Χρόνια αφότου έγινε μάρτυρας του θανάτου του αξιοσέβαστου Μάξιμου από τα χέρια του θείου του, ο Λούσιος αναγκάζεται να εισέλθει στο Κολοσσαίο, αφού η πατρίδα του κατακτήθηκε από τους τυραννικούς αυτοκράτορες που πλέον ηγούνται της Ρώμης. Γεμάτος οργή και με το μέλλον της αυτοκρατορίας να διακυβεύεται, ο Λούσιος πρέπει να ανατρέξει στο παρελθόν του για να βρει τη δύναμη να επιστρέψει η δόξα στον λαό της Ρώμης.

Σκηνοθεσία:

Ridley Scott

Κύριοι Ρόλοι:

Paul Mescal … Lucius Verus

Pedro Pascal … Marcus Acacius

Joseph Quinn … αυτοκράτορας Geta

Fred Hechinger … αυτοκράτορας Caracalla

Connie Nielsen … Lucilla

Denzel Washington … Macrinus

Derek Jacobi … γερουσιαστής Gracchus

Tim McInnerny … Thraex

Alexander Karim … Ravi

Rory McCann … Tegula

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: David Scarpa

Στόρι: Peter Craig, David Scarpa

Παραγωγή: Lucy Fisher, David Franzoni, Michael Pruss, Ridley Scott, Douglas Wick

Μουσική: Harry Gregson-Williams

Φωτογραφία: John Mathieson

Μοντάζ: Sam Restivo, Claire Simpson

Σκηνικά: Arthur Max

Κοστούμια: Janty Yates

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Gladiator II
  • Ελληνικός Τίτλος: Μονομάχος ΙΙ

Άμεσοι Σύνδεσμοι

Σεναριακή Πηγή

Κύριες Διακρίσεις

  • Υποψήφιο για Όσκαρ κοστουμιών.
  • Υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα δεύτερου αντρικού ρόλου (Denzel Washington) και επιτεύγματος στα ταμεία.
  • Υποψήφιο για Bafta καλύτερης βρετανικής ταινίας, οπτικών εφέ και ήχου.

Παραλειπόμενα

  • Μακρινό σίκουελ της οσκαρικής επιτυχίας του 2000, με τους Connie Nielsen και Derek Jacobi να επιστρέφουν στους ρόλους τους.
  • Ήδη από τον Ιούνιο του 2001 σχεδιάζονταν μια συνέχεια του Μονομάχου, χωρίς να είναι σίγουρο αν θα ήταν σίκουελ ή πρίκουελ. Ενώ όμως οι αρχικές συζητήσεις έγιναν με τον David Franzoni, τον επόμενο χρόνο θα ανακοινωθεί το όνομα του John Logan για το σενάριο, με τη σημείωση πως θα είχαμε σίκουελ. Ήδη από αυτό το σημείο πρωταγωνιστής του στόρι ήταν ο Λούσιος, που αναζητούσε να μάθει για τον βιολογικό του πατέρα. Τέλη του 2002 έγινε γνωστή και η κεντρική πλοκή, που όμως ήθελε την -κυριολεκτική- ανάσταση του Μάξιμου από τους νεκρούς, ώστε να υπάρχει και πάλι ο Russell Crowe στο καστ. Κι ενώ τον Σεπτέμβρη του 2003 ο Ridley Scott δήλωνε πως το σενάριο ήταν ολοκληρωμένο, το 2006 μιλούσε για αλλαγή του, μια κι όσοι εμπλέκονταν ήθελαν το στόρι να συνεχίζεται ομαλά από εκεί που είχε κλείσει στην πρώτη ταινία (και πως ήταν ο Crowe που επέμενε για το μεταφυσικό στοιχείο). Αναζητώντας κάτι με ιστορικό υπόβαθρο πάνω στην Πτώση της Ρώμης, ο σκηνοθέτης ανέθεσε το σενάριο στον μουσικό Nick Cave. Το κείμενο που παρέδωσε απορρίφθηκε, και όπως αργότερα αποκαλύφθηκε είχε τίτλο “Christ Killer”, και ήθελε τον Μάξιμο να ανασταίνεται, να γίνεται αθάνατος πολεμιστής για τους ρωμαίους θεούς, και να στέλνεται στη Γη για να σταματήσει την άνοδο του χριστιανισμού. Η πλοκή αυτή έφτανε ως το σήμερα, με τον Μάξιμο να εργάζεται στο Πεντάγωνο.
  • Λόγω οικονομικών προβλημάτων, η DreamWorks Pictures πούλησε το 2006 τον ως τότε κατάλογο των ταινιών της (με εξαίρεση τα κινούμενα σχέδια) στην Paramount Pictures, και το εν λόγω σίκουελ βγήκε από το πρόγραμμα. Χρειάστηκε να έρθει το 2017 για να ακουστεί εκ νέου, με τον Scott να δηλώνει με ενθουσιασμό πως έλυσε το θέμα της επανεμφάνισης του Μάξιμου, και πως ήταν σε συνομιλίες με τον Russell Crowe. Το 2018 η Paramount έδωσε το πράσινο φως, μαζί και το σενάριο στον Peter Craig. Σε κοινή συνέντευξη το 2019, οι παραγωγοί αποκάλυψαν ότι η ιστορία αφορούσε τον Λούσιο και τοποθετούνταν 25 με 30 χρόνια μετά την ορίτζιναλ ταινία. Το 2021, ο Chris Hemsworth προσέγγισε τον Crowe, με τον οποίο είχε συνεργαστεί για το τρίτο Θορ, ανταλλάζοντας ιδέες για κοινή τους εμφάνιση στο φιλμ. Ο Scott δεν άργησε να αναλάβει τη σκηνοθεσία, και με το πέρας του Ναπολέων θα αφοσιώνονταν σε αυτό, πλάι στον σεναριογράφο David Scarpa. Θα περάσουν 10 μήνες για να αποφασίσει ο Scarpa ότι η μόνη λύση ήταν να μην υπάρχει καθόλου ο Μάξιμος στην ταινία.
  • Ο Scott δεν γνώριζε καθόλου τον Paul Mescal, μέχρι που παρακολούθησε -στοχευμένα- τη σειρά Normal People. Του τον υπέδειξαν δύο στελέχη της Paramount, που τον είδαν να ερμηνεύει στο West End στο Λεωφορείον ο Πόθος. Η τελική πρόσληψη θα γίνει μέσω σύντομης συνομιλίας στο Zoom. Υποψήφιοι για τον ίδιο ρόλο ήταν οι Austin Butler, Richard Madden και Miles Teller.
  • Ο Barry Keoghan είχε αποδεχτεί τον ρόλο του αυτοκράτορα Καρακάλα, αλλά αποχώρησε λόγω του προγραμματισμού του. Το ίδιο επικαλέστηκε και ο Djimon Hounsou, μην επαναλαμβάνοντας έτσι τον ρόλο του Τζούμπα.
  • Το αρχικό μπάτζετ των 165 εκατομμυρίων δολαρίων εκτοξεύθηκε στα 310 με την ολοκλήρωση των γυρισμάτων, αν και η Paramount επέμενε πως το νούμερο ήταν κάτω από 250. Κι αυτό ενώ η Μάλτα, ο τόπος των γυρισμάτων, έκανε έκπτωση στην παραγωγή 47 εκατομμύρια ευρώ, ένα ποσό ρεκόρ για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Γυρίσματα έγιναν και σε Μαρόκο, Μεγάλη Βρετανία.
  • Τον Σεπτέμβριο του 2024, ο Scott αποκάλυψε ότι δημιουργούνταν το σενάριο για ακόμα ένα σίκουελ, που θα συνέχιζε την ιστορία του Λούσιου. Προϋπόθεση όμως ήταν να πάει καλά το δεύτερο μέρος.
  • Τα έσοδα έφτασαν στα 460,5 εκατομμύρια δολάρια, σχεδόν τα ίδια με του πρώτου αλλά όχι όταν συνυπολογίζεται η αύξηση του πληθωρισμού.

Μουσικά Παραλειπόμενα

  • Ο Hans Zimmer δεν συμφώνησε να επιστρέψει στη μουσική κι αυτού του κεφαλαίου, λέγοντας ότι δεν ήθελε να επαναλάβει τη δουλειά που είχε ήδη κάνει. Δήλωσε όμως επίσης πως με τον Harry Gregson-Williams, ο οποίος είχε μαθητεύσει πλάι στον Zimmer, η σύνθεση ήταν σε καλά χέρια.

Κριτικός: Ορέστης Μαλτέζος

Έκδοση Κειμένου: 13/11/2024

Ο Ρίντλεϊ Σκοτ είναι ένας θαυμαστός τεχνίτης του mainstream κινηματογράφου: πώς αλλιώς να χαρακτηρίσεις έναν σκηνοθέτη που στα 86 του χρόνια παραδίδει τα πιο φιλόδοξα ιστορικά έπη με την “Τελευταία Μονομαχία” και τον “Ναπολέοντα”, ταινίες κατά πολύ ανώτερες του “Βασιλείου των Ουρανών” και της “Εξόδου: Θεοί και Βασιλιάδες”; Κι ας το κάνει με έναν πονηρό “παλαιάς σχολής” τρόπο που δίνει στον “Μονομάχο 2” μια σπάνια ποιότητα και το παράξενο πλεονέκτημα να είναι τόσο ένα σίκουελ όσο και μια επανεκκίνηση της ίδιας ακριβώς ιστορίας, μια μίμηση και ταυτόχρονα μια λαμπρή αναδιάταξη του πρωτότυπου, όπου από τη μια το θέμα είναι πιο περίπλοκο και από την άλλη παρουσιάζεται με πιο βατούς όρους.

Ο αξιόπιστος σεναριογράφος και σταθερός συνεργάτης του Σκοτ, Ντέιβιντ Σκάρπα, αναδιαρθρώνει την προηγούμενη ιστορία του Ντέιβιντ Φρανζόνι ώστε να κατασκευάσει μια κλασικότροπη ‘ταινία χλαμύδας’ ιταλικού στιλ, με την υπόθεση βγαλμένη από τις ταινίες του Μασίστα, πασπαλισμένη με γερές δόσεις “Μπεν-Χουρ” και “Πτώσης της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας”: ένας βάρβαρος ενάντια σε μια αυτοκρατορία με κίνητρο μια γυναίκα που σκοτώθηκε σε μάχη, ένας ξεχασμένος ήρωας, μια πονεμένη μητέρα, μια διεφθαρμένη πόλη, και ένα αδύνατο όνειρο, στοιχεία εμποτισμένα με σκληρές και βάναυσες μονομαχίες σώμα-με-σώμα. Πρωταγωνιστής ο χαμένος πρίγκιπας Λούσιος που καλείται να προσαρμοστεί στις διαφορετικές επιταγές του καθήκοντος και να μεταπηδήσει από το τυφλό μίσος ενάντια στον στρατηγό Ακάκιο στη συνειδητοποίηση σχετικά με την ταυτότητα των πραγματικών εχθρών, όχι μόνο οι δίδυμοι αδερφοί-αυτοκράτορες -μια παρωδία των παρανοϊκών πολιτικών-κλόουν του 21ου αιώνα- αλλά και ο δουλέμπορος Μακρίνος (Ντένζελ Ουάσινγκτον), ένας μακιαβελιστής εκπρόσωπος του καπιταλισμού που παίζει το παιχνίδι του χρησιμοποιώντας τη βία, μία “εμφανή παγκόσμια γλώσσα” σύμφωνα με τον ίδιο, εξαναγκάζοντας την αδικία, την εκμετάλλευση, τη διαφθορά και τον φόβο, προσφέροντας στους πληβείους άφθονα θεάματα αλλά πλέον καθόλου άρτο.

Ερμηνευτικά έχουμε την αξιοπρεπή επιστροφή των Ντέρεκ Τζάκομπι και Κόνι Νίλσεν, την εισαγωγή των άψογων Τζόζεφ Κουίν και Φρεντ Χέτσινγκερ, και φυσικά το δίδυμο Πολ Μεσκάλ και Πέντρο Πασκάλ που ενσαρκώνει υπέροχα τη φόρμουλα του ουμανιστικού ιδεαλισμού έναντι του υποδουλωμένου πραγματισμού. Ο Μεσκάλ επιβάλλει άψογα την παρουσία του ως ένας αντιήρωας δράσης παρά ως χαρισματικός ερμηνευτής, καθότι η ταινία δεν του το ζητάει και ο τόνος που διατρέχει το ταξίδι του είναι μάλλον απαισιόδοξος και απομυθοποιητικός παρά ηρωικός. Ο Σκοτ και ο Σκάρπα δεν επιχειρούν να δημιουργήσουν έναν ακόμα Μάξιμο και παρουσιάζουν τον Λούσιο ως ένα θνητό θύμα, ένα αντικείμενο πολλαπλής χρήσης παρά ένα στιβαρό υποκείμενο δράσης. Αυτό που ενδιαφέρει περισσότερο τον Σκοτ είναι ο χαρακτήρας του Μακρίνου, που εκφράζει το αουτσάιντερ ως παράγοντα αλλαγής, τη δύναμη που κινείται στο περιθώριο του συστήματος μέχρι να το καταστρέψει ή να καταστραφεί. Μετά την εναρκτήρια σεκάνς που αναβιώνει το είδος του peplum με την εισβολή των ρωμαϊκών λεγεώνων μέσω μιας θαλάσσιας εισβολής με τριήρεις στο βασίλειο της Νουμιδίας που σηματοδοτεί την έναρξη της πορείας του Άννωνα/Λούσιου, ο Σκοτ μάς εισάγει στον ρωμαϊκό υπόκοσμο και τις ίντριγκες του παλατιού, στοιχείο στο οποίο ο Σκοτ επιστρέφει κάθε φορά που η αφήγηση κινδυνεύει να χωλαίνει.

Σκηνοθετικά, η ταινία κινείται με μια απερίσκεπτη ισορροπία ανάμεσα σε εθιστικά σουρεαλιστικές σκηνές μάχης και σεκάνς πολιτικού θρίλερ τυλιγμένου με στιγμές οικογενειακού μελοδράματος. Είναι αξιοσημείωτο το πώς η ταινία φλερτάρει με το deja-vu χρησιμοποιώντας ανά σημεία έως και τα ίδια πλάνα με την ταινία του 2000 και ταυτόχρονα διαθέτει την αναβράζουσα μαεστρία του Σκοτ, με τον τρόπο που το soundtrack του Harry Gregson-Williams αναβιώνει τη λογική αυτού του Hans Zimmer χωρίς να το καταχράται. Ο “Μονομάχος 2” αποτελείται από μια νέα ταινία εντός μιας παλιάς ταινίας, με τα κομμάτια να ταιριάζουν μεταξύ τους χάρη στην ανακάλυψη μιας μηδενιστικής αφήγησης για τον πυρήνα των μηχανισμών που αρθρώνουν την ίδια εξουσία σήμερα όσο και πριν από δύο χιλιάδες χρόνια. Πρόκειται για έναν γνήσιο Σκοτ που έχει υποστεί ανακαίνιση, και σε αντίθεση με άλλους βετεράνους κινηματογραφιστές, έχει ακόμα τη δύναμη να παρασύρει και να εντυπωσιάζει τον θεατή.

Βαθμολογία:

0 κακή | 1 μέτρια | 2 ενδιαφέρουσα | 3 καλή | 4 πολύ καλή | 5 αριστούργημα

Γκαλερι φωτογραφιων

23 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *