
Μια Συνηθισμένη Υπόθεση
- Le Fil
- An Ordinary Case
- 2024
- Γαλλία
- Γαλλικά
- Δραματική, Δραματικό Θρίλερ, Μυστηρίου
- 12 Σεπτεμβρίου 2024
Ο Ζαν Μονιέ είναι ένας απογοητευμένος δικηγόρος, διορισμένος να υπερασπιστεί τον Νίκολα Μίλικ, έναν άνδρα που κατηγορείται για τη δολοφονία της συζύγου του. Ενώ όλα δείχνουν την ενοχή του, ο Μονιέ αναλαμβάνει την υπόθεση πεπεισμένος για την αθωότητά του. Καθώς οι έρευνές του τον στέλνουν πίσω στη νύχτα της δολοφονίας και στην οικογενειακή δυναμική, έρχεται ακόμη πιο κοντά με τον πελάτη του, αυξάνοντας την πίεση να τον υπερασπιστεί.
Σκηνοθεσία:
Daniel Auteuil
Κύριοι Ρόλοι:
Daniel Auteuil … Jean Monier
Gregory Gadebois … Nicolas Milik
Sidse Babett Knudsen … Annie Debret
Alice Belaidi … Adele Houri
Suliane Brahim … Judith Goma
Gaetan Roussel … Roger Marton
Isabelle Candelier … Violette Mangin
Florence Janas … Laure Marton
Aurore Auteuil … Audrey Girard
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Daniel Auteuil, Steven Mitz
Παραγωγή: Nelly Auteuil, Hugo Gelin
Μουσική: Gaspar Claus
Φωτογραφία: Jean-Francois Hensgens
Μοντάζ: Valerie Deseine
Σκηνικά: Christian Marti
Κοστούμια: Charlotte Betaillole
Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Μέτρια.
Τίτλοι
- Αυθεντικός Τίτλος: Le Fil
- Ελληνικός Τίτλος: Μια Συνηθισμένη Υπόθεση
- Διεθνής Τίτλος: An Ordinary Case
Σεναριακή Πηγή
- Βιβλίο: Au Guet-apens: Chroniques de la Justice Penale Ordinaire του Jean-Yves Moyart.
Παραλειπόμενα
- Ο Daniel Auteuil επιστρέφει στη σκηνοθετική του ιδιότητα από το 2018.
- Δικηγόρος με ειδικότητα στις υποθέσεις εγκλημάτων επί έτη, ο Jean-Yves Moyart άνοιξε το 2008 ένα μπλογκ με το ψευδώνυμο Maître Mô, γνωρίζοντας μεγάλη ανταπόκριση από τους αναγνώστες. Πολλά από τα κείμενα που ανάρτησε εκεί μεταφέρθηκαν σε βιβλίο το 2011, και από αυτό το υλικό προέρχεται το εν λόγω σενάριο. Ο Moyart έφυγε από τη ζωή το 2021, μόλις 53ών ετών.
- Η ταινία έκανε πρεμιέρα στο φεστιβάλ Κανών, αλλά εκτός συναγωνισμού.
Κριτικός: Ορέστης Μαλτέζος
Έκδοση Κειμένου: 10/9/2024
Από την “Υπόθεση Γκολντμάν” και το “Saint Omer” μέχρι τη βραβευμένη με Χρυσό Φοίνικα “Ανατομία μιας Πτώσης”, το σύγχρονο γαλλικό σινεμά μοιάζει ο απόλυτος τόπος επαναπροσδιορισμού του δικαστικού δράματος, συχνά επιλέγοντας ένα στυγνό ρεαλιστικό ύφος που τοποθετεί τον θεατή εντός της δικαστικής αίθουσας ως άλλον ένορκο. Ο σημαντικός ηθοποιός Daniel Auteuil αναμετριέται και αυτός από την τριπλή ιδιότητα σκηνοθέτη-σεναριογράφου-πρωταγωνιστή με το υποείδος, κάνοντας μια πιο πατροπαράδοτη απεικόνισή του, με τους μελοδραματικούς τόνους να παίρνουν τη σκυτάλη από την αντικειμενική διαδικασία.
Παρακολουθώντας την ταινία, γίνεται εμφανές το βασικό πρόβλημα: η υπόθεση δεν είναι και τόσο ενδιαφέρουσα. Και παρότι ακόμα και σε μια “συνηθισμένη υπόθεση”, όπως δηλώνει ο διεθνής τίτλος της ταινίας, πάντα δύνανται να υπάρξουν συναρπαστικές στιγμές, ο Auteuil χρησιμοποιεί την κάμερα περισσότερο για να δημιουργήσει ένα τεχνητό σασπένς στις ερμηνευτικές στιγμές που θεωρεί πως θα εγείρουν κάποιο συναίσθημα. Το έγκλημα είναι ξεκάθαρο από την αρχή, το ίδιο και οι υποθέσεις των θεατών. Φυσικά όμως δεν μπορούμε να είμαστε απόλυτα σίγουροι.
Η υπόθεση του Νικολά Μιλίκ που φέρεται να δολοφόνησε τη σύζυγό του δεν είναι η καρδιά της ιστορίας, αλλά ο συνήγορος υπεράσπισής του, Ζαν Μονιέ, ένας μεσήλικας άντρας που κινείται σε γκρίζες ζώνες και τον οποίο δεν γνωρίζουμε ποτέ ουσιαστικά ώστε να δικαιολογηθούν οι συνεχείς απόπειρες εμβάθυνσης στην ψυχοσύνθεσή του. Ο δικηγόρος ταλανίζεται από την υπόθεση του Μιλίκ, ωστόσο οι αιτίες δεν γίνονται ποτέ γνωστές, με κάποια ψήγματα πληροφοριών να μεταθέτουν την προσοχή μας σε ένα έτερο στοιχείο εσωτερικής πάλης, αυτό της πίστης.
Μέχρι την ώρα της τελικής του αγόρευσης, ο Μονιέ είναι πεπεισμένος ότι ο πελάτης του είναι αθώος και ως θεατές τον πιστεύουμε. Αυτή η συνηθισμένη υπόθεση παρουσιάζεται στις οθόνες μας λόγω της προσωπικής διάστασης που λαμβάνει για τον πρωταγωνιστή της. Όταν ο Μονιέ και η εισαγγελέας τσακώνονται στην αίθουσα του δικαστηρίου σαν να είναι προσωπική τους υπόθεση, γίνεται όλο και πιο ασαφές αν απλώς έχουν αντίθετη άποψη για τη δικαιοσύνη που τόσο απεγνωσμένα θέλουν να επιτύχουν ή αν στο τέλος της ημέρας θέλουν απλώς να έχουν δίκιο. Αυτό το ερώτημα είναι αδύνατο να απαντηθεί ξεκάθαρα. Σε αυτή την υπόθεση δεν είμαστε σίγουροι για το τι είναι σωστό και τι λάθος, τι υπερβολικό και τι ακριβές, τι δίκαιο και τι άδικο. Ο Μονιέ θέλει να κερδίσει επειδή πιστεύει στον πελάτη του ή επειδή δεν θέλει να παραδεχτεί ότι μπορεί και να κάνει λάθος; Αυτά τα ερωτήματα θα μπορούσαν να είναι συναρπαστικά αν ο τρόπος με τον οποίο ο Auteuil αφηγείται την ιστορία μέσω του χαρακτήρα που υποδύεται δεν γινόταν όλο και πιο κοινότοπος όσο προχωρά η ταινία.
Το πρόσωπο που όλο και περισσότερο ξεθωριάζει στο παρασκήνιο, και εντέλει ξεχνιέται, είναι το ίδιο το θύμα της δολοφονίας, και με αυτό το ηθελημένο στοιχείο η ταινία φιλοδοξεί να αγγίξει ερωτήματα όπως σε τι αποσκοπεί πραγματικά η επιβολή του νόμου και πότε η ηθική ξεπερνά τα όρια. Εντούτοις η εστίαση της πλοκής είναι στην ετυμηγορία και σε καταθέσεις που αφορούν άμεσα τις πράξεις του Μιλίκ τη βραδιά του φόνου. Οι υπόλοιποι χαρακτήρες περιορίζονται σε απλές αναφορές, ακόμα και η αδερφή του θύματος, που είναι το μόνο πραγματικά παθιασμένο άτομο με την υπόθεση, περιορίζεται σε ένα απλό ξέσπασμα. Έχουμε λοιπόν ένα σενάριο που από τη μία ακολουθεί έναν πολύ συγκεκριμένο δρόμο, και από την άλλη ρίχνει το βάρος σε έναν άλλον, κοινώς η υπόθεση που υπερτονίζεται έχει τη λιγότερη σημασία, με τον επίλογο να μην προσθέτει τίποτα περισσότερο στον χαρακτήρα του δικηγόρου που να μας υποδηλώνει τυχόν μετατοπίσεις στα εσωτερικά του ζητήματα.
Δυστυχώς το τόξο της διαδρομής του πρωταγωνιστή είναι ιδιαίτερα αδύναμο και ασαφές, ενώ ήδη από τη δεύτερη πράξη ο ρυθμός της αφήγησης γίνεται αρκετά πιο αργός από το επιθυμητό. Και η αποκάλυψη της πραγματικής αλήθειας όμως έρχεται όντως σε έναν επίλογο που περισσότερο ξεκαθαρίζει τις ερωτήσεις μας ως θεατές και μας φέρνει αντιμέτωπους με το επιστέγασμα των εντυπώσεών μας: ο λόγος που παρακολουθήσαμε μέχρι τέλους αυτή την ταινία ήταν για να ικανοποιηθεί η απλή περιέργειά μας.
Βαθμολογία: