Ο Ρόκι Μπαλμπόα είναι ένας πυγμάχος από την Φιλαδέλφεια, που δεν δείχνει να έχει προοπτικές για μεγάλα πράγματα. Η μία όμως ευκαιρία θα παρουσιαστεί όταν ο Απόλο Κριντ, παγκόσμιος πρωταθλητής βαρέων βαρών, διαλέγει τον Ρόκι για προσεχή του αντίπαλο. Για τον Κριντ ο αγώνας είναι μια επίδειξη, για τον Ρόκι είναι ο δρόμος που θα τον οδηγήσει στη δόξα. Κι ενώ προετοιμάζεται πυρετωδώς για τη μεγάλη αναμέτρηση, ο Ρόκι θα ερωτευτεί την Άντριαν, μια γυναίκα που θα βγάλει στην επιφάνεια ό,τι καλό έχει ο Ρόκι, και θα τον βοηθήσει να πετύχει τον μεγάλο του στόχο.
Σκηνοθεσία:
John G. Avildsen
Κύριοι Ρόλοι:
Sylvester Stallone … Robert ‘Rocky’ Balboa, Sr.
Talia Shire … Adrianna ‘Adrian’ Pennino
Burt Young … Paulie Pennino
Burgess Meredith … Mickey Goldmill
Carl Weathers … Apollo Creed
Thayer David … George ‘Miles’ Jergens
Joe Spinell … Tony Gazzo
Tony Burton … Tony ‘Duke’ Evers
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Sylvester Stallone
Παραγωγή: Robert Chartoff, Irwin Winkler
Μουσική: Bill Conti
Φωτογραφία: James Crabe
Μοντάζ: Scott Conrad, Richard Halsey
Σκηνικά: William J. Cassidy
Κοστούμια: Joanne Hutchinson
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Rocky
- Ελληνικός Τίτλος: Ρόκυ, τα Χρυσά Γάντια
- Εναλλακτικός Ελλ. Τίτλος: Ρόκι
Άμεσοι Σύνδεσμοι
Κύριες Διακρίσεις
- Όσκαρ καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας και μοντάζ. Υποψήφιο για πρώτο αντρικό ρόλο (Sylvester Stallone), πρώτο γυναικείο ρόλο (Talia Shire), δεύτερο αντρικό ρόλο (Burgess Meredith και Burt Young), αυθεντικό σενάριο, ήχο και τραγούδι (Gonna Fly Now).
- Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ταινίας (δράμα). Υποψήφιο για σκηνοθεσία, πρώτο αντρικό ρόλο (Sylvester Stallone) σε δράμα, πρώτο γυναικείο ρόλο (Talia Shire) σε δράμα, σενάριο και μουσική.
- Υποψήφιο για Bafta καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, πρώτου αντρικού ρόλου (Sylvester Stallone), σεναρίου και μοντάζ.
Παραλειπόμενα
- Ο Sylvester Stallone έγραψε το σενάριο μέσα σε τρεισήμισι ημέρες (!), αμέσως μετά την έμπνευση που του έδωσε η παρακολούθηση του σπουδαίου αγώνα μποξ μεταξύ των Muhammad Ali και Chuck Wepner (1975). Παρότι αυτή η εκδοχή θεωρείται επίσημη, κάποια στιγμή ο Stallone την είχε αμφισβητήσει. Έτσι, υπάρχει και η άλλη εκδοχή, που ήθελε να έχει επηρεαστεί από τους πυγμάχους Rocky Marciano και Joe Frazier, όπως και την αυτοβιογραφία του πρώτου, που είχε γίνει ταινία ταινία το 1956 (Εμείς οι Ζωντανοί). Ο Wepner όμως έκανε μήνυση στον Stallone για τη δήλωση του, που κατέληξε σε συμβιβασμό.
- Το σενάριο άρεσε στη United Artists, και θεώρησε ότι θα ήταν ιδανικό για κάποιους από τους αστέρες της, όπως τους Robert Redford, Ryan O’Neal, Burt Reynolds και James Caan. Η πίεση όμως του Stallone να πρωταγωνιστήσει ο ίδιος, ξεπερνούσε το υπερβολικό, και εντέλει εκμεταλλεύτηκε το γεγονός ότι με αυτόν στον πρώτο ρόλο η παραγωγή θα κρατούσε χαμηλό κόστος. Αυτό το τελευταίο συνυπολογιστηκε με τον φόβο των παραγωγών για πιθανή χασούρα από το Νέα Υόρκη, Νέα Υόρκη (κάτι που όντως βγήκε αληθινό), με τον Stallone αργότερα να δηλώνει πως δεν θα συγχωρούσε ποτέ τον εαυτό του αν η ταινία γίνονταν επιτυχία δίχως αυτόν.
- Ο John Boorman αρνήθηκε να το σκηνοθετήσει.
- Ο Warren Beatty είχε υποστηρίξει ότι του είχαν προσφέρει τον ρόλο του Ρόκι.
- Ο Stallone ήταν τόσο φτωχός πριν την ταινία, που είχε αναγκαστεί να πουλήσει τον σκύλο του για 50 δολάρια. Όταν όμως έδωσε το σενάριο, πήγε και τον πήρε πίσω. Ο συγκεκριμένος σκύλος είναι ο Buktus της ταινίας.
- Ο αληθινός Ken Norton ήταν ο βασικός υποψήφιος για τον Απόλο Κριντ, αλλά έκανε πίσω. Ο Norton είχε μονομαχήσει τρεις φορές με τον Muhammad Ali, που ήταν και η επιρροή για τον χαρακτήρα.
- Η Carrie Snodgress ήταν η αρχική Άντριαν, αλλά προέκυψε οικονομικό ζήτημα. Έπειτα πέρασε από οντισιόν η Susan Sarandon, αλλά τη βρήκαν πολύ όμορφη για τον συγκεκριμένο ρόλο. Στςι υποψήφιες ήταν και η Cher.
- Ο Sylvester Stallone ήθελε τον Harvey Keitel να παίξει τον Πόλι.
- Ο περίφημος πυγμάχος Joe Frazier έχει ένα γκεστ-σταρ πέρασμα από το φιλμ. Η αλήθεια ήταν ότι κάποια σημεία του σεναρίου ήταν βγαλμένα από τη ζωή του Frazier, όπως η περίφημη σκηνή στα σκαλιά του μουσείου τέχνης της Φιλαδέλφεια. Παρόλα αυτά, δεν πήρε ποτέ κάποιο εύσημο από την παραγωγή.
- Στη βραδιά των Όσκαρ, Muhammad Ali και Stallone έστισαν ένα κωμικό σκετσάκι, όπου βασίζονταν στο ότι ο Ali δεν προσβλήθηκε από την ταινία.
- Λόγω του χαμηλού κόστους, μέλη της οικογένειας του Stallone έχουν μικρούς ρόλους. Μεταξύ αυτών και ο αδελφός του, Frank Stallone, που ακολούθησε έκτοτε το επάγγελμα του ηθοποιού.
- Για το γύρισμα χρησιμοποιήθηκε η ολοκαίνουργια Steadicam, με νέες δυνατότητες σε φιλμάρισμα σκηνών ταχύτητας όπως αυτής των σκαλοπατιών.
- Σύμφωνα με το αρχικό σενάριο, ο Μίκι ήταν ρατσιστής, ενώ ο Ρόκι εγκατέλειπε τον τελικό αγώνα συνειδητοποιώντας ότι δεν ήθελε πραγματικά να γίνει επαγγελματίας μποξέρ.
- Γυρίστηκε μέσα σε 28 ημέρες.
- Μοναδική ταινία της σειράς όπου στον αγώνα δεν υπάρχει καθόλου slow-motion.
- Πρώτη αθλητική ταινία που πήρε το Όσκαρ καλύτερης ταινίας.
- Υπάρχει και το director’s cut που διαρκεί 145 λεπτά.
- Από τα μεγάλα sleeper-hit (επιτυχία δίχως σημαντική προώθηση) της ιστορίας, αφού ενώ κόστισε περίπου 1 μόνο εκατομμύρια δολάρια (με μεγαλύτερο κόστος αυτό του μακιγιάζ), έβγαλε 225. Αυτό έκανε άμεσα σούπερ-σταρ τον Stallone, ενώ χτίστηκε ένα franchise πολλών δεκαετιών.
Μουσικά Παραλειπόμενα
- Ο David Shire, μετέπειτα σύζυγος της Talia Shire, ήταν ο πρώτος που του προσφέρθηκε να γράψει τη μουσική, αλλά αναγκάστηκε να εγκαταλείψει λόγω υποχρεώσεων.
- Το βασικό θέμα Gonna Fly Now μπήκε στα top του Billboard, και έμελλε να μείνει κλασικό. Η σύνθεση ήταν του Bill Conti, με στίχους των Carol Connors και Ayn Robbins. Η ερμηνεία του άνηκε στους DeEtta West και Nelson Pigford.
Κριτικός: Χάρης Καλογερόπουλος
Έκδοση Κειμένου: 31/3/2013
Ο Σιλβέστερ Σταλόνε προσπαθούσε πολύ καιρό να πείσει παραγωγούς να υλοποιήσουν το σενάριο του, γραμμένο ακριβώς πάνω στον ψυχισμό του. Είναι ένα λαϊκό παραμύθι που ακολουθεί κατά γράμμα την παλιά φόρμουλα, από τη δεκαετία του 1930, του success-story μέσα από τον αθλητισμό, χωρίς περιπλοκές, χωρίς παράπλευρες παραμέτρους. Αλλά είναι τόσο καλά εστιασμένο πάνω στην ήρωα, και ο Σταλόνε, αν και μετριότατος ηθοποιός. νοιώθει τόσο καλά τον ρόλο στο πετσί του (προς στιγμή, η Αμερική νόμιζε ότι ανέτειλε ένα νέος Μπράντο), που τελικά το αποτέλεσμα έμεινε στην ιστορία. Το ασήμαντο φτωχόπαιδο της μίζερης γειτονιάς, που κατακτά την κορυφή ενώ παρασύρει το κοινό στην επώδυνη πορεία του. Κλασικό παρέμεινε και το μουσικό θέμα. O σκηνοθέτης Τζον Άβιλντσεν ακολούθησε παρόμοια φόρμουλα και στα «Karate Kid».
Βαθμολογία:
Κριτικός: Νίκος Ρέντζος
Έκδοση Κειμένου: 3/8/2014
Πόση θετική ενέργεια μπορεί να σε γεμίσει μια κινηματογραφική ταινία; Πώς μπορεί να σε σύρει στο βούρκο μιας μίζερης καθημερινότητας, να σε κυλάει εκεί για περίπου μία ώρα και κάτι και μετά σιγά-σιγά να σε σηκώνει, να σε δυναμώνει και να σε κάνει να υψώνεις τη γροθιά σου δακρυσμένος στο τέλος, εξουθενωμένος, γιατί πέρασες τα όριά σου, γιατί το ήθελες πραγματικά, γιατί το ζούσες μαζί με τον πρωταγωνιστή του φιλμ, γιατί ήσουν μέσα στο φιλμ; Όλες αυτές τις απαντήσεις, τις παίρνεις με τον καλύτερο τρόπο παρακολουθώντας την ιστορία του άσημου πυγμάχου από τη Φιλαδέλφεια, που στέκεται όρθιος απέναντι στον παγκόσμιο πρωταθλητή πυγμαχίας, πιάνοντας από τα μαλλιά αυτή τη μία ευκαιρία που έχουν όλοι στη ζωή τους, όχι να γίνουν διάσημοι, αλλά να αποδείξουν στον εαυτό τους ότι ξεπερνώντας τα όρια τους, μόνο τότε βρίσκουν τον αληθινό εαυτό τους. Μόνο τότε μπορείς να χάσεις τον “αγώνα” χωρίς να νιώσεις ηττημένος.
Το μεγάλο επίτευγμα του Ρόκυ δεν είναι το Όσκαρ καλύτερης ταινίας που κέρδισε το 1976, καθώς υπάρχουν πολλά μεγάλα φιλμ, σταθμοί στην ιστορία του κινηματογράφου, που δεν τιμήθηκαν με κανένα βραβείο. Είτε λοιπόν το Ρόκυ κέρδιζε το Όσκαρ είτε όχι, το αποτέλεσμα σήμερα θα ήταν το ίδιο. Δεν μπαίνεις στις καρδιές των ανθρώπων κερδίζοντας Όσκαρ. Εκεί μπαίνεις μόνο αν νιώσουν ότι έχεις κάτι να πεις και μιλάς αληθινά. Πιο αληθινά δε θα μπορούσε να μιλά το Ρόκυ. Πιο αληθινοί δε θα μπορούσε να είναι οι χαρακτήρες του, χωρίς ίχνος Χολιγουντιανής λάμψης και καλλωπισμού, παρά μόνο κουσούρια καθημερινών ανθρώπων, που παλεύουν γι αυτό που άλλοι θεωρούν δεδομένο. Να ζήσουν με αξιοπρέπεια μέσα σε μια δύσκολη καθημερινότητα.
Το Ρόκυ δεν είναι μια ιστορία για τον κόσμο της πυγμαχίας, όπως εσφαλμένα νομίζουν πολλοί από αυτούς που δεν έχουν παρακολουθήσει ποτέ τους το φιλμ, κυρίως λόγω της αντιπάθειας τους ( στα όρια της εμπάθειας, όπως έχω ξαναγράψει) στο πρόσωπο του Στάλονε, γι αυτό όμως θα μιλήσουμε παρακάτω. Το Ρόκυ φτάνει πολύ πιο βαθιά στην ανθρώπινη ψυχή, χρησιμοποιώντας σαν όχημα το μποξ. Είναι η ιστορία του Δαυίδ και του Γολιάθ, είναι η ιστορία του αουτσάιντερ που κοιτά στα μάτια το φαβορί. Πέρα όμως από αυτά, είναι στην ουσία η ιστορία δύο ανθρώπων που αγαπήθηκαν και που εγέρθηκαν παράλληλα παίρνοντας ο ένας δύναμη από τον άλλο. Ένα απίστευτα παράδοξο love story, με υπόγεια ενέργεια, όπως ολόκληρο το φιλμ, που βάζει το αόρατο χέρι του βαθιά στην καρδιά σου και μερικές στιγμές νιώθεις να τη σφίγγει τόσο έντονα που θα σπάσει. Η σκηνή του πρώτου φιλιού, η σκηνή που η Άντριαν ξεσπά στον Πόλι, η σκηνή που ο Ροκύ ξαπλώνει φοβισμένος δίπλα στην Άντριαν πριν το μεγάλο αγώνα, λειτουργούν καταλυτικά για την τελευταία λυτρωτική και κλασική πλέον σκηνή, όταν το μόνο που βγαίνει από το στραπατσαρισμένο στόμα του Ρόκυ είναι το όνομα της αγαπημένης του Άντριαν. Θέλει μόνο τον άνθρωπό του εκείνη τη στιγμή που πέτυχε το ακατόρθωτο. Το ακατόρθωτο δεν είναι το ότι στάθηκε όρθιος μέχρι τέλους με τον παγκόσμιο πρωταθλητή. Όχι, είναι πολύ επιφανειακό αυτό το συμπέρασμα. Το ακατόρθωτο είναι η νίκη στη μάχη με τον εαυτό σου. Εκεί ηττούμαστε συνήθως και εκεί οι δύο αυτοί άνθρωποι (Ρόκυ-Άντριαν) βγαίνουν κερδισμένοι, δίνοντας ένα μάθημα ζωής στους θεατές- συνοδοιπόρους τους. Μην αφήνεις το άσχημο πρόσωπο της ζωής να σε κερδίσει, όχι χωρίς να το παλέψεις.
Το μεγάλο ατού της ταινίας είναι η ερμηνεία του Σταλόνε. Ερμηνεία που ανάγκασε κριτικούς της εποχής να τον θεωρήσουν τον νέο Μάρλον Μπράντο και τον πιο ταλαντούχο ερμηνευτή της γενιάς του. Ο Σταλόνε λίγα χρόνια μετά θα τους απογοητεύσει πανηγυρικά, όχι γιατί δεν υπήρξε ταλαντούχος αλλά γιατί οι μετέπειτα επιλογές του δεν άφηναν ερμηνευτικά περιθώρια και δημιούργησε το πρόσωπο του action star που όλοι γνωρίζουμε σήμερα, το οποίο ναι μεν υποστήριξε επαρκώς αλλά κάλυψε το ταλέντο του μέσα σε τόνους χολιγουντιανής λάμψης και κλισέ επιλογών. Όπως έχω ξαναγράψει, ο Σταλόνε αδίκησε πρώτος τον εαυτό του πριν τον αδικήσουν οι υπόλοιποι. Είναι ωστόσο άδικο να μην του δίνονται τα εύσημα κάποιες φορές που τα αξίζει και η πιο χαρακτηριστική στιγμή του είναι ο Ρόκυ του 1976. “Δεν έχω δει πιο ατάλαντο ηθοποιό και μποξέρ από τον Σταλόνε”, μου είπε κάποτε κάποιος σε μια κουβέντα που είχαμε. “Δεν έχεις ανοίξει τα μάτια σου όσο πρέπει”, του απάντησα. Το ζήτημα δεν ήταν ποτέ ο Ρόκυ να φανεί ταλαντούχος. Το ζήτημα ήταν να δοθεί η εικόνα του όχι τόσο ταλαντούχου αλλά μαχητή πυγμάχου-ανθρώπου και ο Σταλόνε με την ερμηνεία του, αυτό ακριβώς περνά στον θεατή. “Θα περάσω τα όριά μου και θα φτάσω πιο μακρυά από όσο νομίζεις και νομίζω ότι μπορώ να φτάσω”. Ο άγνωστος τότε Σταλόνε κουβαλά το φορτίο της ταινίας στην πλάτη του με απόλυτη αυτοπεποίθηση και βγαίνει νικητής.
Ο Ρόκυ δεν είναι ένας κινηματογραφικός ήρωας αλλά ένα σύμβολο που ξεπερνά τα όρια της κινηματογραφικής οθόνης. Είναι μια ανθρώπινη ιστορία, που όταν την παρακολουθείς γεμίζεις συναισθήματα και όταν φτάνει στο τέλος της, ξεχειλίζεις θετική ενέργεια και δίψα για ζωή. Μην σταθείς μπροστά από την οθόνη σου βλέποντας ένα αθλητικό δράμα, γιατί θα χάσεις πολλά από την ουσία του φιλμ. Δες το Ρόκυ με τα μάτια της ψυχής σου και ξέχνα για λίγο το μετέπειτα πρόσωπο του πρωταγωνιστή του, αν αυτό τόσο σε ενοχλεί πια. Άσε τον κινηματογραφικό alter ego του να σε παρασύρει σε ένα αλησμόνητο κινηματογραφικό ταξίδι, από τους άδειους, βρώμικους δρόμους της πρωινής Φιλαδέλφεια, στα πιο διάσημα κινηματογραφικά σκαλιά και από τα σκοτάδια της ψυχής, στο φως της.
Βαθμολογία: