Όλοι στην οικογένεια της Τζαστίν είναι κτηνίατροι, αλλά και χορτοφάγοι. Στα 16 της, είναι μια ευφυής και υποσχόμενη μαθήτρια. Όταν ξεκινάει τη σχολή κτηνιατρικής, εισβάλει σε έναν παρακμιακό, ανελέητο και επικίνδυνα ελκυστικό κόσμο. Κατά την πρώτη βδομάδα που πρέπει να λάβει μέρος σε ειδικές ιεροτελεστίες, απεγνωσμένα προσπαθώντας να ταιριάξει με το περιβάλλον, αψηφά τα ιδανικά της οικογένειας της τρώγοντας ωμό κρέας για πρώτη φορά. Η Τζαστίν σύντομα θα ζήσει τις τρομερές συνέπειες της πράξης της, όταν ο αληθινός της εαυτός βγαίνει στην επιφάνεια.
Σκηνοθεσία:
Julia Ducournau
Κύριοι Ρόλοι:
Garance Marillier … Justine
Ella Rumpf … Alexia
Rabah Nait Oufella … Adrien
Laurent Lucas … ο πατέρας
Joana Preiss … η μητέρα
Bouli Lanners … ο οδηγός
Κεντρικό Επιτελείο:
Σενάριο: Julia Ducournau
Παραγωγή: Jean des Forets
Μουσική: Jim Williams
Φωτογραφία: Ruben Impens
Μοντάζ: Jean-Christophe Bouzy
Σκηνικά: Laurie Colson
Κοστούμια: Elise Ancion
- Κυριότερη Προβολή στην Ελλάδα: Διανομή στις αίθουσες.
- Παγκόσμια Κριτική Αποδοχή (Μ.Ο.): Θετική.
Τίτλοι
Αυθεντικός Τίτλος: Grave
Ελληνικός Τίτλος: Raw
Διεθνής Τίτλος: Raw
Εναλλακτικός Ελλ. Τίτλος: Ωμότητες [φεστιβάλ]
Κύριες Διακρίσεις
- Βραβείο FIPRESCI για το τμήμα Βδομάδα Κριτικής στο φεστιβάλ Κανών.
- Υποψήφιο για σκηνοθεσία, πρωτοεμφανιζομενο σκηνοθέτη, νέα ηθοποιό (Garance Marillier), σενάριο, μουσική και ήχο στα Cesar.
Παραλειπόμενα
- Αρχικά χαρακτηρίστηκε αυστηρώς ακατάλληλο, αν κι έπειτα πήρε το R.
- Στην προβολή στο φεστιβάλ του Γκέτεμποργκ, δύο από τους θεατές λιποθύμησαν, και αρκετοί έκαναν εμετό. Πάνω 30 έφυγαν από νωρίς από την αίθουσα, και οι διοργανωτές αναγκάστηκαν να κάνουν διάλειμμα για να αποφευχθεί περαιτέρω αναστάτωση.
- Σε ένα σινεμά του Λος Άντζελες, οι ταξιθέτες είχαν μαζί τους σακουλάκια για εμετό!
Εξωτερικοί Σύνδεσμοι
Κριτικός: Πάρις Μνηματίδης
Έκδοση Κειμένου: 30/3/2017
Η Justine είναι αφοσιωμένη χορτοφάγος, όπως άλλωστε και οι γονείς της, με ξεκάθαρα διαμορφωμένες απόψεις γύρω από τα δικαιώματα των ζώων. Προετοιμάζεται για να φοιτήσει σε μια κτηνιατρική σχολή, στην οποία βρίσκεται και η αδερφή της, Alexia. Όταν βρεθεί επιτέλους για πρώτη φορά στο περιβάλλον αυτό, θα έρθει αντιμέτωπη με τις πιέσεις των μεγαλύτερων συμφοιτητών που πιέζουν στα όρια του εκφοβισμού τους πρωτοετείς να λάβουν μέρος σε μια σειρά μυήσεων. Μια εξ αυτών περιλαμβάνει το φάγωμα ενός ωμού νεφρού λαγού, κάτι που θα κάνει η Justine μετά από παρότρυνση της αδερφής της, παρά τις διαφωνίες της. Μετά από το συμβάν αυτό, όμως, θα αναπτυχθεί στην ίδια μια ανεξήγητη όρεξη για ωμή σάρκα.
Ένα κινηματογραφικό ντεμπούτο μεγάλου μήκους που προκάλεσε μέχρι και λιποθυμίες εξαιτίας της απεικόνισης σκηνών κανιβαλισμού στο φεστιβάλ του Τορόντο το 2016 (που όσο κι αν δήλωσε η σκηνοθέτις τη λύπη της για το περιστατικό, είναι σίγουρο πως δύσκολα θα μπορούσε να βρει καλύτερη δωρεάν διαφήμιση για τη δημιουργία της, δεδομένου και του είδους που εκπροσωπεί), το φιλμ της Julia Ducournau είναι μια απολαυστική με τον δικό της τρόπο ιστορία για το πέρασμα στην ωριμότητα και την ενηλικίωση. Φαινομενικά έχει τα συστατικά δεκάδων άλλων ταινιών του ιδιώματος και ασχολείται με μια θεματολογία οικεία με το έδαφος αυτό (οικογενειακές σκιές, δυσκολία προσαρμογής σε νέους κανόνες μιας ζωής με άλλου είδους υπευθυνότητες, σεξουαλικότητα, με αρκετές φορές να γίνονται παραλληλισμοί μεταξύ της λίμπιντο με την επιθυμία της Justine για κανιβαλισμό), όμως τοποθετημένη στο πλαίσιο μιας ταινίας τρόμου που ενδιαφέρεται περισσότερο για τη μεταβαλλόμενη ψυχοσύνθεση της πρωταγωνίστριάς της παρά να καταταχθεί σε ένα σωρό slasher με εφήβους να αποδεκατίζονται, καταφέρνει να ξεχωρίσει θετικά, και όχι μονάχα στην κατηγορία της.
Σκηνοθετημένο με ακρίβεια, ειδικά όσον αφορά κάποια μακρινά πλάνα με λεπτομέρειες που την αναβαθμίζουν σε εικαστικό επίπεδο (όπως στην εναρκτήρια σκηνή), μην υπερβάλλοντας στις δόσεις gore οι οποίες είναι τοποθετημένες στρατηγικά διάσπαρτα χωρίς να συσσωρεύονται απλά και μόνο για τη δημιουργία φτηνών εντυπώσεων, με πληθώρα συμβολισμών που εμπλουτίζουν σημειολογικά το τελικό αποτέλεσμα (ως δείγμα μόνο το δάχτυλο που τρώει η Justine ως φαλλός, μια και η εμπειρία της οδηγεί και στην ανακάλυψη της σεξουαλικότητάς της) κι έχοντας μια ταιριαστά «άβγαλτη» κι άπειρη ηρωίδα ως ξεναγό σε αυτό το ξεχωριστό ταξίδι «μεστώματος» που ενσαρκώνει με μοναδική φυσικότητα η Garance Marillier, το «Raw» συναρπάζει με την ειλικρινή ματιά του στη διαδρομή από την αβεβαιότητα και τη φρεσκάδα της εφηβείας (που αποτυπώνεται με ζωτικότητα στη σκηνή του πάρτι) στις ενοχλητικές αλήθειες και την άβολη συνειδητοποίηση που επιφέρει η ενηλικίωση, με αποκορύφωμα την αποκάλυψη στο φινάλε στο οποίο συμπυκνώνεται και η ουσία της ταινίας. Η σχεδόν φεμινιστική στην προσέγγισή της ματιά της Ducournau κάνει τη διαφορά και πλησιάζει με ευαισθησία, τρυφερότητα και κατανόηση που έρχεται σε αντίθεση με την ωμή απεικονιζόμενη βία την ευάλωτη ηρωίδα της, που στην περίπτωση ενός σκηνοθέτη δίχως όραμα θα ήταν ακόμη ένας αναλώσιμος χαρακτήρας, διακοσμητικός σε μια παρέλαση αίματος και κομμένων σωματικών μελών. Το γυναικείο άγγιγμα είναι εμφανές και στις σκηνές που αναλύουν τη σχέση μεταξύ των δύο αδερφών.
Ως ντεμπούτο είναι λογικό να υπάρχουν και κάποιες ατέλειες, όπως το ότι ο ρυθμός φαίνεται να κάνει κοιλιά λίγο μετά τα μισά του φιλμ, κάτι που κανονικά δεν θα έπρεπε να συμβαίνει με μια τόσο μικρή χρονική διάρκεια, ενώ και το σενάριο μερικές φορές δίνει την εντύπωση πως κοντοστέκεται αμήχανα και δεν γνωρίζει πώς ακριβώς να προχωρήσει την πλοκή καταφεύγοντας σε μάλλον αδιάφορες υποπλοκές (για παράδειγμα το όλο επεισόδιο με τη βιντεοσκόπηση). Ωστόσο, η γενική εικόνα που επικρατεί είναι αυτή μιας έξυπνης κι ευρηματικής ταινίας είδους, που όχι απλά σέβεται τον θεατή, αλλά απαιτεί κι από τον ίδιο μια αναλυτική σκέψη. Ένα πολύ ελπιδοφόρο ξεκίνημα για τη δημιουργό του, το «Raw» αποτελεί μια από τις πιο αξιόλογες ταινίες τρόμου της φουρνιάς των τελευταίων ετών.
Βαθμολογία: