Βερολίνο, αυγές της πτώσης του τοίχους. Η Λορέιν Μπρότον, μια από τις πλέον δυναμικές κατασκόπους της βρετανικής MI6, τοποθετείται στη γερμανική πρωτεύουσα για να εξολοθρεύσει το αδίστακτο κύκλωμα κατασκοπίας που μόλις σκότωσε έναν πράκτορα για άγνωστα αίτια. Εκεί θα συνεργαστεί με τον τομεάρχη Ντέιβιντ Πέρσιβαλ και οι δυο τους θα σχηματίσουν μια δύσβατη συμμαχία, εξαπολύοντας όλες τις ικανότατες τους ενάντια σε μια απειλή από την οποία κινδυνεύει ολόκληρο το δίκτυο πρακτόρων του δυτικού κόσμου.

Σκηνοθεσία:

David Leitch

Κύριοι Ρόλοι:

Charlize Theron … Lorraine Broughton

James McAvoy … David Percival

John Goodman … Emmett Kurzfeld

Til Schweiger … Watchmaker

Eddie Marsan … Spyglass

Sofia Boutella … Delphine Lasalle

Toby Jones … Eric Gray

James Faulkner … C

Bill Skarsgard … Merkel

Sam Hargrave … James Gasciogne

Roland Moller … Aleksander Bremovych

Johannes Haukur Johannesson … Yuri Bakhtin

Barbara Sukowa … η ιατροδικαστής

Daniel Bernhardt … μπράβος

Κεντρικό Επιτελείο:

Σενάριο: Kurt Johnstad

Παραγωγή: A.J. Dix, Eric Gitter, Beth Kono, Kelly McCormick, Peter Schwerin, Charlize Theron

Μουσική: Tyler Bates

Φωτογραφία: Jonathan Sela

Μοντάζ: Elisabet Ronaldsdottir

Σκηνικά: David Scheunemann

Κοστούμια: Cindy Evans

Διεθνής Κριτική (μ.ο.): Θετική.

Τίτλοι

  • Αυθεντικός Τίτλος: Atomic Blonde
  • Ελληνικός Τίτλος: Atomic Blonde

Σεναριακή Πηγή

  • Σειρά κόμικς: The Coldest City των Antony Johnston, Sam Hart.

Παραλειπόμενα

  • Ο Theron είχε βάλει προσωπικό στοίχημα να μεταφερθεί στην οθόνη το Coldest City, όταν η εταιρία παραγωγής της ήρθε σε επαφή με αυτό. Προσωπική της επιλογή ήταν κι ο σκηνοθέτης, όταν είδε το John Wick. Ο David Leitch μάλιστα εγκατέλειψε το σίκουελ του John Wick για να κάνει αυτή την ταινία.
  • Η λεσβιακή σχέση ανάμεσα στην κεντρική ηρωίδα και την Ντελφίν δεν υπήρχε στο κόμικ, αλλά προστέθηκε από τον σεναριογράφο Kurt Johnstad, στη λογική να γίνει μια τελείως διαφορετική κατασκοπική ταινία.
  • Υπήρχε μια ελπίδα να παίξει κι ο David Bowie, αλλά δεν πρόλαβε να δεχτεί ή μη, μια και δυστυχώς έφυγε από τη ζωή.
  • Η Βουδαπέστη και το Βερολίνο ήταν αυτές που φιλοξένησαν κυρίως τα γυρίσματα.
  • Κόστισε 30 εκατομμύρια δολάρια, αλλά έβγαλε 100. Αυτό άνοιξε άμεσα την όρεξη τόσο του Leitch όσο και της Theron για μια συνέχεια. Το 2020 είχε αναφερθεί ότι αυτή θα την αναλάμβανε το Netflix, ενώ από την πλευρά του ο Leitch είχε κάνει λόγο για μια μίξη της ταινίας με το franchise του John Wick.

Μουσικά Παραλειπόμενα

  • Για να τονιστεί η εποχή, τα τραγούδια του σάουντρακ είναι όλα από τη δεκαετία του 1980. Παρότι όμως μιλάμε για το 1989, οι επιλογές ήταν από το πρώτο μισό εκείνης της δεκαετίας, με εξαίρεση το Father Figure του George Michael (1988).

Κριτικός: Σταύρος Γανωτής

Έκδοση Κειμένου: 29/4/2018

Πόσο, αληθινά, παράδοξο είναι το γεγονός ένας σκηνοθέτης σαν τον David Leitch, που πέρασε σχεδόν μια ζωή ως υπεύθυνος για τους κασκαντέρ, να διδάσκει το πώς πρέπει να γυρίζεται μια σύγχρονη ταινία δράσης. Και δεν κάνει κάτι το εξαιρετικά δύσκολο, απλά σέβεται το ρεαλιστικό επίπεδο της ταινίας του, και συνδυάζει το κόμικ στοιχείο με την παράδοση. Το αποτέλεσμα κρίνεται φυσικά και στις λεπτομέρειες, κι ως προς αυτές θα συναντήσετε αρκετά πράγματα που θα σας χαλάσουν την αίσθηση της τέλειας εικόνας. Δεν είναι, ας πούμε, όλοι οι χαρακτήρες άψογα δουλεμένοι, πέρα από το γεγονός ότι το σενάριο δεν ασχολείται ιδιαίτερα με την ανάπτυξη χαρακτήρων, κάτι όμως που δεν ζημιώνει τρομερά το συγκεκριμένο φιλμ. Βασικός αδύναμος κρίκος είναι ο χαρακτήρας του James McAvoy, βασικά επειδή παραμένει γραφικός πέρα κι από τις σκηνές δράσης.

Τι να πει όμως κάποιος για το γεγονός ότι μια καθαρά κόμικ περιπέτεια θα περπατούσε τόσο άφοβα στα χνάρια του κλασικού βρετανικού θρίλερ κατασκοπίας. Και όπως είθισται, απαιτεί την αμέριστη προσοχή του θεατή επί της εξέλιξης της πλοκής, η οποία και είναι ταχύτερη κι από την εναλλαγή των εικόνων, αφού αν χάσει κάτι στη διαδρομή, χάνει και την όλη σεναριακή μαγκιά του έργου. Όλα παίζουν έναν ρόλο: η πτώση του τείχους, η ψυχολογία του Ανατολικογερμανού, τα παγκόσμια παιχνίδια εξουσίας, η απατηλή φύση ενός πράκτορα. Και στη μέση όλων αυτών, η Charlize Theron που ανεβάζει τον πήχη της δράσης σε ακραία επίπεδα, δίχως να χάνει επαφή με την ανθρώπινη υπόσταση της. Παράλληλα, μικρά στιγμιότυπα εντός δράσης που κάνουν τη μεγάλη διαφορά, και μια ισορροπία ανάμεσα στην κόμικ αισθητική και την πραγματικότητα. Αυτή η ταυτόχρονη επαφή και με τα δύο, είναι που λείπει από αυτό που έχουμε συνηθίσει να παρακολουθούμε στις σύγχρονες ταινίες δράσης, ενώ αντίστοιχα στις παλιές δεν είχαμε τις τεχνικές ικανότητες για την ακραία δράση. Η λογική δηλαδή και των Τζέιμς Μποντ υπό τη μορφή του Daniel Craig. Για να δούμε αν θα πάρουν όλοι σιγά-σιγά το μάθημα τους…

Μπράβο στον Leitch, εν κατακλείδι, κι ας μοιάζει να διασκεδάζει περισσότερο από ό,τι χρειάζονταν το δημιούργημα του, δίχως ίσως να πιστεύει στο ότι θα μπορούσε να βγάλει κάτι ακόμα ανώτερο, ίσως επιμένοντας στον τομέα της σοβαρότητας. Και κρίμα, από την άλλη, που η ταινία προωθήθηκε καθαρά για τον «kick-ass» χαρακτήρα της, ενώ η προσαρμοσμένη γείωση αυτού είναι το κεντρικό της προτέρημα.

Βαθμολογία:


Γκαλερι φωτογραφιων

16 φωτογραφίες

Μοιραστειτε ενα σχολιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *