αναπτύσσεται μεταξύ τους μια σχέση εξάρτησης και πάθους, που σταδιακά θα τους οδηγήσει στην καταστροφή. Όταν ο Τζο θα γνωρίσει και θα ερωτευτεί μια νεότερη κοπέλα, η Νόρμα παρασύρεται από το ερωτικό της πάθος, χάνει τελείως τη λογική της και αρχίζει τις σκηνές ζηλοτυπίας με έντονες συναισθηματικές εκρήξεις. Με τον καιρό, ο Τζο αρχίζει να νιώθει φυλακισμένος, όμως εκείνη δεν θα τον αφήσει να την εγκαταλείψει έτσι εύκολα…

Σκηνοθεσία:

Billy Wilder

Κύριοι Ρόλοι:

William Holden … Joe Gillis

Gloria Swanson … Norma Desmond

Erich von Stroheim … Max Von Mayerling

Nancy Olson … Betty Schaefer

Fred Clark … Sheldrake

Lloyd Gough … Morino

Jack Webb … Artie Green

Cecil B. DeMille … Cecil B. DeMille

Hedda Hopper … Hedda Hopper

Buster Keaton … Buster Keaton

Anna Q. Nilsson … Anna Q. Nilsson

H.B. Warner … H. B. Warner

Jack Warden … νεαρός στο πάρτι

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Charles Brackett, Billy Wilder, D.M. Marshman Jr.

Παραγωγή: Charles Brackett

Μουσική: Franz Waxman

Φωτογραφία: John F. Seitz

Μοντάζ: Arthur P. Schmidt

Σκηνικά: Hans Dreier, John Meehan

Κοστούμια: Edith Head

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Πολύ θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Sunset Blvd.
  • Ελληνικός Τίτλος: Η Λεωφόρος της Δύσεως
  • Εναλλακτικός Τίτλος: Sunset Boulevard
  • Εναλλακτικός Ελλ. Τίτλος: Η Λεωφόρος της Δύσης [επανέκδοσης]

Κύριες Διακρίσεις

  • Όσκαρ αυθεντικού σεναρίου, μουσικής (δράμα ή κωμωδία) και σκηνικών. Υποψήφιο για καλύτερη ταινία, σκηνοθεσία, πρώτο αντρικό ρόλο (William Holden), πρώτο γυναικείο ρόλο (Gloria Swanson), δεύτερο αντρικό ρόλο (Erich von Stroheim), δεύτερο γυναικείο ρόλο (Nancy Olson), φωτογραφία και μοντάζ.
  • Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ταινίας (δράμα), σκηνοθεσίας, πρώτου γυναικείου ρόλου (Gloria Swanson) σε δράμα και μουσικής. Υποψήφιο για δεύτερο αντρικό ρόλο (Erich von Stroheim), σενάριο και φωτογραφία.

Παραλειπόμενα

  • Σύμφωνα με τον κριτικό Dave Kehr, η Norma Desmond αντανακλά στη Norma Talmadge, αλλά επισήμως είναι ένα αμάλγαμα διαφόρων σταρ του βωβού, όπως οι Mary Pickford και Pola Negri, αλλά και οι ψυχικά διαταραγμένες περιπτώσεις των Mae Murray, Valeska Surratt, Audrey Munson και Clara Bow. Το όνομα της γεννήθηκε από αυτά της Mabel Normand και του σκηνοθέτη William Desmond Taylor. Ο τελευταίος ήταν στενός φίλος της Mabel Normand, και η μυστηριώδης δολοφονία του το 1922 δεν διαλευκάνθηκε ποτέ.
  • Ο Charles Brackett με τον Billy Wilder ξεκίνησαν το στόρι από το 1948, αλλά το αποτέλεσμα δεν τους ικανοποίησε. Προς βοήθεια επιστρατεύτηκε ο D.M. Marshman Jr., πρώην συντάκτης του περιοδικού Life, που είχε εντυπωσιάσει το δίδυμο με μια κριτική που είχε γράψει για ταινία τους. Η όλη διαδικασία ήταν απόλυτα μυστική, μια και ήθελαν να γνωρίζει όσο το δυνατόν λιγότερα η Paramount Pictures, αποφεύγοντας τα προβλήματα που επέφερε ο κώδικας λογοκρισίας Χέιζ. Για την ακρίβεια, άνθρωποι της Paramount νόμιζαν ότι ο Wilder διασκεύαζε ένα διήγημα με τίτλο A Can of Beans, που όμως δεν υπήρχε, παρέχοντας του μια ελευθερία κινήσεων. Μόνο όμως το ένα τρίτο του σεναρίου ήταν έτοιμο με την έναρξη των γυρισμάτων, με τον ίδιο τον Wilder να μη γνωρίζει καν πώς θα είναι το φινάλε του φιλμ.
  • Αρκετός ήταν ο διάλογος πάνω στο αν πρόκειται για μια μαύρη κωμωδία. Ο Wilder, που πάντα ήθελε να αφήνει τις αναλύσεις των ταινιών του σε άλλους, είχε απαντήσει σε αυτό: “Όχι, είναι απλά μια ταινία”.
  • Ανεπίσημα και σύμφωνα με τον Brackett, ο Wilder δεν είχε ποτέ καμία άλλη κατά νου για τη Νόρμα από την Gloria Swanson. Ο ίδιος όμως θα πει ότι αρχικά ήθελε τους Mae West και Marlon Brando για τους κεντρικούς ρόλους, και ότι η West είχε αρνηθεί. Άρνηση έλαβαν οι παραγωγοί και από την Greta Garbo, ενώ ο Wilder μίλησε στο τηλέφωνο με την Pola Negri, αλλά δεν έβγαλε άκρη με την πολωνική προφορά της. Τον ρόλο ακολούθως απέρριψαν η Clara Bow και η Norma Shearer. Τέλος, οι Wilder και Brackett επισκέφτηκαν την περίφημη Mary Pickford, έχοντας κατά νου τον Montgomery Clift στο πλάι της (ο οποίος προσλήφθηκε μα αποχώρησε λίγο πριν την έναρξη γυρισμάτων), αλλά ο σκηνοθέτης συνειδητοποίησε πως η γηραιά σταρ θεωρούσε ύβρη το να ερμηνεύει μια γυναίκα με δεσμό στη μισή της ηλικία. Η Swanson, που δεν αποδέχονταν να περάσει από δοκιμαστικό, ήρθε μετά από συμβουλή του George Cukor. Μαζί της προέκυψε και η επιλογή του Erich von Stroheim, από τους διασημότερους σκηνοθέτες του βωβού, που είχε σκηνοθετήσει την Gloria Swanson στο Βασίλισσα Κέλι (1928), την έσχατη βωβή ταινία της.
  • Συζήτηση είχε γίνει περί του αν γυριστεί η ταινία έγχρωμη, αλλά η απόφαση για το ασπρόμαυρο ήρθε λόγω της συμβατότητας που ήθελε η σκηνοθέτης με το είδος του νουάρ.
  • Το κρεβάτι της Νόρμα κάποτε άνηκε στη διάσημη γαλλίδα χορεύτρια Gaby Deslys, που έφυγε από τη ζωή το 1920. Η Universal το είχε τότε αγοράσει για τα σκηνικά της, και είναι το ίδιο που βλέπουμε στο Φάντασμα της Όπερας (1925).
  • Ο Wilder δεν ήθελε γυρίσματα σε στούντιο, με το εσωτερικό του περίτεχνου σπιτιού της Νόρμα να εντοπίζεται δυτικά της Hollywood Freeway. Το εξωτερικό βρίσκονταν στη Wilshire Boulevard, και κάποτε άνηκε στον εκατομμυριούχο William O. Jenkins. Το σπίτι αυτό το βλέπουμε και στο Επαναστάτης Χωρίς Αιτία (1955), ενώ το 1957 κατεδαφίστηκε.
  • Ο τύπος είχε επικεντρωθεί στο πόσο νέα φαίνονταν ακόμα η Gloria Swanson, με τον Wilder να δίνει ειδικές οδηγείς στον υπεύθυνο του μακιγιάζ Wally Westmore, για να την κάνει να φαίνεται γηραιότερη. Φυσικά, συνάντησε αντίσταση από τη Swanson, που αντιπρότεινε να κάνουν τον Holden να φαίνεται νεότερος. Οι οδηγίες τότε προς τον Westmore άλλαξαν οριστικά.
  • Στο αρχικό μοντάζ, η ταινία ανοίγει στο νεκροτομείο, με το πτώμα του Τζο Γκίλις να αφηγείται στα υπόλοιπα το τι του συνέβη. Στις δοκιμαστικές όμως προβολές το κοινό έβαζε τα γέλια, και δεν καταλάβαινε αν θα δει δράμα ή κωμωδία.
  • Σε μια ιδιωτική προβολή της Paramount στο Χόλιγουντ, αναφέρεται ότι με το τέλος της ταινίας η Barbara Stanwyck έσκυψε και φίλησε τη φούστα της Swanson. Από την άλλη, ο παραγωγός Louis B. Mayer είπε στον Wilder ότι ατίμωσε τη βιομηχανία που τον τάιζε και πως έπρεπε να πεταχτεί έξω από το Χόλιγουντ με πίσσα και πούπουλα. Αναφορά θέλει τον σκηνοθέτη να του απάντησε λιτά: “Go fuck yourself”…
  • Το φιλμ πήγε καλά στα ταμεία και αναγνωρίστηκε άμεσα από τους κριτικούς. Έμεσα πλέον, συγκαταλέγεται ανάμεσα στις καλύτερες ταινίες που γυρίστηκαν ποτέ. Έγινε όμως και η μία από τις μόλις τρεις ταινίες στην ιστορία του θεσμού που ήταν υποψήφιες και στις τέσσερις ερμηνευτικές κατηγορίες, και δεν κέρδισε καμία (ήταν η χρονιά του Όλα για την Εύα).
  • Οι Wilder και Brackett δεν έμελλε να συνεργαστούν ποτέ ξανά, παρότι ήταν αχώριστοι ως τότε. Επίσημα δεν έγιναν ποτέ δηλώσεις πάνω σε αυτό, ενώ σύμφωνα με τον σκηνοθέτη Garson Kanin, ο Brackett δεν αντιλήφθηκε ποτέ το τι αληθινά συνέβη και το χαρακτήρισε ως “απρόσμενο διαζύγιο”. Όσο για τον Wilder, παρέμεινε για πάντα σιωπηλός πάνω στο θέμα.
  • Προσπάθειες να μετατραπεί το σενάριο σε θεατρικό μιούζικαλ είχαν γίνει από νωρίς, με τον Stephen Sondheim να συγκαταλέγεται ανάμεσα σε αυτούς που το προσπάθησαν. Εντέλει ήταν το 1993 που σε μουσική Andrew Lloyd Webber και κείμενο των Don Black και Christopher Hampton ήρθε η ώρα του, με την Patti LuPone να είναι η πρώτη Νόρμα. Θα ακολουθήσει τον επόμενο χρόνο η Glenn Close, η οποία ακούγεται ότι μπορεί να είναι και η δεύτερη κινηματογραφική Νόρμα, σε ένα μιούζικαλ ριμέικ.

Κριτικός: Χάρης Καλογερόπουλος

Έκδοση Κειμένου: 28/6/2011

Μυθική ταινία πάνω στην μυθολογία του σινεμά και στο πώς αυτή μπορεί να οδηγήσει στην παράνοια μια ντίβα. Την εποχή του βωβού, από το 1890 μέχρι τα τέλη τη δεκαετίας του 1920, το Χόλιγουντ ήταν ένας Όλυμπος, μια Βαλχάλα ή μια Shangri La. Οι σταρ λατρεύτηκαν όχι ως ηθοποιοί αλλά ως ημίθεοι, απολύτως ταυτισμένοι με τους ρόλους τους. Η Theda Bara υποτίθεται ότι καταγόταν από άγρια φυλή της Αφρικής και έδινε συνεντεύξεις κατακαλόκαιρο με γούνες «γιατί κρύωνε» και η κηδεία του Rudolph Valentino συνοδεύτηκε από ομαδική υστερία δεκάδων χιλιάδων γυναικών με αναφορές και για αυτοκτονίες. Ουδέποτε ο ομιλών κινηματογράφος γνώρισε τέτοιες δόξες. Ήταν η μυθική, «ομηρική» πρώτη εποχή. Η απουσία του ήχου δημιουργούσε ένα χάσμα μεταξύ της οθόνης και της πραγματικότητας, που κρατούσε το όνειρο σε ιδανικές σφαίρες.

Ο Wilder επιστρατεύει για το δράμα την Gloria Swanson για να υποδυθεί περίπου τον εαυτό της -χωρίς βέβαια την παράνοια. Είναι η Νόρμα Ντέσμοντ, μια μεγάλη δόξα του βωβού, που τώρα ζει περιχαρακωμένη στο παλιό αρχοντικό της που μοιάζει με ανατριχιαστικό μουσείο του κιτς εκείνης της παλιάς εποχής, με έπιπλα, πίνακες, κ.λπ. μέσα στην υπερβολή ενός σκηνικού ταινίας κι όχι ενός πραγματικού σπιτιού. Ήδη από την πρόσοψη ο ήρωάς μας, Τζο Γκίλις (William Holden), όταν φτάνει εκεί προσπαθώντας να ξεφύγει από αυτούς που θέλουν να κατάσχουν το αμάξι του, αισθάνεται ότι βρίσκεται στο περιβάλλον της Μις Χάβισαμ (Μεγάλες Προσδοκίες). Η ίδια η Νόρμα είναι μια Μις Χάβισαμ, παγιδευμένη στο παρελθόν, σε πλήρη αδυναμία επαφής με το τώρα. Η παρέα που μαζεύεται κάποια βράδια για χαρτί, είναι όλοι αντίκες από την εποχή του βωβού, ο Buster Keaton, η Anna Q. Nilsson, ο H.B. Warner ως οι εαυτοί τους. Ο μπάτλερ και πρώην σκηνοθέτης και σύζυγός της, Μαξ Φον Μάγιερλινγκ, είναι ο Erich von Stroheim που όντως υπήρξε σκηνοθέτης της Swanson και μάλιστα όταν προβάλλουν στο σαλόνι παλιές ταινίες της, βλέπουμε σκηνή από το Κουήν Κέλυ στο οποίο συνεργάστηκαν. Ο Μαξ συντηρεί την παραίσθησή της, ότι ακόμη είναι είδωλο και της παρέχει πλαστά γράμματα θαυμαστών, που γράφει ό ίδιος, ενώ εκείνη ονειρεύεται διαρκώς την θριαμβευτική επιστροφή της. Μάλιστα, θα δοκιμάσει να επισκεφθεί τον Cecil B. DeMille (ο ίδιος στον ρόλο, ενώ γυρίζει το Σαμψών και Δαλιδά), νομίζοντας ότι τα τηλεφωνήματα από την γραμματεία του σημαίνουν την επιθυμία του να αναλάβει το (τρισάθλιο) σενάριο που εκείνη έστειλε, χωρίς να ξέρει ότι απλά θέλουν το αμάξι-αντίκα της για ένα γύρισμα.

Σε αυτήν την νοσηρή κατάσταση, καταλύτης για το τραγικό τέλος θα είναι ο νεαρός Τζο, ένας απένταρος σεναριογράφος που θα αμφιταλαντευθεί ανάμεσα στο ρόλο του ζιγκολό και της ανάγκης του να υπάρξει αληθινά δημιουργικός, μάλιστα υπό την επιρροή μια νεαρής αναγνώστριας σεναρίων της Paramount, που τον ενθαρρύνει και τον ερωτεύεται. Η Νόρμα στο πρόσωπο του θα βρει έναν καθρέφτη για να νοιώσει επιθυμητή ξανά, θα τον ποθήσει με την έννοια ότι θα ποθήσει να αντλήσει έναν πόθο του για κείνη, κάτι που δεν ισχύει, αλλά έτσι κι αλλιώς η Νόρμα το μόνο που μπορεί είναι να ζει με παραισθήσεις.

Η Swanson παίζει ακριβώς όπως πρέπει, μια διαταραγμένη γυναίκα που βρίσκεται διαρκώς στο σανίδι, έτοιμη για το πλάνο. Η Νόρμα υπάρχει εγκλωβισμένη μέσα σε φανταστικά πλάνα. Αυτό, όμως, που εντείνει την τραγικότητά της είναι η ματιά του παλιού συντρόφου-σκηνοθέτη της και τώρα μπάτλερ, Μαξ, που είναι ταμένος όπως ένας αρχιερέας στη θεά του. Από μόνη της θα ήταν μια καρικατούρα αν ο Μαξ δεν την έβλεπε όπως εκείνη υπήρξε κάποτε. Και ο Μαξ δεν είναι «τρελός» όπως αυτή. Είναι η αγάπη του που δικαιώνει την όλη κατάσταση. Ακόμη και ο Τζο συμβάλλει σε αυτό. Παρόλο που αρρωσταίνει με την όλη κατάσταση (και με τον εαυτό του), νοιώθει συμπόνια για τη Νόρμα.

Ο Wilder πετυχαίνει να συνδυάσει την μυθοπλασία με το ντοκιουντράμα και στυλιστικά το νουάρ με το ψυχόδραμα με τρόπο που σε στοιχειώνει, δημιουργώντας ένα μοναδικό ρέκβιεμ για τον θάνατο των ειδώλων. Τα τελευταία πλάνα, όταν πια η Νόρμα έχει περάσει τελείως στην άλλη όχθη του μυαλού, είναι συγκλονιστικά, με την κάμερα στον απόλυτο ρόλο της ηρωίνης.

Βαθμολογία:

0 κακή | 1 μέτρια | 2 ενδιαφέρουσα | 3 καλή | 4 πολύ καλή | 5 αριστούργημα

 

Κριτικός: Γιώργος Ξανθάκης

Έκδοση Κειμένου: 1/10/2024

Η συχνά υπερβολική χρήση της λέξης «αριστούργημα» αποκτά την πλήρη σημασία της με τη «Λεωφόρο της Δύσης», την πιο διάσημη αλλά και πιο σκληρή ταινία για τη σκοτεινή πλευρά του Χόλιγουντ και των ψευδαισθήσεών του. Η εκπληκτική πρωτοτυπία και η άγρια ειρωνεία του Billy Wilder μπορούν να γίνουν αντιληπτά ήδη από την αξέχαστη αρχή της ταινίας, με το γεμάτο σφαίρες σώμα ενός νεαρού άνδρα να επιπλέει στην πισίνα μιας έπαυλης. Η μεταθανάτια φωνή του Joe Gillis (William Holden) αφηγείται τα γεγονότα που οδήγησαν στον θάνατό του, τα οποία παρουσιάζονται σε αναδρομή. Το 1950, ο ιδιοφυής Wilder εφηύρε ένα σκηνοθετικό τέχνασμα, το οποίο θα μιμηθούν αρκετοί στο μέλλον: αυτό του «νεκρού αφηγητή».

Ο άσημος και άνεργος σεναριογράφος Joe Gillis, καταδιωκόμενος από τους πιστωτές του, βρίσκει καταφύγιο σε μια έπαυλη της δεκαετίας του 1920 στη Sunset Blvd. Η τεράστια κατοικία, που του φάνηκε εγκαταλελειμμένη, στην πραγματικότητα κατοικείται από τη Norma Desmond (Gloria Swanson), ξεχασμένη σταρ του βωβού κινηματογράφου, και τον πιστό υπηρέτη της, Max von Mayerling (Erich von Stroheim). Ψυχολογικά ασταθής, τυραννική και κτητική, απομονωμένη στις αναμνήσεις μιας παρελθούσας δόξας, η Norma ελπίζει ακόμα σε μια επιστροφή της στην οθόνη υπό τη διεύθυνση του αγαπημένου της σκηνοθέτη, του Cecil B. De Mille. Παγιδευμένος από τον μαγνητισμό της πολυτελούς ζωής και τον συναισθηματικό εκβιασμό, ο Joe γίνεται εραστής της Norma, αν και ερωτευμένος με τη νεαρή σεναριογράφο Betty Schaefer (Nancy Olson). Η μεταμόρφωση του αποτυχημένου σεναριογράφου σε ζιγκολό αντηχεί τη διαδεδομένη εκπόρνευση που βασιλεύει στο Χόλιγουντ, όπου όλοι είναι έτοιμοι να πουλήσουν ψυχή και σώμα για να χτίσουν μια καριέρα…

Καμία άλλη ταινία δεν πλησιάζει τη «Λεωφόρο της Δύσης» στην οξυδερκή, καυστική, ασυμβίβαστη και εντελώς συναρπαστική κριτική που ασκεί στην κινηματογραφική κοινότητα του Χόλιγουντ. Κάτω από τη μεμβράνη της επιφανειακής λάμψης κρύβεται ένας ελκυστικός μύθος, με τον οποίο μια κερδοσκοπική βιομηχανία θεάματος κατάφερε να αυτοπροσδιοριστεί ως μια ονειρεμένη μηχανή αστείρευτης αίγλης.

Στο επίκεντρο βρίσκεται η Norma Desmond, ένα μείγμα αυταπάτης και ευαλωτότητας, θύμα νοσταλγίας και θύτης χειραγώγησης. Η μεγαλοπρέπειά της έρχεται σε αντίθεση με την απομόνωσή της -ζει σε μια έπαυλη σε αποσύνθεση, περιτριγυρισμένη από αναμνήσεις μιας άλλης εποχής. Στην αρχή της ταινίας, η  Norma λέει σε έναν άνδρα, τον οποίο θεωρεί νεκροθάφτη: «Επιτέλους, εδώ είσαι! Γιατί με έκανες να περιμένω τόσο πολύ;». Αυτή είναι μια απολύτως ιδιοφυής φράση με διττό σημαινόμενο: χωρίς να το ξέρει, η Norma απευθύνεται σε έναν σεναριογράφο και ακόμη πιο πλατιά στον κόσμο του κινηματογράφου, από τους οποίους περιμένει ένα κάλεσμα. Όταν αργότερα ο σεναριογράφος Joe την αναγνωρίζει -«Ήσαστε μεγάλο όνομα στον βουβό κινηματογράφο»-, με αλαζονική ενόχληση τού απαντά: «Εγώ είμαι ακόμα μεγάλο όνομα. Οι ταινίες έγιναν μικρές».

Όπως η Norma, έτσι και η Gloria Swanson υπήρξε μια μεγάλη σταρ στη δεκαετία του 1920, για να περάσει στην αφάνεια με την άφιξη του ήχου. Η «Λεωφόρος της Δύσης» σηματοδότησε τη μεγαλειώδη επιστροφή της, και μάλιστα πέτυχε αυτό που δεν κατάφερε ο τραγικός χαρακτήρας που ερμήνευσε. Έκανε ένα εντυπωσιακό «comeback», που από ειρωνεία της τύχης τής χάρισε τον πιο διάσημο ρόλο της καριέρας της. Αν και στην πραγματική της ζωή δεν ήταν νευρωτική όπως η Norma, η Swanson αντλεί ξεκάθαρα τις δικές της εμπειρίες ως ξεχασμένη σταρ και δίνει μια συνταρακτική ερμηνεία που απρόβλεπτα εναλλάσσεται μεταξύ φάρσας και τραγωδίας, μεταξύ μανιακής εξωστρέφειας και έντονου εσωτερικού μαρτυρίου. Η ταύτιση χαρακτήρα-ηθοποιού γίνεται ακόμη πιο έντονη  από την έμπνευση του Wilder να ενσωματώσει πλάνα από την ερμηνεία της Swanson στο «Queen Kelly» (1929) του «μπάτλερ» Erich von Stroheim.

Ο ηθικά αμφίσημος Joe Gillis, τέλεια ερμηνευμένος από τον William Holden, αρχικά είναι κυνικός και απογοητευμένος από το Χόλιγουντ, έτοιμος να τα παρατήσει. Ωστόσο η απελπισμένη του ανάγκη για επιτυχία κάνει την τυχαία είσοδό του στην έπαυλη της Norma να φαντάζει ως τελευταία ευκαιρία που πρέπει να αρπάξει. Και ενώ λοιδορεί τις αυταπάτες της -«ακόμα κουνούσε το χέρι της σε μια παρέλαση που έχει περάσει από καιρό»-, από χυδαίο ωφελιμισμό γίνεται συνένοχος στη διατήρησή τους. Σε αντάλλαγμα για μια ζωή με άνεση, εγκαταλείπει τις φιλοδοξίες του και την ηθική του ακεραιότητα: διαφθείρεται, εκπορνεύεται, φυλακίζεται. Η αντίληψή του για τη Norma διαμορφώνεται τόσο από αποστροφή όσο και από οίκτο, καθώς τη βλέπει μέσα από το πρίσμα μιας απερχόμενης σεξουαλικής και κινηματογραφικής γοητείας.

Η τρίτη κορυφή του ιδιότυπου τριγώνου είναι ο Max, ο αφοσιωμένος μπάτλερ της Norma, μια τραγική φιγούρα με ανατριχιαστική εμφάνιση. Αποκαλύπτεται ότι είναι ο πρώην σύζυγος της Norma και ο σκηνοθέτης των βωβών ταινιών της -ίσως ακόμα ερωτευμένος μαζί της- που θέλει να ζήσει και να αναπνεύσει έστω λίγη από τη δόξα του παρελθόντος. Τον ρόλο του Max ερμηνεύει εξαίσια ο Εrich von Stroheim, ένας οραματιστής σκηνοθέτης που η καριέρα του διακόπηκε εξαιτίας της σύγκρουσής του με το άκαμπτο σύστημα του Χόλιγουντ. Ωστόσο η συνεισφορά του στο σινεμά παραμένει επιδραστική με ταινίες όπως το αριστουργηματικό «Greed» (1924). Όπως η Swanson, έτσι και ο Stroheim δεν φοβήθηκε να προσθέσει αυτοβιογραφικά κίνητρα στον ρόλο του, με την ερμηνεία του να αποτελεί μια συγκλονιστική αντανάκλαση της δικής του πτώσης από το πάνθεον του Χόλιγουντ, καθιστώντας τον Max von Mayerling έναν από τους πιο αυτο-αντανακλαστικούς ρόλους στην ιστορία του κινηματογράφου.

Ο Wilder εμφανίζει στην ταινία μια παρέα από λυπημένους ανθρώπους του θεάματος που έχουν οριστικά απωλέσει τη δόξα τους και επισκέπτονται περιοδικά την έπαυλη της Norma για να παίξουν μπριτζ. Ανάμεσα στους ηλικιωμένους καλεσμένους, που θυμίζουν «κέρινα ομοιώματα», μπορούμε να διακρίνουμε το τραγικό, απογοητευμένο πρόσωπό του μεγάλου κωμικού Buster Keaton, ο οποίος έχασε γρήγορα τη φήμη του με την έλευση του ήχου στον κινηματογράφο.

Ωστόσο, πέρα από τη σκληρή κριτική στο Χόλιγουντ, ο Wilder αφήνεται σε μια βαθιά προσωπική εξομολόγηση, για να αναδείξει τον σεβασμό και την αγάπη που τρέφει για τη μαγεία της τέχνης του. Σε μια μάλλον υποτιμημένη σεκάνς, ο Joe και η Betty κάνουν μια βραδινή βόλτα στα άδεια στούντιο της Paramount. Η Betty, το σύμβολο του επερχόμενου «νέου σινεμά», γίνεται η φωνή του μεγάλου δημιουργού. «Κοίτα αυτό τον δρόμο. Τα πάντα είναι χάρτινα, κούφια, ψεύτικα, γεμάτα καθρέφτες. Ωστόσο, δεν υπάρχει δρόμος στον κόσμο που να λατρεύω σαν αυτόν».

Στη «Λεωφόρο της Δύσης», ο Wilder, αναμειγνύοντας επιδέξια τους τόνους του δράματος και του γκροτέσκο, του νουάρ και του τρόμου, σχεδιάζει ένα σκοτεινό και παραισθησιακό πορτρέτο του κόσμου του Χόλιγουντ και των αδίστακτων κανόνων της επιτυχίας, δημιουργώντας μια ζοφερή ατμόσφαιρα παρακμής και νεκροφιλίας, και συνθέτοντας έναν διαχρονικό διαλογισμό για την ανθρώπινη κατάσταση, τη γοητεία αλλά και τη φενάκη του «αμερικάνικου ονείρου». Παρά τη φαινομενική σκληρότητα, ο Wilder σκιαγραφεί τον χαρακτήρα της Norma με μια οδυνηρή τρυφερότητα, προσπαθώντας να την απελευθερώσει από την ασφυκτική φυλακή και τη σπαρακτική μοναξιά που της επιφύλαξε η μοίρα.

Όταν η αστυνομία έρχεται να τη συλλάβει, ο Max κάνει μια τελευταία χειρονομία αγάπης προς τη Norma: την κάνει να πιστέψει ότι τα γυρίσματα της νέας ταινίας που ονειρεύεται έχουν ξεκινήσει. Η πρώην ντίβα κατεβαίνει με φαμφαρονικό ύφος τις σκάλες της έπαυλης, αυτάρεσκα τυφλωμένη από τα φλας των φωτογράφων. «Εδώ είμαι De Mille, είμαι έτοιμη για το κοντινό πλάνο μου!», δηλώνει η Norma, και ο Max ανταποκρίνεται δίνοντας εντολές: «Φώτα!», «Κάμερα!», «Έναρξη!». Σε αυτό τον θρυλικό επίλογο ο θεατής δεν βλέπει πια τους χαρακτήρες της ταινίας αλλά τους ηθοποιούς. Μια εκστασιασμένη Gloria Swanson και ένας δακρυσμένος Erich Von Stroheim γίνονται ξανά αυτό που ήταν κάποτε: μια μεγάλη σταρ και ένας πρωτοποριακός σκηνοθέτης. Η μαγεία αυτού του ανυπέρβλητου αριστουργήματος  εκπορεύεται από αυτή τη συνεχή ανταλλαγή ανάμεσα σε αυτοβιογραφικές και μετα-κινηματογραφικές αναφορές που δημιουργεί μια συγκλονιστική σύζευξη τέχνης και πραγματικής ζωής!

Βαθμολογία:

0 κακή | 1 μέτρια | 2 ενδιαφέρουσα | 3 καλή | 4 πολύ καλή | 5 αριστούργημα

Γκαλερι φωτογραφιων

21 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *