Ιταλία, Μιλάνο. Ένα τζιπ τρακάρει έναν ποδηλάτη μια νύχτα πριν την παραμονή των Χριστουγέννων. Τι συνέβη εκείνο το βράδυ; Πώς αυτό το ατύχημα θα αλλάξει το πεπρωμένο των πλούσιων οικογενειών Μπερνάσκι και Ροβέλι, που βρίσκονται στα όρια της χρεωκοπίας;

Σκηνοθεσία:

Paolo Virzi

Κύριοι Ρόλοι:

Fabrizio Bentivoglio … Dino Ossola

Valeria Bruni Tedeschi … Carla Bernaschi

Matilde Gioli … Serena Ossola

Fabrizio Gifuni … Giovanni Bernaschi

Valeria Golino … Roberta Morelli

Guglielmo Pinelli … Massimiliano Bernaschi

Luigi Lo Cascio … Donato Russomanno

Vincent Nemeth … Gerard Pierret

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Paolo Virzi, Francesco Bruni, Francesco Piccolo

Παραγωγή: Marco Cohen, Fabrizio Donvito, Benedetto Habib

Μουσική: Carlo Virzi

Φωτογραφία: Jerome Almeras, Simon Beaufils

Μοντάζ: Cecilia Zanuso

Σκηνικά: Mauro Radaelli

Κοστούμια: Bettina Pontiggia

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Il Capitale Umano
  • Ελληνικός Τίτλος: Το Ανθρώπινο Κεφάλαιο
  • Διεθνής Τίτλος: Human Capital

Άμεσοι Σύνδεσμοι

Σεναριακή Πηγή

  • Μυθιστόρημα: Human Capital του Stephen Amidon.

Κύριες Διακρίσεις

  • Βραβείο καλύτερης ταινίας, πρώτου γυναικείου ρόλου (Valeria Bruni Tedeschi), δεύτερου αντρικού ρόλου (Fabrizio Gifuni), δεύτερου γυναικείου ρόλου (Valeria Golino), σεναρίου, μοντάζ και ήχου στα David di Donatello. Υποψήφιο για σκηνοθεσία, πρώτο αντρικό ρόλο (Fabrizio Bentivoglio), παραγωγή, μουσική, φωτογραφία, σκηνικά, κοστούμια, τραγούδι (I’m Sorry), ειδικά εφέ, μακιγιάζ και κομμώσεις.
  • Υποψήφιο για σκηνοθεσία και γυναικεία ερμηνεία (Valeria Bruni Tedeschi) στα Ευρωπαϊκά Βραβεία.
  • Βραβείο γυναικεία ερμηνείας (Valeria Bruni Tedeschi) στο φεστιβάλ της Τριμπέκα.
  • Επίσημη πρόταση της Ιταλίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ.

Παραλειπόμενα

  • Το 2019 ήρθε και η αμερικανική διασκευή από τον Marc Meyers (με τους Liev Schreiber, Marisa Tomei, Peter Sarsgaard), χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία. Ούτως ή άλλως, όμως, το μυθιστόρημα Human Capital ήταν αμερικανικό.

Κριτικός: Πάνος Αχτσιόγλου

Έκδοση Κειμένου: 15/10/2014

Δύο οικογένειες, φαινομενικά πολύ διαφορετικές, οι οποίες ενώνονται σε ένα παράξενο παιχνίδι της μοίρας, μια νύχτα κοντά στις γιορτές των Χριστουγέννων. Μέσα από τρεις παράλληλες ιστορίες-οπτικές γωνίες του ίδιου συμβάντος, οι βασικοί χαρακτήρες της ταινίας προσπαθούν να μας πουν τι ακριβώς συμβαίνει και παράλληλα να μας παρασύρουν σε μια σκοτεινή, στρεσαρισμένη σχέση με την αξία της ανθρώπινης ζωής. Παραθέτοντας ένα μείγμα κοινωνικής κριτικής προς την πλούσια τάξη και αστυνομικού μυστήριου, ο ιταλός σκηνοθέτης Πάολο Βίρτσι επιβεβαιώνει τη βαθιά κατανόηση της ιταλικής πραγματικότητας και δικαιολογεί (αν όχι πλήρως, τουλάχιστον σε μεγάλο βαθμό) την άποψη ότι πρόκειται για έναν από τους πιο αξιόλογους και δυναμικούς δημιουργούς της χωράς του.

Η ταινία, βασισμένη στο ομότιτλο βιβλίο του Στίβεν Άμιντον, μετατοπίζεται από το εύπορο Κονέκτικατ, στις πολυτελείς βίλες των μιλανέζικων λόφων, οπού κατοικούν οι πλούσιοι χρηματιστές παίζοντας τένις, δωρίζοντας πανάκριβα αυτοκίνητα στους κακομαθημένους γιους τους, στοιχηματίζοντας στην οικονομική καταστροφή της χώρας τους, ζώντας περιστοιχισμένοι από ανθρώπους που θα τους αγαπούσαν «ακόμη κι αν τους σέρβιραν σκυλοτροφή». Μέσα σε αυτόν τον κύκλο επιθυμεί διακαώς να εισέλθει ο μεσοαστός μεσίτης Ντίνο Όσολα (Φαμπρίτσιο Μπεντιβόλιο) χρησιμοποιώντας τη σχέση της κόρης του, Σερένα (Ματίλντε Τζιόλι), με τον γιο μιας εκ των σημαντικότερων οικογενειών της χωράς. Παρασυρμένος από την ψευδαίσθηση του πλούτου ως μοναδική κι απόλυτη πηγή ευτυχίας, σχεδόν παρακαλά με τον πιο άκομψο και ντροπιαστικό τρόπο (χρησιμοποιώντας έξοχα το χαρακτηριστικό τοπικό ιδίωμα) τον σκληρό τεχνοκράτη Τζιοβάνι Μπερνάσκι για να του επιτρέψει τελικά να επενδύσει ό,τι έχει και δεν έχει στην εταιρία διαχείρισης κεφαλαίων της οικογένειας. Η καταστροφή που πρόκειται να ακολουθήσει αναπόφευκτα, απλά εκπληρώνει τα σαρκαστικά σχέδια της δραματουργίας.

Ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί μεθόδους, χωρίζοντας την ταινία σε κεφάλαια, οι οποίοι εξαρχής δίνουν την εντύπωση μιας σπονδυλωτής δημιουργίας, χωρίς όμως αυτή να επιβεβαιώνεται καθώς η πλοκή εξελίσσεται. Προλογίζοντας το φιλμ με τη σκηνή του ατυχήματος ενός ποδηλάτη, επιχειρεί να συνδέσει όλες τις μικρές παράλληλες ιστορίες με κάποιον κεντρικό θεματικό πυρήνα, χωρίς όμως να το καταφέρνει ιδιαίτερα, μετατρέποντας έτσι την τρίτη πράξη του δράματος ως ουσιαστική επεξήγηση τής ως εκείνη τη στιγμή δυσνόητης εισαγωγής. Το αποτέλεσμα αν και χάνει σε στιγμές τον δρόμο του (ιδίως στο δακρύβρεχτο, μελό φινάλε), προσφέρει μια τεταμένη και τοξικά αγχωτική ατμόσφαιρα, γεμάτη ξέγνοιαστη απληστία, καταθλιπτικό κενό, πάθος για κοινωνική καταξίωση και απουσία οποιωνδήποτε ηθικών φραγμών απέναντι στη λυσσαλέα επιθυμία για πλουτισμό. Πάντως, η όποια νοηματική αναζήτηση των αίτιων κατάρρευσης των αξιών και της εξόντωσης της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, σταματά πάνω στις βασανισμένες ψυχές των πρωταγωνιστών και την οικογενειακή τους τραγωδία, ωθώντας την ταινία προς δραματικά μονοπάτια, αποσυντονίζοντας τη ριζοσπαστικότητά της, δίνοντας την αίσθηση τελικά μιας πολιτικώς ορθής και καλλιτεχνικά ακίνδυνης συσχέτισης λόγου-αποτελέσματος. Παρόλα αυτά, αποποιούμενη οριστικά τον όρο «ταξικό φιλμ», κατορθώνει να ποτίσει με πόνο και ματαιοδοξία τις σκηνές, ενώ η χειμωνιάτικη φωτογραφία μετατρέπει το ειδυλλιακό αλπικό τοπίο της ιταλικής βορινής επαρχίας σε έναν παγωμένο, άκαρδο και κενό κόσμο.

Μέσα από τις ώριμες ερμηνείες ενός ισχυρού καστ γηγενών ηθοποιών, τα χαρακτηριστικά ιταλικά δυσθυμικά στερεότυπα παίρνουν σάρκα κι οστά. Ο Μπεντιβόλιο, αν και μας έχει συνηθίσει σε δραματικές κι ελαφρώς μάταιες φιγούρες, εδώ ερμηνεύει εξαίσια τον γελοιοποιημένο, ακαλλιέργητο ανθρωπάκο, μεθυσμένο από τη χλιδή, που είναι έτοιμος να θυσιάσει τα πάντα και εκνευρίζεται όταν μια ξαφνική αδιαθεσία της εγκύου γυναικάς του (τρυφερή αν και λίγο ανεπιτήδευτη η ερμηνεία της Βαλέρια Γκολίνο) τον αναγκάζει να παραχωρήσει τη θέση του στο πολυπόθητο τραπέζι των πλουσίων. Μεγάλη δύναμη και κύρος προσφέρει επίσης η οικεία μελαγχολία της Βαλέρια Μπρούνι Τεντέσκι στον ρόλο της καταθλιπτικής, διαβρωμένης από τον καθωσπρεπισμό και την ευκολία της πλούσιας ζωής Κλάρα Μπερνάσκι, της ακρωτηριασμένης γυναικάς-τρόπαιο που προσπαθεί μάταια να βρει τη χαμένη της αυταξία αναλαμβάνοντας να σώσει και στη συνεχεία να ανακαινίσει ένα θέατρο προς κατεδάφιση. Η σιωπηλή της απόγνωση δεν κρύβεται κάτω από την ευγένεια και το επίπλαστο χαμόγελο που η κοινωνική της θέση επιβάλλει, κι έτσι καταφέρνει να γίνει τόσο σπαρακτική και άδεια, ακόμη κι όταν προσποιείται την καλή οικοδέσποινα προσφέροντας μπισκότα στους καλεσμένους. Τέλος, η πρωτοεμφανιζόμενη Ματίλντε Τζιόλι, ερμηνεύοντας την κόρη του Ντίνο και συνδετικό κρίκο των δυο οικογενειών, αποδίδει αναπάντεχα, εγχέοντας ζωή σε έναν χαρακτήρα χαμηλών τόνων και μικρής σεναριακής δυναμικής.

Προσπαθώντας να συνδυάσει το πηχτό δράμα με έναν οξύ στοχασμό για τη σχέση των ανθρώπων με το χρήμα και την αναλωσιμότητα της ζωής των μικρών όταν αυτή των μεγάλων απειλείται, το «Ανθρώπινο Κεφάλαιο» μπορεί να μην πετυχαίνει πλήρως τον στόχο του, καθώς οι πολλές οπτικές γωνίες, άλλα κυρίως η απόφαση του να κινηθεί σε πολυάριθμα θεματικά μέτωπα το κάνουν να χάνει εν μέρη τη νοηματική του ροή, παρόλα αυτά παρασέρνει σε στιγμές τον θεατή στην ολισθηρή κατρακύλα της καπιταλιστικής απληστίας, και την παγερή, φριχτή ανατίμηση της ανθρώπινης ύπαρξης μετατρέποντας τον ποδηλάτη σε πραγματικό, αφανή και τραγικό πρωταγωνιστή, ρίχνοντας ταυτόχρονα μια αδιάκριτη ματιά στις άψυχες, ανελέητες σχέσεις συμφερόντων που έρχονται μοιραία να αποτελέσουν κομμάτι του εννοιολογικού ορισμού του τίτλου του.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

13 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *